Διοργανικό εγχειρίδιο σύνταξης κειμένων / Συμβατικοί κανόνες για την ελληνική γλώσσα / Οδηγίες για την παρουσίαση των κειμένων
1. Στίξη (Τελεία , Κόμμα , Ανω τελεία , Διπλή τελεία , Παρένθεση , Αγκύλες , Εισαγωγικά , Διπλή παύλα , Αποσιωπητικά , Κάθετος)
1. Στίξη
Eίναι η θέση στιγμών και άλλων σημείων που έχουν ως σκοπό την ευκολότερη κατανόηση του κειμένου. Η στίξη βασίζεται στη σύνταξη και επομένως απαιτεί σκέψη και συντακτική ανάλυση των προτάσεων. Χωρίς να εξετασθούν λεπτομερώς όλες οι περιπτώσεις στίξεως (εδώ θα ήταν αδύνατον), συνιστάται να ακολουθούνται οι εξής βασικοί κανόνες:
1.1. Τελεία
Η τελεία στιγμή χωρίζει μέρη του γραπτού λόγου που αποτελούν πλήρες νόημα. Η τελεία αποφεύγεται σε τίτλους, επιγραφές και επικεφαλίδες.
1.2. Κόμμα
Το σημείο στίξεως που δυσκολεύει περισσότερο είναι το κόμμα (κόπτω), επειδή η λειτουργία του είναι πολύπλοκη, μερικές φορές φαινομενικά αντιφατική. Εάν τις περισσότερες φορές σε λογοτεχνικά κείμενα η χρήση του κόμματος εξυπηρετεί και το προσωπικό ύφος του συγγραφέα, σε κείμενα επιστημονικού και διοικητικού χαρακτήρα είναι απαραίτητο να ακολουθούνται οι σχετικοί βασικοί κανόνες.
Το κόμμα χρησιμεύει για να χωρίζονται:
Ι. Μέσα στην πρόταση:
α) Όμοιοι ασύνδετοι όροι, δηλαδή υποκείμενα, αντικείμενα, κατηγορούμενα, προσδιορισμοί κλπ.: Η επιτροπή για τα δικαιώματα της γυναίκας, η επιτροπή κοινωνικών υποθέσεων και η επιτροπή αναφορών εξέδωσαν θετική γνωμοδότηση. Οι βουλευτές εξέτασαν τις εκθέσεις, τις γνωμοδοτήσεις, τις επιστολές και τις ανακοινώσεις.
β) Οι μετοχικές προτάσεις, όταν είναι επεξηγήσεις ή όταν είναι πολύ μεγάλες: Με τέτοιο τρόπο κυβερνούν, φιμώνοντας τους αντιφρονούντες. Διαβάζοντας μανιωδώς όλα τα δημοσιεύματα για το θέμα αυτό, έγινε αυθεντία.
Αλλά: Τρώγοντας έρχεται η όρεξη. Γράφοντας μαθαίνεις.
γ) Τα ρήματα που έχουν το αυτό υποκείμενο, όταν είναι ασύνδετα, χωρίζονται με κόμμα: Ο πρόεδρος κάλεσε το προεδρείο σε συνεδρίαση, έστειλε τις προσκλήσεις, διαβίβασε τα σχετικά έγγραφα στα μέλη, έκανε διαβήματα προς το Συμβούλιο και την Επιτροπή για τη διευθέτηση του ζητήματος.
δ) Χωρίζονται με κόμματα δύο ή περισσότερα επίθετα που αναφέρονται στο ίδιο ουσιαστικό: Οι καλοκάγαθοι, εργατικοί, αφιλοκερδείς χωρικοί τον υποδέχθηκαν με καλοσύνη.
Όταν όμως το τελευταίο επίθετο αποτελεί με το ουσιαστικό μια έννοια την οποία προσδιορίζει το προηγούμενο επίθετο, τότε τα δύο επίθετα δεν χωρίζονται με κόμμα: Το μεγάλο πράσινο βιβλίο. Το ψηλό ξύλινο σπίτι.
ε) Χωρίζεται με κόμμα η κλητική προσφώνηση: Αξιότιμε κύριε, σας εκφράζουμε … Σου το είχα πει, αγαπητή μου, αλλά δεν το έλαβες υπόψη.
στ) Χωρίζονται με κόμμα τα αρνητικά ή βεβαιωτικά μόρια στην αρχή της πρότασης: Ναι, θα επιστρέψω γρήγορα. Όχι, δεν θα σου το πω. Βέβαια, έχει ήδη γραφεί.
ζ) Χωρίζεται με κόμματα η παράθεση ή η επεξήγηση: Παρενέβησαν ο κ. Γεωργίου, πρόεδρος της Επιτροπής, ο κ. Νικολάου, αντιπρόεδρος, ο κ. Βασιλείου, μέλος του προεδρείου.
η) Χωρίζονται με κόμμα οι όροι της πρότασης που συνδέονται με τους συνδέσμους ή, είτε, μήτε, oύτε, όταν είναι περισσότεροι των δύο: Ούτε ο πρόεδρος, ούτε οι αντιπρόεδροι, ούτε οι κοσμήτορες ήταν παρόντες στη συνεδρίαση.
Όταν οι όροι της πρότασης συνδέονται με τους ανωτέρω συνδέσμους, δεν χρειάζεται κόμμα: Το κείμενο να διαβιβασθεί στην επιτροπή νομικών θεμάτων ή στην επιτροπή κοινωνικών υποθέσεων.
ΙΙ. Μέσα στην περίοδο:
α) Χωρίζονται με κόμμα οι κύριες αντιθετικές προτάσεις, όταν συνδέονται με αντιθετικούς συνδέσμους: Εγώ μεν το είπα, αλλά εσύ δεν το έλαβες υπόψη. Θέλω, μα δεν μπορώ.
Όταν όμως δεν αντιτίθενται προτάσεις, αλλά η αντίθεση βρίσκεται μέσα σε έναν όρο της προτάσεως, τότε δεν χρειάζεται κόμμα: Η αντιπροσωπεία που μετέβη στην Αθήνα ήταν ολιγομελής αλλά αποτελεσματικότατη.
β) Χωρίζονται με κόμμα οι δευτερεύουσες προτάσεις, εκτός εάν αποτελούν αντικείμενο ή υποκείμενο ρήματος (απόδοση παλαιού απαρεμφάτου ή κατηγορηματικής μετοχής): Θέλω να πω.
Χωρίς κόμμα, διότι το «να πω» είναι αντικείμενο του θέλω. Απόδοση του παλαιού απαρεμφάτου («βούλομαι ειπείν»). Ντρέπομαι να λέω τα ίδια και τα ίδια. [«Να λέω», χωρίς κόμμα, διότι είναι απόδοση κατηγορηματικής μετοχής («αισχύνομαι λέγων»).] Ελπίζω ότι κατά την προσεχή συνεδρίαση θα ληφθεί επιτέλους μια απόφαση.Οι αθλητές που αγωνίζονται στο στάδιο είναι Έλληνες.
γ) Οι συμπερασματικές προτάσεις χωρίζονται με κόμμα: Να ληφθούν μέτρα, ώστε …, Δεν είναι δειλή, να (= ώστε να) φοβάται το σκοτάδι.
δ) Οι ενδοιαστικές προτάσεις και οι ειδικές, και γενικώς όλες οι δευτερεύουσες προτάσεις, όταν είναι αντικείμενα, δεν χωρίζονται με κόμμα: Φοβούμαι μήπως δεν έλθει. Πρόσεχε μην πέσεις. Της είπαν πως ήρθε. Είδα ότι δεν το έγραψε ακόμη.
Όταν όμως δεν είναι αντικείμενα αλλά προσδιορισμοί ή επεξηγήσεις, τότε χωρίζονται με κόμμα: Του το είπα χίλιες φορές, ότι δεν πρέπει να ντύνεται τόσο ελαφρά.
Η ειδική πρόταση είναι επεξήγηση του αντικειμένου «το».
Σημείωση: Όταν η ειδική πρόταση προτάσσεται του ρήματος της κυρίας προτάσεως, τότε χωρίζεται με κόμμα.
Ότι κυκλοφορεί αυτή η φήμη, είναι γεγονός (= αυτό είναι γεγονός).
Ότι έχει σημειωθεί πλέον σημαντική πρόοδος, κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει (= αυτό κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει).
ε) Οι πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις δεν χωρίζονται με κόμμα. Είναι συνήθως αντικείμενο του ρήματος: Τον ρώτησε μήπως θέλει το βιβλίο του. Τον ρώτησε πότε θα γυρίσει. Ήθελε να μάθει τι έκρυβε στη βαλίτσα της.
Όταν οι πλάγιες προτάσεις προηγούνται του ρήματος, εκεί χρειάζεται κόμμα: Κατά πόσον είναι δυνατόν να σχηματισθεί κυβέρνηση, είναι δύσκολο να λεχθεί σήμερα (= αυτό είναι δύσκολο να λεχθεί σήμερα).
στ) Δεν χωρίζεται με κόμμα το υποκείμενο από το ρήμα, εκτός αν παρεμβάλλεται άλλη πρόταση ή προτάσεις· αν παρεμβάλλεται πρόταση, τότε χρειάζονται δύο κόμματα και όχι ένα. Τα κόμματα έχουν πολλές φορές θέση παρενθέσεως (ποιος διανοήθηκε ποτέ να ανοίξει χωρίς να κλείσει παρένθεση ή το αντίστροφο;): Ο πρόεδρος πρέπει να λάβει αμέσως απόφαση επί του θέματος αυτού. Ο πρόεδρος, τόνισε ο κ. Γιαννόπουλος, πρέπει να λάβει αμέσως απόφαση επί του θέματος αυτού.
Υπάρχει όμως και άλλη περίπτωση κατά την οποία μπορεί το υποκείμενο «φαινομενικά» να χωρίζεται από το ρήμα. Αυτό συμβαίνει όταν έχουμε πολλά υποκείμενα ασύνδετα: βιβλία, τετράδια, χαρτιά, πένες, μολύβια, ήταν ριγμένα επάνω στο τραπέζι.
Όταν τεθεί κόμμα πριν από το ρήμα, υπάρχει συλλογικό, κατά το νοούμενο, υποκείμενο (όλα αυτά) και τα άλλα υποκείμενα αποτελούν την ανάλυση του υποκειμένου αυτού και έχουν έναντι του ρήματος το αυτό βάρος. Η στίξη αυτή δεν είναι, ωστόσο, υποχρεωτική. Όταν όμως τεθεί ο σύνδεσμος και μεταξύ του προτελευταίου και του τελευταίου υποκειμένου, δηλαδή πένες και μολύβια, τότε δεν είναι δυνατόν να τεθεί κόμμα πριν από το ρήμα.
ζ) Πολλοί πιστεύουν ότι προ του και δεν τίθεται κόμμα. Αυτό εξαρτάται από τη φύση του συνδέσμου.
Όταν είναι συνδετικός δεν χρειάζεται ασφαλώς κόμμα. Συνδέει όμοια πράγματα: Στοιχεία τέτοιου είδους έχουν πολύ σχετική αξία και πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή.
Όταν όμως, πριν από το και που συνδέει δύο προτάσεις, υπάρχει ένα και που συνδέει δύο όρους της πρώτης πρότασης, το κόμμα συνηθίζεται: Η επιτροπή εξέτασε το ιστορικό του ζητήματος, τις σχετικές εισηγήσεις και τις απόψεις των ενδιαφερομένων, και εξέδωσε θετική γνωμοδότηση.
Κόμμα χρησιμοποιείται επίσης πριν από το και όταν υπάρχει μια ασυνέχεια στη ροή του λόγου: Το χειρόγραφο πρέπει να είναι ευκρινές, και υπάρχουν σοβαροί λόγοι γι αυτό. Διαβάζει πολλά βιβλία, και τα βιβλία είναι το άλφα και το ωμέγα της γνώσης.
Στις περιπτώσεις αυτές υπάρχει σχεδόν πάντοτε αλλαγή υποκειμένου και συχνότατα μορφολογική ασυμμετρία των δύο προτάσεων (π.χ. στη σειρά υποκειμένου-ρήματος, στην αναφορά ή μη του υποκειμένου)· αντί του κόμματος μπορεί να χρησιμοποιηθεί παύλα ή άνω τελεία.
Όταν όμως είναι προσθετικός, τότε απαιτείται κόμμα: Στις εθνοτικές μειονότητες της Ευρώπης περιλαμβάνονται Βορειοαφρικανοί, και Τσιγγάνοι που έρχονται από τα ανατολικά κράτη.
Ο προσθετικός σύνδεσμος και μπορεί να αντικατασταθεί από: ακόμη και, καθώς και.
Υπάρχει και αντιθετικό και προ του οποίου χρειάζεται κόμμα: Η νομική επιτροπή συνέταξε το έγγραφο, και το παρουσίασε η επιτροπή αναφορών. (Δηλαδή η μεν νομική επιτροπή συνέταξε το έγγραφο, η δε επιτροπή αναφορών το παρουσίασε.)
η) Η δυσκολότερη όμως περίπτωση είναι η θέση ή μη κόμματος πριν από αναφορική πρόταση που ακολουθεί το υποκείμενο, επειδή η εσφαλμένη χρήση του κόμματος έχει ως αποτέλεσμα βασική λογική αλλοίωση του περιεχομένου του κειμένου: Τα κράτη μέλη που υπέγραψαν τη σύμβαση καλούνται σε διάσκεψη. (Η αναφορική πρόταση εδώ αποτελεί άμεσο και αναγκαίο προσδιορισμό του υποκειμένου. Καθορίζει ποια κράτη μέλη καλούνται σε διάσκεψη, δηλαδή όσα κράτη μέλη υπέγραψαν τη σύμβαση καλούνται σε διάσκεψη και όχι όλα.) Τα κράτη μέλη, που υπέγραψαν τη σύμβαση, καλούνται σε διάσκεψη. [Εδώ είναι δυνατόν να παραλειφθεί η αναφορική πρόταση χωρίς να αλλοιωθεί ουσιαστικά το νόημα, δηλαδή τα κράτη μέλη (όλα), που όπως γνωρίζουμε υπέγραψαν τη σύμβαση, καλούνται στη διάσκεψη.]
1.3. Ανω τελεία
Η άνω τελεία χωρίζει κώλα περιόδου, δηλαδή μέρη αυτής που περιέχουν αυτοτελές νόημα, αλλά έχουν οπωσδήποτε σχέση μεταξύ τους: Η επιτροπή αναφορών εξέτασε 20 έγγραφα: δέκα σχετικά με τη ρύπανση· πέντε σχετικά με την ανεργία· πέντε σχετικά με φορολογικά θέματα.
Μετά την άνω τελεία, αρχίζουμε με μικρό γράμμα.
1.4. Διπλή τελεία
Χρησιμοποιείται:
― πριν από λόγια κάποιου που αναφέρονται κατά λέξιν και κλείνονται σε εισαγωγικά, πριν από παροιμίες, γνωμικά, αποσπάσματα συγγραμμάτων, νομικών κειμένων κλπ.: Ο πρόεδρος τόνισε: «Το ψήφισμα πρέπει οπωσδήποτε να τροποποιηθεί».
― πριν από μια απαρίθμηση, ερμηνεία, επακόλουθο: Οι επιτροπές του Κοινοβουλίου είναι: η επιτροπή αναφορών, η επιτροπή κοινωνικών υποθέσεων, η επιτροπή προϋπολογισμού, η επιτροπή νομικών θεμάτων κλπ.
Η λέξη που ακολουθεί τη διπλή τελεία γράφεται με κεφαλαίο, όταν η διπλή τελεία έχει θέση τελείας, και με μικρό, όταν η φράση που περιέχεται σε εισαγωγικά αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της προτάσεως.
1.5. Παρένθεση
Σε παρένθεση κλείνουμε μια λέξη ή φράση που συμπληρώνει ή εξηγεί τα λεγόμενα. Σε μια πρόταση εντός παρενθέσεως που αποτελεί επεξήγηση ή συνέχεια της προηγούμενης η τελεία μπαίνει μετά την παρένθεση. Αν το κείμενο μέσα στην παρένθεση αρχίζει με κεφαλαίο, η παρένθεση κλείνει μετά την τελεία.
1.6. Αγκύλες
Όταν σε παρένθετο κείμενο χρειάζεται να χρησιμοποιηθεί δεύτερη παρένθεση, τότε ως πρώτη παρένθεση χρησιμοποιείται η ορθογώνια παρένθεση ή αγκύλη [ ]:
1.7. Εισαγωγικά
Σε εισαγωγικά κλείνονται λόγοι τρίτων που αναφέρονται αυτολεξεί.
Στην περίπτωση που χρειάζονται εισαγωγικά μέσα στο ήδη σε εισαγωγικά κείμενο, τότε για τα εισαγωγικά αυτά χρησιμοποιούνται τα διπλά κόμματα, ανωφερή ( ): «Σκεφθείτε το φείδου χρόνου, αγαπητοί»
Τα εισαγωγικά είναι περιττά σε λέξεις ή παραθέματα που τυπώνονται με χαρακτήρες διαφορετικούς από εκείνους του υπόλοιπου κειμένου.
1.8. Διπλή παύλα
Με διπλή παύλα απομονώνεται μια λέξη ή φράση που εξηγεί ή συμπληρώνει τα λεγόμενα, όταν θεωρείται τόσο σημαντική, ώστε να μην μπορεί να χρησιμοποιηθεί παρένθεση, το δε κλείσιμό της σε κόμματα θα δημιουργούσε ασάφεια. Πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ παύλας και ενωτικού.
Την εποχή εκείνη ―ήταν τότε που ο άνθρωπος πρωτοπάτησε το πόδι του στο φεγγάρι― οι δυνατότητες της επιστήμης φαίνονταν απεριόριστες.
1.9. Αποσιωπητικά
Είναι πάντοτε τρεις (και όχι περισσότερες) τελείες:
― στο τέλος μιας φράσης, δεν αφήνεται διάστημα μεταξύ αυτών και της τελευταίας λέξης.
― στη θέση ηθελημένης παραλείψεως μιας ή περισσοτέρων λέξεων εντός του κειμένου, βρίσκονται εντός αγκύλης, προηγείται δε και έπεται αυτών κανονικό διάστημα· στην αρχή παραθέματος, βρίσκονται εντός παρενθέσεως και ακολουθούνται πάντοτε από κανονικό διάστημα (διάστημα μεταξύ λέξεων).
Σημείωση: Αποφεύγουμε να χρησιμοποιούμε τα αποσιωπητικά αντί της συντμήσεως κλπ.
1.10. Κάθετος
Χρησιμοποιείται κυρίως σε δύο περιπτώσεις: για τις περιόδους εμπορίας και τα ακαδημαϊκά έτη:
η αμπελοοινική περίοδος 1987/88 – η ακαδημαϊκή χρονιά 1987/88 – η περίοδος εμπορίας 1999/2000
Οι περίοδοι αυτές καλύπτουν μέρος του πρώτου και μέρος του δεύτερου έτους. Στην περίπτωση δύο πλήρων ετών, χρησιμοποιείται ενωτικό (υφέν). Τότε η δεύτερη χρονολογία γράφεται ολόκληρη:
1997-1998