Το σώμα
Το σώμα είναι η μία από τις υποστάσεις που απαρτίζουν τον άνθρωπο. Το ανθρώπινο σώμα αλλά και κάθε υλικό ον απαρτίζεται από τα 4 στοιχεία της φύσης : γη, νερό, αέρας, φωτιά.
Ο Πλωτίνος παρατηρεί πως τα πάντα στον κόσμο είτε φυσικά δημιουργήματα, είτε ανθρώπινα κατασκευάσματα, υπόκεινται σε μεταβολές. Δηλ. η ύλη παραμένει αμετάβλητη, ενώ εκείνο που αλλάζει είναι η μορφή της. Π.χ. ο σπόρος γίνεται δένδρο και το αντίστροφο.. Από ένα μέταλλο ο άνθρωπος μπορεί να κάνει ένα δίσκο και στην συνέχεια μπορεί να το μετατρέψει σε ένα αγαλματίδιο. Το μόνο που άλλαξε είναι η μορφή. Έτσι προεκτείνοντας αυτήν την αρχή της μεταβολής, διαπερνά όλη την φύση άρα και τα 4 στοιχεία της. Π.χ. η φωτιά να γίνει αέρας, ο αέρας νερό κ.ο.κ.
Η πρώτη ύλη
Η πρώτη ύλη είναι η μήτρα των πρώτων υλικών στοιχείων. Η πρώτη ύλη είναι μη Ον με την έννοια της άμορφης ύπαρξης. Η πρώτη ύλη δεν μπορεί να προσδιοριστεί με τους τρόπους που συλαμβάνουμε και κατανοούμε τα πρώτα στοιχεία της φύσης. Γι’ αυτό και ονομάστηκε από τον Παράκελσο ως το «Μέγα Μυστήριο», τον 16ο αιώνα. Από την πρώτη ύλη, μπορεί να προέρχονται τα πρώτα στοιχεία της φύσης και όλα τα αισθητά πράγματα σε εμάς και όλα να ανάγονται στην πρώτη ύλη, όλα αυτά δεν ταυτίζονται μαζί της, π.χ. το πυρ δεν μπορεί να ταυτιστεί με την πρώτη ύλη γιατί τότε θα αναιρούσε τα άλλα 3 στοιχεία γη, νερό, αέρα. Δεν θα είχαν δηλ. μία κοινή βάση. Άλλο παράδειγμα είναι το εξής: μπορεί ο πηλός να αποτελεί την ύλη του αγγειοπλάστη, αλλά δεν είναι η καθαρή και άυλη ύλη.
Η πρώτη ύλη λοιπόν δεν ταυτίζεται με κανένα στοιχείο, δεν είναι τίποτα συγκεκριμένο. Είναι αόριστη και μονίμως απραγματοποίητη δυνατότητα για ό,τι υφίσταται ή πρόκειται να υπάρξει.
Αφού η πρώτη ύλη έχει ανυπέρβλητες δυνατότητες αλλά δεν ταυτίζεται με κανένα από τα πρώτα στοιχεία της φύσης ή τα άλλα υλικά πράγματά της, τότε πως προήλθε ο αισθητός κόσμος; Κάποια δύναμη θα συνεργάσθηκε ώστε η πρώτη ύλη ή ένα μέρος της τουλάχιστον, να μεταμορφωθεί στην συγκεκριμένη περιγράψιμη πραγματικότητα της ύλης. Αυτή η δύναμη θα πρέπει να βρίσκεται έξω από την πρώτη ύλη και να είναι ανεξάρτητη. Αυτή είναι η ψυχή.
Η Ψυχή
Η ψυχή αφού εισέβαλε στην πρώτη ύλη, έδωσε τις μορφές των πρώτων στοιχείων, που στην συνέχεια δημιούργησε τα αντικείμενα που αντιλαμβανόμαστε δηλ. τον αισθητό κόσμο. Έτσι δημιουργήθηκε και το ανθρώπινο σώμα που οφείλει την ύπαρξη του στην είσοδο της ψυχής στην ύλη.
Ερωτήματα
α) Τη είδους σχέση υπάρχει μεταξή ψυχής και σώματος, είναι συμπτωματική ή αναγκαία η σχέση τους;β) Τι είδους οντότητα είναι η ψυχή, ποια είναι η υφή της;
Η ψυχή και η σχέση της με το σώμα
Αριστοτέλης: Κατά τον Αριστοτέλη η ψυχή είναι αυτή που δίνει πνοή στο ζωντανό οργανισμό. Άρα λοιπόν η μοίρα της ψυχής είναι συνυφασμένη με την μοίρα του σώματος. Έτσι αν χαθεί το σώμα θα χαθεί και η ψυχή. Συνεπώς και σύμφωνα με την διδασκαλία του Αριστοτέλη η αθανασία του ανθρώπου είναι αδύνατη αφού η μοίρα της ψυχής ως μορφή του ζώντος οργανισμού είναι συνυφασμένη με την μοίρα του σώματος.
Επίκουρος: Την ίδια άποψη είχε και ο Επίκουρος. Έλεγε πως η ψυχή αποτελείται από λεπτότερα άτομα υλικής μορφής και συνεπώς διαλύεται και αυτή όπως το σώμα που είναι χονδροειδούς μορφής.
Στωικοί.
Κλεάνθης: Οι στωικοί φιλόσοφοι είχαν πιο αισιόδοξη αντίληψη. Υποστήριζαν ότι η ψυχή έχει υλική υφή, και αυτό γιατί, αν δεν ήταν υλικής υφής (η ψυχή) τότε ο πόνος του σώματος δεν θα μεταβιβάζονταν στην ψυχή. Από την άλλη χαρακτηριστικά της ψυχής όπως: η ντροπή και ο φόβος, δεν θα μεταβιβαζόταν στο σώμα. Δηλ. το σώμα συμμετέχει στα παθήματα της ψυχής και ανίστροφα η ψυχή στα παθήματα του σώματος.
Χρύσιππος: Αν η ψυχή δεν ήταν υλικής υφής τότε οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ σώματος και ψυχής θα ήταν αδύνατες. Μπορεί μεν η ψυχή να είναι σωματοειδής, αλλά είναι λεπτότερης υφής από του σώματος. Οι ψυχές των ανθρώπων είναι αποσπάσματα, του Θεού και ορίζεται σαν Πυρ. Αυτό το Πυρ δεν εξισώνεται με το φυσικό πυρ, αλλά είναι ανώτερης και πιο λεπτής υφής πυρ. Αφού λοιπόν η ψυχή είναι σωματοειδής υπόκειται στην φθορά της ύλης. Ο Χρύσιπος έλεγε πως με το θάνατο του ανθρώπου η ψυχή χάνεται, με εξαίρεση τις ψυχές των πεπαιδευμένων ανθρώπων. Για τους στωικούς λοιπόν η ψυχή μπορεί να επιβιώνει μετά τον θάνατο.
Πλάτωνας: Ο Αριστοτέλης, οι Επικούρειοι και οι Στωικοί, επιχείρησαν να αμφισβητήσουν την αντίληψη του Πλάτωνα.
Για τον Πλάτωνα η ψυχή είναι άυλη οντότητα. Η ιστορία και η προοπτική της είναι εντελώς διαφορετική από αυτήν της υλικής υπόστασης του σώματος. Για τον Πλάτωνα η ψυχή του κάθε ανθρώπου προϋπάρχει της γέννησης του. Και μετά τον θάνατο του σώματος συνεχίζει μόνη της να λειτουργεί. Την αντίληψη της αθανασίας της ψυχής επαναφέρει στην σκηνή ο Πλωτίνος. Ο Πλωτίνος αμφισβήτησε τις απόψεις του Αριστοτέλη, των Επικούρειων και των Στωικών που προαναφέραμε.
Πλωτίνος: α) Η ψυχή εκτελεί αφηρημένες σκέψεις, μπορεί να αντιληφθεί πράγματα που δεν βρίσκονται μπροστά της. π.χ. να δει το δένδρο πίσω από τον λόφο, ή έναν πίνακα μέσα σε ένα δωμάτιο, να αντιλαμβάνεται υπεραισθητές καταστάσεις, μυστικιστικά οράματα κ.ό.κ. Όλα αυτά είναι λειτουργίες που κάνει η ψυχή χωρίς το σώμα.
β) Αν η ψυχή είναι συνυφασμένη με το σώμα λόγω της σωματοειδής υφής της, τότε όποτε κόβονταν ένα μέρος του σώματος θα κοβόταν και ένα μέρος της ψυχής. Δηλ. ένας κουτσός δεν θα μπορούσε να έχει τις ίδιες ψυχικές ικανότητες μ’ έναν αρτιμελή. Αλλά αυτό δεν ισχύει.
γ) Το γεγονός πως η ψυχή είναι τελείως διαφορετικής υφής από την ύλη, αυτό δεν σημαίνει πως στην επίγεια συνύπαρξή τους λειτουργούν ανεξάρτητα η μια από την άλλη. Αντιθέτως οι εμπειρίες και οι παραστάσεις είναι προϊόν συνεργασίας της ψυχής και του σώματος π.χ. η επιθυμία του φαγητού δεν προέρχεται από την ψυχή, γιατί η ψυχή σαν άυλη οντότητα δεν έχει ανάγκη τροφής. Ούτε όμως και το σώμα καθαυτό μπορεί να έχει την επιθυμία του φαγητού. Το σώμα καθαυτό είναι άψυχο. Είναι δυνατό οι νεκροί να θέλουν να φάνε; Άρα λοιπόν η επιθυμία του φαγητού και γενικότερα της ηδονής, του πόνου και κάθε άλλης αισθητής εμπειρίας οφείλεται σε «κάτι κοινό μεταξύ ψυχής και σώματος, σε κάτι που αποτελείται από την ψυχή και το σώμα».
δ) Ο Πλωτίνος διέκρινε πως η ψυχή έχει δύο έκφανσεις:
1) Η μία κατώτερη που είναι συνυφασμένη με το σώμα και το θάνατο, και η άλλη
2) ανώτερη, που λόγω της Θείας καταγωγής της, είναι αθάνατη.
Αυτές οι δύο έκφανσεις της ψυχής αντανακλούν σε δύο βασικές δυνάμεις δημιουργίας του κόσμου.
Ο Κόσμος
Αφού από την πρώτη ύλη προέρχεται η φαινομενική ή αισθητή σε μας ύλη, το ίδιο θα πρέπει να συμβαίνει και με την ψυχή. Όμως η ψυχή δεν μπορεί να προέρχεται από την πρώτη ύλη, γιατί είναι άυλη. Επειδή λοιπόν η ψυχή είναι άυλη και η προέλευση της, η πηγή της γέννησης της ψυχής θα πρέπει να είναι μια άυλη αιτία.
Θα μπορούσε βέβαια να υποτεθεί πως η αιτία της άυλης οντότητας από την οποία προήλθε η άυλη αιτία της άυλης ψυχής, να υπάρχει μια ακόμη άυλη οντότητα και μετά μια άυλη οντότητα, κ.ό.κ.
Έτσι όμως δεν θα υπήρχε μια αρχή στον κόσμο και θα εμφανιζόταν ελλιπής. Ο Πλωτίνος για να αντιμετωπίσει αυτή την έλλειψη, έθεσε ένα όριο στην αλυσίδα. Έτσι έχουμε την πρώτη ύλη που από αυτή διαμορφώθηκε ο αισθητός κόσμος, την ψυχή που είναι η αιτία της μεταμόρφωσης της φύσης σε αισθητό κόσμο, τον Νου που συνιστά την άυλη αιτία από όπου προήλθε η Ψυχή και το Εν που ταυτίζεται με την έσχατη αιτία του κόσμου.
Η αρχή της δημιουργίας
Έτσι λοιπόν τα πάντα προήλθαν από την πρώτη υπέρτατη αρχή το Εν, που το εξισώνει με τον Θεό ή το αγαθό. Το σύμπαν λοιπόν είναι δημιούργημα του Ενός, αλλά δημιουργώντας το άφησε έξω από τον εαυτό του. Για αυτό δεν μπορεί να κατανοηθεί το Εν από τα πράγματα που συγκροτούν τον κόσμο. Το Εν δεν επιδέχεται οποιουδήποτε χαρακτηρισμού, είναι άρρητο.
Ο Πλωτίνος προσδιόρισε το Εν ως «αιτία» των πάντων και αυτό όχι για χαρακτηρίσει την υπόσταση του Ενός, αλλά για να δηλώσει την σχέση του Ενός προς τα όντα.
Το αποκαλεί αγαθό όχι για τον χαρακτήρα του, αλλά για να εκφράσει την προσφορά του Ενός προς τα άλλα όντα. Επειδή τα όντα τα ίδια δεν έχουν αυτάρκεια, επιθυμούν και αναζητούν την πλήρωσή τους και την ολοκλήρωσή τους με το Εν.
Το Εν παρατηρεί ο Πλωτίνος «δεν είναι πράγμα, δεν είναι ποιότητα, ούτε ποσότητα δεν κινείται ούτε μένει ακίνητο, δεν βρίσκεται στο χώρο ούτε στο χρόνο». Το Εν είναι έξω από τον χώρο των οντοτήτων που δημιούργησε. Γι’ αυτό το Εν είναι μη Ον, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει κιόλας.
Το Εν δημιουργώντας, διαμορφώνοντας την ύλη, υποβαθμίζεται, ο αισθητός κόσμος είναι υποδεέστερος ως δημιούργημά του.
Από την άλλη μεριά η πρώτη ύλη αποκτώντας ιδιότητες με την παρέμβαση της Ψυχής αναβαθμίζεται.
Πριν όμως γίνει αυτή η αναβάθμιση από την ψυχή, έχει μεσολαβήσει μια άλλη οντότητα, που περικλείει μέσα της όλες τις ιδέες, όπως έλεγε ο Πλάτωνας συνιστούν τα πρότυπα, βάσει των οποίων σχηματίστηκε ο κόσμος. Αυτός είναι ο Νους. Όλες οι δυνάμεις «υπάρχουν αδιαίρετα μέσα σε αυτόν και συγχρόνως, κάθε μια τους δρα ως ξεχωριστή δύναμη».
Τα άλλα επίπεδα δημιουργίας
Εξ ορισμού το Εν είναι αμετάβλητο. Πως γίνεται όμως αφού το Εν είναι αμετάβλητο, να παράγει το Νου; Γιατί για να παράγει απαιτείται κάποια μεταβολή. Ο Πλωτίνος αντιμετωπίζει το θέμα με παρομοιώσεις για να γίνει κατανοητό. Παραλλήλισε την διαδικασία παραγωγής σαν μια φωτιά αστείρευτη που δίνει την θερμότητά της ή με το χιόνι που εκπέμπει κρύο. Ακόμα σαν μια ευωδιαστή ουσία που όσο διαχέεται στην ατμόσφαιρα τη νοιώθουμε.
Ο Πλωτίνος λέει πως όταν μια οντότητα φθάσει σε υπέρτατο βαθμό πληρότητας, αφήνει να διαρρεύσει από τον εαυτό της ό,τι πλεονάζει. Έτσι π.χ. το κρύο απορρέει από το χιόνι, όταν το χιόνι φθάσει στον ύψιστο βαθμό πληρότητας, συνεχίζει να την διατηρεί. Όταν όμως το χιόνι χάσει την πληρότητά του και αυτό που απορρέει από αυτό, εξαφανίζεται. Χάνει την δύναμή του και αυτό αντανακλάται στο κρύο. Το ίδιο συμβαίνει με ένα λουλούδι και το άρωμά του. Με τον ίδιο τρόπο λοιπόν, ο Νους προέρχεται δια απορροής από το Εν και αποτελεί εικόνα του Ενός και είναι συνεχώς συνυφασμένο με το Εν. Σε αντίθεση όμως η ουσία του Ενός (σε σχέση με τα παραπάνω), παραμένει σταθερή, αμετάβλητη και αμείωτη.
Η σχέση του Νου προς το Εν δεν αίρεται ποτέ σε αντίθεση με την σχέση κρύου χιονιού, αρώματος λουλουδιού. Ο Νους στη συνέχεια τείνει προς μια άλλη κατεύθυνση. Όπως δημιουργήθηκε ο Νους από το πλεόνασμα του Ενός, έτσι και ο Νους με την σειρά του κάνει να απορρέει από το πλεόνασμά του μια άλλη ίδιας άυλης υφής υπόσταση, που είναι η Ψυχή η κοσμική ψυχή. Αυτή η Ψυχή δεν εξισώνεται με την ψυχή του ανθρώπου, όμως η ψυχή του ανθρώπου συμπεριλαμβάνεται μέσα στις δυνάμεις της κοσμικής ψυχής. Οι τρεις αυτές υποστάσεις είναι η αρχή της δημιουργίας του σύμπαντος. Δηλ. Εν Νους Ψυχή και μόνο η ψυχή δρα μέσα στον φθοροποιό χρόνο και γι’ αυτό κινδυνεύει να παρασυρθεί στον θάνατο.
Η σωτηρία της ψυχής
Τόσο ο Νους, όσο και η ψυχή τείνουν σε δύο αντίρροπες κατευθύνσεις :
α)Την επιστροφή στην αιτία απ’ όπου προήλθαν
β)Την δύναμη της δημιουργίας
Στην α) περίπτωση ο Πλωτίνος παρατηρεί πως το γέννημα επιδιώκει πάντα να επιστρέφει στον γεννήτορά του, στην πηγή. Έτσι ο Νους σπρώχνεται από μια δύναμη προς το Εν. Το ίδιο και η Ψυχή, διακατέχεται από μια δύναμη να επιστρέψει στον Νου και στην συνέχεια να ενωθεί με το Εν. Στην β) περίπτωση, τόσο ο Νους όσο και η Ψυχή ικανοποιώντας την ανάγκη να διαθέσουν το πλεόνασμά τους προκαλούν υπερχείλιση και δημιουργούν ο Νους την Ψυχή και η Ψυχή τον κόσμο της ύλης. Στην περίπτωση όμως της Ψυχής υπάρχει ο κίνδυνος της αλλοτρίωσης της θείας καταγωγής της και αυτό γιατί η Ψυχή γίνεται η αιτία ώστε να προέλθει το υλικό σύμπαν. Το υλικό σύμπαν είναι διαφορετικής ποιότητας από τον άυλο χαρακτήρα της Ψυχής, από τον οποίο κινδυνεύει να διαβρωθεί και να χάσει την συγγένεια που έχει με τον Νου και κατ’ επέκταση με το Εν.
Μέγα Ερώτημα
Γιατί η Ψυχή θα έπρεπε να συντελέσει στην δημιουργία του κόσμου της ύλης; Αφού στέκεται αυτό εμπόδιο στην επιστροφή της προς την πηγή; Και από την άλλη, γιατί δεν επιχείρησε ότι και ο Νους; δηλ. να δημιουργήσει έναν υποδεέστερο απ’ αυτήν κόσμο άυλο όμως, ώστε να μην κινδυνεύει; Έτσι δεν θα έχανε την συγγένειά της προς το Νου και θα μπορούσε να επιστρέψει στο Εν, τον Θεό.
Αν γινόταν αυτό όμως δεν θα υπήρχε τίποτε από τα αισθητά όντα που βλέπουμε γύρω μας και κατά συνέπεια, ούτε ο άνθρωπος. Σ’ αυτήν την περίπτωση όμως, χωρίς δηλ. τα αισθητά όντα και χωρίς τον άνθρωπο, θα ήταν ελλιπής η δημιουργία και θα παρέμενε ημιτελής. Αντίθετα η Ψυχή αφήνοντας την δημιουργική δύναμή της να εξαπλωθεί στην ύλη συνέβαλε στην ολοκλήρωση της δημιουργικής πορείας, που ξεκίνησε από το Εν και συνεχίστηκε από το Νου. Όπως λέει ο Πλωτίνος η ψυχή «στάλθηκε από τους θεούς» για να ολοκληρώσει το δημιουργικό έργο τους.
Η απορία
Πως γίνεται όμως από τη μια η Ψυχή που παίζει αποφασιστική σημασία στην ολοκλήρωση της δημιουργίας, σαν ανταμοιβή να κινδυνεύει να χάσει την επαφή της με το Νου και κατ’ επέκταση με το Εν; Στην εύλογη αυτή σπορία, ο Πλωτίνος λέει πως εκπληρώνοντας την δημιουργική της αποστολή η Ψυχή, να διαθέσει την πλεονάζουσα ουσία για την δημιουργία του κόσμου, υπεύθυνη γι’ αυτό είναι η ίδια η συμπεριφορά της δηλ. η τόλμη και η αλαζονεία είναι κατά τον Πλωτίνο οι αιτίες του κινδύνου της. Γιατί η Ψυχή αφού απορρέει από το Εν είναι αθάνατη, διατρέχει τον κίνδυνο όμως εξαιτίας της συνάφειας της με την κόσμο της ύλης. Σύμφωνα με το σχέδιο της κοσμικής δημιουργίας, η αποστολή της Ψυχής είναι να μπει στο πεδίο της πρώτης ύλης να την αναβαθμίσει και αναβαθμίζοντας την να την μετατρέψει στον αισθητό υλικό κόσμο. Αν το κάνει αυτό και «επιστρέψει γρήγορα, δεν υφίσταται καμιά βλάβη».
Τόλμη και αλαζονεία
Κατά την επαφή της Ψυχής με την πρώτη ύλη μπορεί να μην αρκεσθεί απλά σ’ αυτό. Γιατί παρασυρόμενη από την υπεροχή της απέναντι στην άμορφη ύλη και γινόμενη η πρώτη ύλη υποχείριο των διαθέσεων και προθέσεων της Ψυχής, δύναται η Ψυχή να πιστέψει ( δίνοντας μορφή στην άμορφη ύλη), ότι δρα σαν ένας αυτόνομος δημιουργός και όχι σαν μια εντεταλμένη οντότητα που έχει μια αποστολή. Μαγεμένη από την κυριαρχία της στην ύλη, από την αλαζονεία ερωτεύεται τον εαυτό της. Μέσα στην αυταρέσκειά της λησμονεί να επιστρέψει στην πηγή της.
Το τίμημα
Το τίμημα είναι να συνταυτιστεί με την ύλη και να δεθεί στην μοίρα του υλικού κόσμου που είναι η φθορά, η διάλυση και η καταστροφή. Επειδή όμως η Ψυχή έχει Θεία καταγωγή μπορεί πάντοτε και έχει την δυνατότητα να επιστρέψει στην πηγή της όσο και αν διαβρωθεί από τον υλικό κόσμο.
Η ΝΕΟΠΛΑΤΩΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΗΣ ΡΩΜΗΣ
Ο Πορφύριος είναι ο εκφραστής της Νεοπλατωνικής σχολής της Ρώμης. Κεντρικό στοιχείο της διδασκαλίας του Πορφύριου είναι η σωτηρία της ψυχής, που όπως λέει μπορεί να επιτευχθεί με έκσταση. Τέτοια εμπειρία έκστασης αναφέρεται πως είχε 4 φορές ο Πλωτίνος και μία φορά ο Πορφύριος σε βαθιά γεράματα.
Η έκσταση
Με την έννοια έκσταση ο Πορφύριος εννοούσε να είναι συγχρόνως κανείς ο εαυτός του και να μην είναι ο εαυτός του. Αυτό ακούγεται αντιφατικό και φαντάζει αδύνατο. Ο Πλωτίνος για να ξεπεράσει αυτή την αντίφαση, εφάρμοσε μια μέθοδο που αποτελεί έναν από τους βασικούς άξονες της διδασκαλίας του. Η μέθοδος λέει πως προκειμένου να γεφυρωθούν οι δύο διαφορετικές υποστάσεις του ανθρώπου δηλ. να είσαι ο εαυτός σου και να μην είσαι ο εαυτός σου, θα πρέπει να προστεθεί μια άλλη υπόσταση σαν συνδετικός κρίκος. Αυτό εκφράζει την διδασκαλία μιας τριαδικότητας που προαναφέραμε στα προηγούμενα κεφάλαια. Δηλ. Μεταξύ της Ψυχής και του Ενός παρεμβλήθηκε ο Νους. Όπως και μεταξύ του Νου και του αισθητού κόσμου παρεμβλήθηκε η Ψυχή. Και μεταξύ της Ψυχής και της ύλης παρεμβλήθηκε ο αισθητός κόσμος, μιας και η ύλη στερείται οποιασδήποτε αισθητής μορφής.
Ο διαχωρισμός της Ψυχής
Είχαμε πει πως η Ψυχή διακρίνεται σε δύο επίπεδα μέσα στον άνθρωπο την κατώτερη, που συνδέεται με το σώμα και την ανώτερη Ψυχή. Σύμφωνα λοιπόν με τον Πλωτίνο η κατάσταση της έκστασης υπερβαίνει το κατώτερο στοιχείο της Ψυχής. Με αυτήν την έννοια, μπορεί να βρεθεί κάποιος έξω από τον εαυτό του και συγχρόνως να βρίσκεται στο ανώτερο μέρος της Ψυχής, Δηλ. έξω από τον εαυτό του (κατώτερη ψυχή) και να είναι ο εαυτός του (ανώτερη ψυχή). Ο Πορφύριος αντικατέστησε την έννοια του Πλωτίνου περί ανώτερης και κατώτερης Ψυχής, με την διάκριση της Ψυχής σε:
(α) υπόσταση- ουσία και
(β) σε ενέργεια ή σύνολο ενεργειών.
Ο άνθρωπος με αυτόν τον διαχωρισμό μοιράζεται δύο μορφές ζωής
(α) την Ψυχή καθαυτή ως υπόσταση και
(β) την Ψυχή ως ενέργεια, που ενεργεί και είναι συνυφασμένη με το σώμα.
Έτσι η υπέρβαση και η εγκατάλειψη της ζωής του σώματος που διέπεται από την ενέργεια της ψυχής παύει να είναι ο εαυτός της, βιώνοντας την Ψυχή ως υπόσταση καθεαυτή, παραμένει στον εαυτό της.
Ερώτημα
Με ποιο τρόπο ο άνθρωπος μπορεί να φθάσει στην κατάσταση της έκστασης, είτε όπως την εξηγεί ο Πλωτίνος ή Πορφύριος; Όταν χωρίζει η ψυχή από το σώμα είναι δυνατό να επιτευχθεί ο έκσταση. (Σύμφωνα με αυτά που είπαμε ποιο πάνω). Όμως αυτό οδηγεί στον θάνατο. Αυτό είναι θάνατος.
Θάνατος και φιλοσοφία.
Κατά τον Πλάτωνα και πολλών γνωστών φιλοσόφων, η φιλοσοφία αναδεικνύεται σε μελέτη θανάτου. Όλοι οι φιλόσοφοι μιλούν για την προετοιμασία που θα πρέπει να έχει ο άνθρωπος να υποδεχθεί τον θάνατο με ανακούφιση, όποτε και αν έλθει αυτός. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα η αναζήτηση της αλήθειας εμποδίζεται από το σώμα, τον αισθητό κόσμο. Οι αισθήσεις μας παραπλανούν και μας παρασύρουν σε παραισθήσεις και ψευδαισθήσεις, έτσι μας αποκλείουν από την αλήθεια και τη γνώση της αρετής. Ο μόνος τρόπος για να ανακαλύψεις την αλήθεια και την γνώση της αρετής, πετυχαίνεται με τον φυσικό θάνατο. Έτσι αποδεσμεύεται η ψυχή από το σώμα και την επιρροή των αισθήσεων. Οι φιλόσοφοι το γνώριζαν αυτό και προετοιμάζονταν για τον θάνατο τους και δεν έπαυαν ούτε στιγμή να μην το φέρνουν στο μυαλό τους. Η πλειοψηφία του κόσμου αντιμετωπίζει τον θάνατο ως συμφορά. Αυτό δεν σήμαινε φυσικά ότι θα πρέπει να επιδιώξουμε να αυτοκτονήσουμε όπως εισηγήθηκαν κάποιοι οπαδοί της στωικής φιλοσοφίας.
Ζωντανός (φιλοσοφικός) θάνατος ;
Όμως ο Πορφύριος και ο Πλωτίνος αναφέρθηκε και σε ένα άλλο είδος θανάτου, που υπάρχει εντός των ορίων της ζωής. Έτσι υπάρχουν δυο μορφές θανάτου: ο φυσικός θάνατος όπου αποδεσμεύεται το (1)σώμα από την (2) ψυχή. Και ο θάνατος των φιλοσόφων: όπου αποδεσμεύεται (2)η ψυχή από το (1) σώμα. «Ο ένας θάνατος δεν συνεπάγεται τον άλλον»
Σε κάθε μια από τις δύο περιπτώσεις θα πρέπει να επιδιώκει ο άνθρωπος αυτήν την κατάσταση. Όμως είναι διαφορετικός ο χειρισμός για τον κάθε θάνατο που αναφέραμε. Ο φιλοσοφικός θάνατος κατ’ αρχήν είναι θέμα επιλογής και απαιτείται ειδική άσκηση και πάλι λίγοι θα τα καταφέρουν. Ο φυσικός θάνατος είναι μια κατάσταση φυσική. Κάθε ζωντανός οργανισμός υπόκειται στην διαδικασία του φυσικού θανάτου. Τόσο ο Πλωτίνος όσο και ο Πορφύριος συμφωνούν στα για τα δύο είδη θανάτου. Ο Πλωτίνος υποστήριξε λοιπόν πως αποκλειστικά από την άσκηση της φιλοσοφίας μπορεί κάποιος, ενώ βρίσκεται στην ζωή να εξασφαλίσει και να βιώσει την κατάσταση έκστασης. Για τον Πορφύριο όμως, και όπως λέει ο ίδιος μπορεί να συμβάλει η Θεουργία στην έκσταση.
Η θεουργία στην φιλοσοφία
Η θεουργία είναι συνυφασμένη με τους Χαλδαϊκούς χρησμούς, ή τα Χαλδαϊκά λόγια. Αυτά αποδίδονται σε κάποιον Ιουλιανό που για την ζωή του δεν υπάρχουν πολλές αναφορές. Έζησε στην εποχή του Μ. Αυρήλιου και ήταν γιος «Χαλδαίου φιλοσόφου» που λεγόταν και αυτός Ιουλιανός. Στους χρησμούς αυτούς εκτός από περιγραφές για την λατρεία προς τους Θεούς, υπάρχουν συνταγές μαγείας για την επίκληση των Θεών και άλλα. Ο Ιουλιανός υποστήριζε πως του παραδόθηκαν από τους Θεούς.
Η θεουργία βοηθάει στην επίτευξη των στόχων και του έδινε την δυνατότητα να ξεφύγει από την ειμαρμένη. Ακόμα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σαν ένα σύστημα μαντικής. Όλα αυτά επιτυγχάνονταν χάρη στην παρουσία των Θεών μέσα σε γήινα όντα. Διακρίνονται σε δύο κατηγορίες:(α) η μία σε όντα που ανήκουν στο φυτικό, ζωικό βασίλειο και στο κόσμο των μετάλλων. Από εδώ βγαίνουν και οι διάφορες απεικονίσεις διαφόρων Θεών με συγκεκριμένα ζώα, φυτά και μέταλλα. (β) Η άλλη κατηγορία σε ανθρώπινα όντα. Η πρώτη ονομάζεται τελεστική διαδικασία και όπου συμπεριλαμβάνονται και ανθρώπινα κατασκευάσματα. Ενώ η δεύτερη πνευματική θεουργία.
Τελεστική
Με την βοήθεια βοτάνων, λίθων, αρωμάτων, φυλάκιζαν ψυχές δαιμόνων, ηρώων ή αγγέλων, που εξασφάλιζαν μέσω αυτών την παρουσία Θεών. Οι θεουργοί επικαλούνταν την θεϊκή δύναμη τους και μπορούσαν να προβλέπουν το μέλλον, να θεραπεύουν ή να προκαλούν ασθένειες και άλλα.
Πνευματική
Η δεύτερη διαδικασία κύριο χαρακτηριστικό της ήταν ο άνθρωπος σαν οντότητα που δεχόταν τον Θεό. Όπως συμβαίνει στην τελεστική διαδικασία. Η διαδικασία δεν ήταν εύκολη ούτε γινόταν αυτόματα. Απαιτούνταν η συνδρομή του θεουργού που ονομαζόταν «κλήτωρ», ο οποίος καλούσε η εξανάγκαζε τον Θεό να εισέλθει στο σώμα ενός ανθρώπου που γινόταν μέντιουμ, δηλ. γινόταν ο ενδιάμεσος μεταξύ Θεού και θεουργού. Πριν γίνει όμως αυτή η διαδικασία ο θεουργός και το μέντιουμ υποβαλλόταν σε καθαρμό με φωτιά και νερό.
Η ανάπτυξη της θεουργίας
Στην αρχή η θεουργία αναπτύχθηκε στους κόλπους της θρησκείας και αργότερα μέσα στην κοινωνία τους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες. Ήταν τόσο πολύ διαδεδομένο που κυριαρχούσε σε κάθε σπίτι της εποχής εκείνης. Η θεουργία εισήχθηκε στην αρχή στην Ρώμη για να εδραιωθεί αργότερα στην Νεοπλατωνική σχολή της Συρίας. Ο Πλωτίνος υποστήριζε πως η θεουργία μπορεί να έχει εφαρμογή στον αισθητό κόσμο δηλ. στο σώμα και το κατώτερο μέρος της ψυχής. Ενώ το ανώτερο μέρος της Ψυχής μένει ανεπηρέαστο.
Η έκσταση
Η σωτηρία της Ψυχής για τον Πλωτίνο μπορεί να εξασφαλισθεί μέσα από την έκσταση. Για να επιτευχθεί αυτό χρειάζεται εσωτερική πειθαρχία και νοητική λειτουργία του ανώτερου μέρους της Ψυχής. Την ίδια άποψη έχει και ο Πορφύριος όσο καιρό ήταν κοντά στον δάσκαλο του. Ο Πορφύριος αμφισβητώντας την αποτελεσματικότητα της θεουργίας, παρατήρησε την ματαιότητα της επίκλησης στους Θεούς. Αργότερα ο Πορφύριος χωρίς να αποποιηθεί τις απόψεις του Πλωτίνου, προσπαθεί να την συνδυάσει με την θεουργία. Πίστευε πως οι τελετές μυσταγωγίας, καθάριζαν την ψυχή του ανθρώπου από ασχήμιες και μπορούν να τον προετοιμάσουν. Πάντως η θεουργία αποτελεί ένα στάδιο πριν την φιλοσοφία. Κύριος εκπρόσωπος της θεουργίας ήταν ο Ιάμβλιχος που πίστευε στην αποτελεσματικότητα της μαγείας και της θεουργίας.
Η ΝΕΟΠΛΑΤΩΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΗΣ ΣΥΡΙΑΣ
Ιδρυτής της Συρίας είναι ο Ιάμβλιχος. Αγαπούσε πολύ τους μαθητές του και αυτοί του ήταν αφοσιωμένοι. Κάποτε συνέβη ένα περιστατικό στα Γάδαρα της Γαλιλαίας. Στην παρότρυνση των μαθητών του να τους δείξει τις θείες δυνάμεις του πήγε σε μια πηγή που λεγόταν πηγή του Έρωτα. Βάζοντας το χέρι του μέσα στο νερό τράβηξε έξω ένα ξανθό αγόρι με λευκή επιδερμίδα και γεμάτο λάμψη στην συνέχεια πήγε στην διπλανή πηγή του Αντέρωτα με τον ίδιο τρόπο βάζοντας το χέρι του στο νερό έβγαλε ένα μελαχρινό αγόρι με σκούρα επιδερμίδα που εξέπεμπε την ίδια φωτεινή ακτινοβολία με το άλλο αγόρι Και τα δύο αγόρια έτρεξαν και τον αγκάλιασαν σα πραγματικό τους πατέρα. Συμβολικά τα δύο αγόρια είναι οι δύο πλευρές του εαυτού μας. Το άφθαρτο και το φθαρτό μέρος του εαυτού μας. Η συνύπαρξη των δύο εαυτών μας συμβολίζει την αλληγορία του Έρωτα και του Αντέρωτα.
Η μόλυνση της Ψυχής
Ο Ιάμβλιχος έλεγε πως η πραγματικότητα δεν είναι μονοδιάστατη αλλά υπάρχουν πολλά ενδιάμεσα επίπεδα που προήλθαν δια απορροής του ενός από το άλλο παράλληλα στις τρεις βασικές υπόστασεις Εν- Νους- Ψυχή που προσδιόρισε ο Πλωτίνος για την δημιουργία του σύμπαντος. Ο Ιάμβλιχος υπέθεσε μια ακόμη υπέρτατη αρχή πάνω από το Εν την αρχή: Άρρητον.
Ο Ιάμβλιχος αντιπαράθεσε την ύλη λέγοντας πως είναι η μόνιμη μόλυνση από αυτήν και τίποτα καλό δεν μπορεί να προέλθει από αυτήν. Ο ρόλος της ύλης όμως στην δημιουργία του αισθητού κόσμου παρόλα αυτά υπήρξε θετικός.
Η ύλη καθεαυτή δεν έχει καμιά μορφή είναι τελείως στερημένη και σκοτεινή. Με την είσοδο της Ψυχής η άμορφη μάζα της ύλης εξελίχθηκε στον κόσμο των αισθητών πραγμάτων. Η Ψυχή μετέφερε τις αγαθοεργές δυνάμεις του Νοητού κόσμου στην περιοχή της ύλης και βάση αυτών δημιουργήθηκε ο αισθητός κόσμος. Έτσι λοιπόν στην περίπτωση του ανθρώπου, η ένωση της ψυχής με το σώμα επιφέρει σε αυτήν «βαρύτητα και μιασμό», «ηδυπάθεια» και άλλα «νοσήματα». Αυτό είναι μια γενική θέση του νεοπλατωνισμού, μόνο που οι απόψεις του Ιάμβλιχου δεν συμπίπτουν πλήρως.
Τρία είδη ψυχών
Για τον Ιάμβλιχο υπάρχουν τρία είδη ψυχών: Οι καθαρές ψυχές, που είναι αυτές που προήλθαν με την διαδικασία της απορροής. Αυτές οι ψυχές όταν αισθάνονται την ανάγκη να κατέλθουν στο επίπεδο της ύλης, τότε εισέρχονται σε αντίστοιχα σώματα, για να βοηθήσουν με την παρουσία τους άλλες κατώτερες ψυχές. Οι άλλες δύο κατηγορίες ψυχών υφίστανται λόγω της ένωσης με την ύλη και η μόλυνση που τους προκαλεί αυτή. Αυτές είναι ψυχές που έρχονται στην περιοχή της ύλης γιατί έχουν την ανάγκη να ασκηθούν και να βελτιωθούν, είτε γιατί έχουν διαπράξει αμαρτήματα και επανέρχονται στην ζωή για ν δοκιμασθούν και να τιμωρηθούν.
Η επιστροφή
Και τα τρία είδη ψυχών έχουν κάποιο λόγο για να κατέλθουν στην ύλη, μόνο που οι καθαρές ψυχές αποφασίζουν αβίαστα και ελεύθερα να κατέλθουν στην ύλη. Πάντως σε κάθε περίπτωση κατηγορίας ψυχών μπορούν να επανέλθουν στο βασίλειο του νου και από εκεί να κατευθυνθούν στο Θείο. Για τον Ιάμβλιχο το ταξίδι αυτό της επιστροφής δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί με τις νοητικές δυνάμεις τους, όπως έλεγε ο Πλωτίνος και ο Πορφύριος, αλλά με την θεουργία.
Οι διαφορές
Ο Πλωτίνος και ο Πορφύριος ισχυρίστηκαν πως η ψυχή εισέρχεται μόνο με ένα τμήμα της στο σώμα, ενώ ο Ιάμβλιχος ισχυριζόταν πως η ψυχή εισερχόταν ολοκληρωτικά στο σώμα. Επόμενο ήταν ο Πλωτίνος και ο Πορφύριος να εισηγηθούν από τη μια πλευρά έναν διαφορετικό τρόπο σωτηρίας της ψυχής και έναν άλλον τρόπο από την άλλη ο Ιάμβλιχος.
Συμπεράσματα για την σωτηρία της ψυχής από τους Πλωτίνο, Πορφύριο, Ιάμβλιχο.
Ο Πλωτίνος παρατήρησε πως το κατώτερο μέρος της ψυχής υπόκειται στις βλαβερές επιρροές της ψυχής, ενώ το ανώτερο μέρος μένει ανεπηρέαστο από τις υλικές επιδράσεις. Ο Πορφύριος θεώρησε ότι σε αντίθεση προς τις ενέργειες της ψυχής που είναι συνυφασμένες με το σώμα και την ύλη, η ουσία της παραμένει απρόσβλητη. Τόσο ο Πλωτίνος όσο και ο Πορφύριος υποστήριξαν της σωτηρία της ψυχής, μόνο αν αυτή αποκοπεί από το σώμα ή τον υλικό κόσμο. Για την απαγκίστρωση της ψυχής από την ύλη- σώμα, αποκλειστικός υπεύθυνος είναι ο άνθρωπος. Αυτό για τον Πλωτίνο σημαίνει πως ο άνθρωπος υπερβαίνοντας τα όρια του κατώτερου τμήματος του, αποφασίζει να πειθαρχήσει στην νοητική λειτουργία του ανώτερου τμήματος του.
Ο Πορφύριος υιοθέτησε την άποψη του Πλωτίνου και υποστήριξε πως αν ο άνθρωπος υπερβεί τις ενέργειες της ψυχής του, που είναι συνυφασμένες με το σώμα ή την ύλη, και πειθαρχήσει στην νοητική λειτουργία της ουσίας της ψυχής, επέρχεται η σωτηρία της ψυχής. Αυτό για τον Πορφύριο σημαίνει πως η σωτηρία της ψυχής είναι έργο του φορέα της. Ποιο συγκεκριμένα είναι προϊόν της πειθαρχίας του στην νοητική λειτουργία της ουσία της ψυχής. Ο Πορφύριος αργότερα πείστηκε πως για να φτάσει ο άνθρωπος στην πειθαρχία στην νοητική λειτουργία της ουσία της ψυχής, μπορεί να προετοιμαστεί με την άσκηση της θεουργίας.
Ο Ιάμβλιχος προχωρώντας περισσότερο παρατήρησε, ότι η θεουργία δεν είναι μόνο ένα στάδιο προετοιμασίας αλλά είναι το κύριο και αποκλειστικό μέσο για την επίτευξη της επιστροφής της ψυχής στο Θείο. Ο Ιάμβλιχος αιτιολογεί αυτή του τη σκέψη δίνοντας μας μια εικόνα του σύμπαντος, όπου συνέδεε τον νοητό κόσμο με τον άνθρωπο και την ύλη. Σε αυτό τον κόσμο εδρεύουν ανώτερες οντότητες και τα κρείττονα γένη, που περιλαμβάνονται: Οι Θεοί, οι Αρχάγγελοι, οι Άγγελοι, οι Δαίμονες, οι Ήρωες και οι καθαρές ψυχές. Εισηγήθηκε ορισμένως την θεωρία των ενδιάμεσων όρων. Σύμφωνα με την οποία στους όρους που δηλώνουν δύο οντότητες ή δύο κόσμους, παρεμβάλλεται ως συνδετικός κρίκος ένας τρίτος όρος, ή οντότητα ή κόσμος. Έτσι υπάρχει μια μεγάλη αλυσίδα που ενώνει τα πάντα.
Η ΝΕΟΠΛΑΤΩΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ
Έδρα της νεοπλατωνικής σχολής των Αθηνών ήταν η Ακαδημία που είχε ιδρύσει ο Πλάτωνας. Η ιστορία της Ακαδημίας του Πλάτωνα διακρίνεται σε 6 περιόδους. Στην τελευταία την 6η περίοδο στους κόλπους της σχολής ιδρύθηκε από τον Πλούταρχο τον Αθηναίο η νεοπλατωνική σχολή των Αθηνών. Πρωτεύοντα ρόλο σε αυτήν έπαιξε ο Πρόκλος.
Η ιδιαίτερη θέση που κατέχει στην ιστορία της φιλοσοφίας δεν οφείλεται μόνο από τις πρωτότυπες ιδέες που διαπνέεται το έργο του όσο και από τον τρόπο που παρουσιάζεται στα συγγράμματα του η διδασκαλία του νεοπλατωνισμού. Σύμφωνα με αυτήν η εξέλιξη και η ύπαρξη του κόσμου ερμηνεύεται κατά κυκλικό και τριαδικό τρόπο.
Η αμφισβήτηση
Ο Πρόκλος σχετικά αμφισβήτησε την υπόθεση του Ιάμβλιχου για την ύπαρξη μιας πέραν του ενός άρρητης αρχής. Αντί αυτής αντιπαρέβαλε την παραδεδομένη αρχή της διδασκαλίας του νεοπλατωνισμού, που σύμφωνα με αυτήν η ύψιστη αρχή είναι το Εν.
Αν ο Πρόκλος αμφισβήτησε τον Ιάμβλιχο για την ύπαρξη μιας πέραν της μίας άρρητης αρχής, επηρεάστηκε σε πολλά άλλα σημεία της διδασκαλίας του από τον ιδρυτή της νεοπλατωνικής σχολής της Συρίας.
Η δημιουργία του κόσμου
Η δημιουργία του κόσμου ξεκίνησε από την κυκλική αναδίπλωση του Ενός και εκδηλώθηκε σε τρεις φάσεις. Την μονή, την πρόοδο και την επιστροφή.
1) Στην πρώτη φάση την μονή, το Εν βρίσκεται συγκεντρωμένο στον εαυτό του.
2) Το Εν στο στάδιο της προόδου εγκαταλείπει την κατάσταση της απομόνωσης του, και δημιουργείται μια σειρά υπερευαίσθητων οντοτήτων, που είναι πηγές του αγαθού και της πρόνοιας.(Οι ενάδες).
3) Στην τρίτη φάση συντελείται η επιστροφή των ενάδων στην πηγή τους στο Εν.
Σύμφωνα με τον Πρόκλο, η θεότητα που υπάρχει στο Εν, και διαμέσου των διαφόρων υποστάσεων και των επιμέρους οντοτήτων τους, μεταφέρεται σε κάθε γήινη ύπαρξη. Αποτέλεσμα όλα τα πράγματα τα οποία συγκροτούν τον αισθητό κόσμο να είναι έμπλεα θεών. Αυτό σημαίνει την παρουσία των Θεών σε κάθε πτυχή του αισθητού κόσμου. Αυτό γίνεται κατανοητό από τον θεουργό που μέσω της χρήσης ορισμένων λίθων, βοτάνων, απόκρυφων συμβόλων να τελούν πράξεις μυσταγωγίας προκειμένου να πετύχουν την σωτηρία της ψυχής.
Ο Πρόκλος ευθυγραμμίζεται με την θέση του Ιάμβλιχου και τον δάσκαλο του Συριανό σχετικά με την θεουργία.
Η ΝΕΟΠΛΑΤΩΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ
Η σχολή της Αλεξάνδρειας αν και δεν έχει μεγάλη διάρκεια ζωής, εν τούτοις έχει μια αξιοσέβαστη ιστορία. Σε αντίθεση με την σχολή της Αθήνας, η σχολή της Αλεξάνδρειας επικεντρώθηκε στην μελέτη της φιλοσοφίας, των μαθηματικών και άλλων επιστημών, αποφεύγοντας να ασχοληθεί με την θεουργία και μαγεία. Στους κόλπους της νεοπλατωνικής σχολής της Αλεξάνδρειας παράλληλα με τους εθνικούς εκπροσώπους της έδρασαν και πρόσωπα με χριστιανική πίστη. Το περίεργο ήταν πως εκείνη την εποχή οι ειδωλολάτρες διανοούμενοι αντιμετωπίζονταν θετικά από τους χριστιανούς ομολόγους τους. Παρά την εκτίμηση των χριστιανών διανοούμενων της εποχής, που έτρεφαν στους εθνικούς φιλοσόφους, ιδιαίτερα στο πρόσωπο της Υπατίας όπως ήταν ο χριστιανός Συνέσιος, η τελευταία βρήκε τραγικό θάνατο από όχλο χριστιανών, τυφλωμένο από θρησκευτικό φανατισμό διαμέλισε το σώμα της και στην συνέχεια την έριξε στη πυρά.
(Μια επιτομή του βιβλίου του Πελεγρίνη Θεοδόση, εκδόσεις: Ελληνικά Γράμματα, 2003)