Περίπου μπροστά από 27αιώνες έφτασαν οι πρώτοι Έλληνες άποικοι στην Νάξο. Με τα όπλα τους έφεραν επίσης μαζί τη γη και τους Θεούς της μακρινής Πατρίδας τους. Το πνεύμα της ομορφιάς, το Φως της αλήθειας και την αξίωση για Ελευθερία, που αυτά ρυθμίζουν τον Συνολικό Πολιτισμό Giardini Naxos
Προλεγόμενα
Μια φορά κι΄ ένα καιρό ήτανε η Νάξος, ευρισκόμενη σ΄ ένα κόλπο προφυλαγμένη από τον άνεμο και σε ένα ρηχό επίπεδο και στους πρόποδες πλησίον πολυάριθμων υδάτινων ρευμάτων που προσφερότανε ως ιδανική τοποθεσία αράγματος για μια ομάδα Ελληνικών ναυτικών για να ιδρύσουν μια νέα πόλη. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο διαμορφώθηκε μεταξύ του βαθιού μέρους της θάλασσας και του υψηλότερου ηφαίστειου της μεσογειακής περιφέρειας η Νάξος, η πρώτη ελληνική αποικία της Σικελίας, φορέας ενός μεγάλου πολιτιστικού μηνύματος. Ακόμα αν και η Νάξος δεν κατόρθωσε ποτέ να γίνει μια αξιοσημείωτη μεγάλη πόλη, μολαταύτα έπαιξε κατά την διάρκεια των επόμενων χρόνων ένα θεμελιώδη ρόλο στον αποικισμό του νησιού. Είναι εκπληκτικό ότι ο ελληνικός πολιτισμός, από τον οποίο γεννήθηκε το μεγαλύτερο αποικιστικό κίνημα της κλασικής αρχαιότητας, άνθησε στους τομείς των γραμμάτων και των τεχνών.
Οι αρχικοί Έλληνες θαλασσοπόροι ήτανε έμποροί και ταξιδιωτικοί ερευνητές στο ίδιο πρόσωπο, αυτοί βρήκαν θαλάσσιους δρόμους ανίχνευσαν προσεχτικά τη χώρα και μετά τους ακολούθησε η ουσιαστική αποδημία, μετανάστευση.
Ο πρώτος Ελληνικός αποικισμός είναι προϊστορικός, ο δε δεύτερος που ασχολούμαι στην παρούσα εργασία μου είναι ιστορικός και γίνεται με την ελεύθερη βούληση των μεταναστών και με πλήρη συναίσθηση του επιδιωκομένου σκοπού.
Το δεύτερο ήμισυ του 8ου π.Χ. αιώνα άρχισαν οι τρεις ιδρύσεις στην μεγάλη πεδιάδα της Κατάνης και στις βόρειες πρόποδες ανατολικά της Αίτνα: κατ΄ αρχάς στην σχετικά ασήμαντη γεωγραφική γλώσσα η Νάξος, κάτω από το Ταυρομένιον-Ταορμίνα εκεί, όπου για πρώτη φορά ένα πλοίο ανακάλυψε χώρα, όταν από ανατολάς με το ρεύμα, γύρω, σιγά, σιγά και προσεκτικά έπλεαν την Ιταλία, μετά από αυτό έρχονται οι Λεοντίνοι, από την ακτή εννιά ως δέκα χιλιόμετρα προς τα μεσόγεια, στην Νότια άκρη της πεδιάδας και τελευταία η ίδια η Κατάνη, η σημερινή Κατάνια. Σε παρόμοια φάση ιδρύθηκαν τόσο οι Συρακούσες, όσο και η Ζάγκλη και τα Μέγαρα Υβλαία . Αφού ιδρύθηκαν και άλλες ακολούθησε τελευταία η ίδρυση της Γέλας το 688 π.Χ.
Αν και δεν έχουμε στοιχεία για τους πρώτους κατοίκους, και όμως αποτελούνταν οι πρώτες αποικίες κάθε φορά από λίγα νοικοκυριά. Οι γυναίκες ήτανε κατά το μεγαλύτερο μέρος ιθαγενείς, διότι δεν μπορούμε να παραδεχθούμε ότι έφεραν μαζί τους ένα λογικό αριθμό γυναικών από την Ελλάδα.
Κάθε νέα ιδρυόμενη πόλη είχε μία αναγνωρισμένη «Μητρόπολη» που έθετε στη διάθεση της αποστολής έναν αρχηγό που παρελάμβανε τον προγραμματισμό, και όμως δεν ήτανε οι δραστηριότητες με κανένα τρόπο αποκλειστικές , και επίσης από άλλες ελληνικές πόλεις ερχότανε μαζί άνθρωποι τόσο στην νέα αναχώρηση όσο επίσης ερχότανε και αργότερα, αν ήτανε δυνατές νέες στρατολογήσεις. Οι επίσημοι ιδρυτές των τεσσάρων βόρειων αποικιών κατάγονται από την Χαλκίδα της Εύβοιας ,ενώ των Μεγάρων Υβλαίων ,και των Συρακουσών από Κορινθίους και της Γέλας, που ιδρύθηκε από μία μικτή ομάδα Ροδίων και Κρητών .Finley,S. 38f.
Και σε ετούτο το ανιχνευτικό επαναληπτικό ταξίδι μου, την Ανοιξη του 2003 στην Μεγάλη Ελλάδα, ήμουνα, χωρίς πάντα να το επιδιώκω με τις σκέψεις, τι μπορεί κανείς να επισημάνει περισσότερο ή λιγότερο και τι ερεθίσματα μπορεί να δώσει στις μέλλουσες γενεές, γύρω από τις αξίες και αρετές της ελληνικής αρχαιότητας, και πως μπορούμε να διαπαιδαγωγηθούμε, ώστε να βγάζουμε συμπεράσματα και να μπορούμε να μετατρέπουμε παραγωγικά και τις δικές μας εμπειρίες, αλλά και εκείνης της αδικαιολόγητης διαμάχης και καταστροφής του πελοποννησιακού πολέμου.
Ο πόλεμος μεταξύ των Αθηνών και Συρακουσών δεν είχε αδυνατίσει μόνο τις Σικελιανές πόλεις/κράτη, παρ΄ όλη την μεγαλοπρεπή νίκη, στρατιωτικά, παρά επίσης και πολιτικά επέφερε βαθιά σχισμή σε οπαδούς της Αθήνας και σε οπαδούς των Συρακουσών και ουδέτερων πόλεων, έτσι που οι Σικελιανές πόλεις βρέθηκαν απροετοίμαστες και στάθηκαν απέναντι στον εχθρό χωρίς δύναμη. Γνωρίζουμε, ότι ποτέ πρωτύτερα και πουθενά οι Έλληνες δεν έφτασαν πλησιέστερα στην αυταπάτη μιας Αυτοκρατορίας, που για πολύ χρόνο θα μπορούσε να κυριαρχήσει τη Μεσόγειο. Και όμως δώρισαν αυτή τη πιθανότητα ευκαιρίας σε άλλους εξαιτίας των μακροχρόνιων φιλονικιών και αγώνων δύναμης μεταξύ τους.
Η αναβίωση της Τυραννίδας στις Συρακούσες και έχοντες τις παραπάνω εξελίξεις ως αφετηρία, επεκτάθηκε αυτή στις υπόλοιπες ελληνικές πόλεις της Σικελίας και αποδίδεται στα αίτια της εισβολής των Αθηναίων και λίγο αργότερα στην εισβολή των Καρχηδονίων.
Όπως η πόλη της Κύμης είναι η αρχαιότερη ελληνική αποικία της Ιταλίας, έτσι και η ΝΑΞΟΣ είναι της Σικελίας. Και αυτήν την ίδρυσαν Ευβοείς από την Χαλκίδα κατά το δεύτερο μισό 8ο π.Χ. αιώνα, πιθανότατα το έτος 735 π.Χ.
Θα αρχίσω με δύο παραδείγματα ελληνικών αποικιακών πόλεων και θα προσπαθήσω να αναφερθώ σε αυτό το ταξίδι μου και με την σχετική τους ακμή και παρακμή μπροστά από 2700 χρόνια.
Ο ευρισκόμενος προ της πόλης ιερός χώρος δυτικά του ρυακιού Ζάντα Βερένα από τον 6ο π.Χ. αιώνα
Η διαδρομή αεροδρομίου Κατάνιας – Catania Ταορμίνα (Ταυρομένιον)
Αν και επισκέφτηκα και άλλες φορές πόλεις της Μεγάλης Ελλάδας και της Σικελίας, ετούτο το ανοιξιάτικο ταξίδι μου του 2003 προσπάθησα να ακολουθήσω μια αυθόρμητη διαδρομή στο γύρο της Σικελίας. Είχα πετάξει από το Ντίσελντορφ για την Κατάνη, όπου από εκεί είχα προγραμματίσει να κάνω το γύρο της Σικελίας, να πάω αρχικά για το Παλέρμο διαμέσου και με επίσκεψη της Caltanissetta και της Ennas, εκεί όπου έγραψαν ή και περιέγραψαν μπροστά από δύο χιλιάδες χρόνια οι συμπατριώτες μας μετανάστες τους ελληνικούς μύθους τους.
Μια όμως και ήμουνα εντελώς αδέσμευτος, ετούτη τη φορά επέλεξα τη λεωφορειακή υπεραστική συγκοινωνία, που είναι στη Σικελία άριστα οργανωμένη, με εξαιρετικά καλοφτιαγμένο ενημερωτικό φυλλάδιο δρομολογίων, αποφάσισα κι΄ εγώ αυθόρμητα να πάρω την πρώτη λεωφορειακή υπεραστική γραμμή για την Ταορμίνα (Ταυρομένιο), διαμέσου Κατάνης.
Από το αεροδρόμιο ως την Ταορμίνα είχα έναν καλό γερμανό συνομιλητή, που ερχότανε για πρώτη φορά στη Σικελία και επισκεπτότανε τη φίλη του που διέμεινε σε ξενοδοχείο της Ταορμίνας και μια και είχα έλθει κατ΄ επανάληψη στη Σικελία, μπόρεσα να του απαντήσω σε ένα σωρό ενημερωτικά ερωτήματά του και του πρότεινα μάλιστα ένα σωρό εναλλακτικές λύσεις επισκέψεων. Μετά την άφιξή μου στην τελική λεωφορειακή στάση, στην Ταορμίνα, αφού αποχαιρετίστηκα από τον ίδιο το Γερμανό και τη φίλη του, που τον ανέμενε, άρχιζα να ανηφορίζω προς τα πάνω και ήτανε η πρώτη μου δουλειά να βρω ένα ξενοδοχείο, μια Πενσιόν, με ωραία ,πανοραματική θέα από τις πολλαπλές γνωστές δυνατότητες που υπάρχουν, όπου θα διανυκτέρευα για δυο τρεις βραδιές, ώστε άνετα να κάνω την περιήγησή μου στην πόλη και στη γύρω περιοχή.
Μετά δυο τρεις μέρες συνέχισα το ταξίδι μου μέσω ΕΝΝΑ, ΠΑΛΕΡΜΟ,ΣΕΓΕΣΤΑ,ΣΕΛΙΝΟΥΝΤΑ, ΑΚΡΑΓΑΝΤΑ, ΣΥΡΑΚΟΥΣΕΣ και τελευταία ΚΑΤΑΝΗ και πάντα με ενδιάμεσες ολιγοήμερες διακοπές.
Αφετηρία το ελληνικό αμφιθέατρο της Ταορμίνα – Ταυρομένιον
Μετά την άφιξή μου στην Ταορμίνα και της τακτοποίησης της διαμονής μου ακολούθησα την οδό via del Teatro Greco που καταλήγει στο πιο φημισμένο αξιοθέατο της Ταορμίνας, επισκέφτηκα λοιπόν το απόγευμα το αρχαίο ελληνικό θέατρο για να απολαύσω την εικόνα του ελληνικού Θεάτρου και να τραβήξω τις πρώτες μου φωτογραφίες πάνω από αυτό το αριστούργημα, που δημιουργήθηκε από ανθρώπινα χέρια και κείται μεταξύ της τέχνης και της ιστορίας, μεταξύ του τοπίου και της φύσης, μεταξύ πολιτισμού και μύθου, και εξακολουθεί να μας καλεί να ξυπνήσει μέσα μας πάνω από δύο 2000 χρόνια ακόμα το ιδεαλιστικό πνεύμα και οι ηδονιστικές προθέσεις των σχεδιαστών και των ιδρυτών του.
Το αριστούργημα ετούτο δημιουργήθηκε την εποχή του Ιέρωνα του Β τον 3ο π.Χ. αιώνα και όπου στη συνέχεια έλαβε την σημερινή του μορφή κατά την ρωμαϊκή εποχή, τον 2ο π.Χ. αιώνα. Όποιος κατευθύνεται από το αρχαίο Θέατρο διαμέσου της οδού via teatro Greco, καταφτάνει σε λίγο χρόνο στην οδό Corso Umberto,που είναι απαλλαγμένη από αυτοκίνητα και τώρα πεζόδρομος, που έχει μια δική της ιστορία και διανύει σε στροφές όλη την πόλη και όπου θα επανέλθω σε επόμενα άρθρα μου.
Νάξος, αναζητώντας τις αφετηρίες του ευρωπαϊκού πολιτισμού, άποψη του κόλπου Giardini Νάξος της πρώτης ελληνικής αποικίας της Σικελίας μπροστά από 2700 χρόνια
Οι πρώτοι Χαλκιδείς άποικοι της Νάξου της Σικελίας
Ο αρχαίος οικισμός της Νάξου βρίσκεται πάνω σε πετρώδη λάβα στους πρόποδες της σημερινής Ταορμίνα, στη μικρή χερσόνησο του Σχίζου, και την αμέσως βόρεια περιοχή με συνολική έκταση σαράντα 40 εκταρίων, σε μια τοποθεσία που αποτελούσε το πρώτο και το πιο φυσικό λιμάνι για τα ελληνικά πλοία που, κατευθυνόμενα προς τη Σικελία, περνούσαν το νοτιότατο άκρο της Ιταλίας. Στα νοτιοανατολικά βρίσκεται ο ποταμός Σ. Βερένα, που κυλάει λίγα μέτρα μακριά από τα τείχη, στο βορειοανατολικά κείται ο κόλπος. Αυτός ο κόλπος ευρισκόμενος μεταξύ του ακρωτηρίου της Ταορμίνας και του ακρωτηρίου του Σχίζου, ήτανε μια φυσική θέση για να αράξουν τα πλοιάρια από τα ρεύματα παρασυρόμενα του ακρωτηρίου Σπαρτιβέντο, Spartivento ή του ακρωτηρίου dell/ Armi της Καλαβρίας, που τα ελληνικά πλοία ακολουθούσαν αυτή την διαδρομή.
Όπως μας πληροφορούν ο Έφορος και ο Θουκυδίδης, ότι τα πλοία, που ήτανε ο Θεοκλής ή Θουκλής , ο ιδρυτής, οικιστής της αποικίας της Νάξου με το τρόπον αυτόν παρασύρθηκαν από τους ανέμους στη Σικελία. Επίσης αναφέρεται ότι αν και η Νάξος ιδρύθηκε από τους Χαλκιδείς της Εύβοιας, το 735 π.Χ., επίσης υπάρχει η παραδοχή, ότι κατά πάσα πιθανότητα συμμετείχαν και Νάξιοι από το ομώνυμο μεγάλο νησί του Αιγαίου. Η πόλη κείται σήμερα πάνω σε ένα ανώτατο επίπεδο τοπίου, και πρέπει επίσης να ήτανε και στην κλασσική εποχή του 5ου π.Χ. αιώνα, όπου υποθέτουν οι ειδικοί, ότι οι πρώτοι άποικοι κατά την άφιξή τους βρήκαν μια ελαφρά λοφώδη περιοχή, το δεύτερο ήμισυ του 8ου π.Χ. αιώνα, όπου διατηρήθηκε επίσης κατά τη διάρκεια του 6ου π.Χ. αιώνα, και μετά την ανοικοδόμηση της πόλης κατά την κλασσική περίοδο ισοπεδώθηκε τεχνικά.
Αφιξη και οι σχέσεις με τους ιθαγενείς πληθυσμούς
Μια βασική ιστορική ανασκόπηση των τεσσάρων πρώτων αιώνων
Η εμφάνιση των Ελλήνων και αποίκηση της Σικελίας διαμέσου αυτών ήτανε μια εντυπωσιακή, θαρραλέα και κατά κάποιον τρόπο μυστηριώδη επιχείρηση. Η μετανάστευση από την Ελλάδα στη Δύση ήτανε βέβαια μια οργανωμένη κίνηση, που ήτανε εφοδιασμένη, οπλισμένη και προγραμματισμένη από τις διαφορετικές Μητροπόλεις.
Όταν οι Έλληνες έφτασαν για πρώτη φορά στη Σικελία, το 735 π.Χ. οι Χαλκιδείς, της Εύβοιας, βρήκαν τρεις διαφορετικούς λαούς: τους Σικούλους στο ανατολικό ήμισυ, τους Σικάνους στα Δυτικά και τους Ελύμους στα Βορειοδυτικά.
Οι Έλληνες τότε γνώριζαν τη γραφή και το διάβασμα. Εκτός από τους πλησιέστερους τομείς της ελληνικής εγκατάστασης διατηρούσαν ειρηνικές και ωφέλιμες σχέσεις με τους ιθαγενείς Σικούλους από τις εσωτερικές περιοχές της χώρας, τόσο όμως καιρό, όσο οι αποικίες των Χαλκιδέων παρέμειναν αυτόνομες κοινότητες, δηλαδή αυτό θα πει ως ότου οι Συρακούσες στις αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα έγιναν κυριαρχική δύναμη στην Ανατολική Σικελία.
Τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων των Χαλκιδέων αποτελούνταν και εξαπλώνονταν ως το 500 π.Χ. κατά τα φαινόμενα στη συνολική περιοχή των Σικούλων ως την Εννα και ήτανε εξελληνισμένα το λιγότερο με τα ελληνικά υλικά αποδεικτικά. Χαρακτηριστικό είναι, ότι οι κοινότητες των Σικούλων ήτανε από την πλευρά των Αθηνών και επίσης αυτοί οι Σικούλοι το έτος 415 π.Χ. ήτανε με το μέρος των Αθηνών που εισέβαλαν και επετέθησαν στις Συρακούσες.
Η Νάξος κυριεύτηκε το 495 π.Χ. από τον τύραννο της Γέλας Ιπποκράτους και κατόπιν από τον Ιέρωνα των Συρακουσών, και αφού ανέκτησε μετά την ανεξαρτησία της, ετάχθη υπέρ των Αθηνών και τελικά κατεστράφη από τον Διονύσιο των Συρακουσών το 403 π.Χ.. Μετά 50 χρόνια οι διασκορπισμένοι κάτοικοι επανήλθαν εκεί και ίδρυσαν το Ταυρομένιον, Ταορμίνα, που κείται πλησιέστερα.
Ήδη το έτος 476 π.Χ. στην εποχή του Πολύζαλου μετέφερε τους κατοίκους από την τη Νάξου και την Κατάνη και τους εγκατέστησε στους Λεοντίνους και ίδρυσε την Κατάνη εκ νέου με το όνομα Αίτνα, έφερε μάλιστα και εγκατέστησε και κατοίκους από την μακρινή Πελοπόννησο και τοποθέτησε τον νεότερο γιο του ΔΕΙΝΟΜΕΝΗ ως το δικό τους κυρίαρχο. Σύγκρινε και Τυραννίδες της Σικελίας των Δεινομενιδών.
Θα ήθελα να αναφερθώ με λίγα λόγια, πώς μεταφέρθηκε ο πελοποννησιακός πόλεμος στη Σικελία.
To έτος 433 π. Χριστού το Ρήγιο και οι Λεοντίνοι έκλεισαν συμμαχία με την Αθήνα. Λέγεται ότι στην αφετηρία του πολέμου του 431 π. Χ . οι Σπαρτιάτες ζήτησαν βοήθεια από τις διαφορετικές Σικελιανές πόλεις-κράτη. Δεν έλαβε όμως χώρα αποστολή στρατευμάτων, αλλά τα σιτηρά από τη Σικελία για μερικούς συμμάχους της Σπάρτης στην Ελλάδα ή και μάλιστα για την ίδια την Σπάρτη ήτανε σπουδαία, βλέπε: M.I.Finley, 1993,S.93. Το 427/426 προ Χριστού παρεκάλεσαν οι Λεοντίνοι συμπαράσταση των Αθηνών, κάνοντας αναφορά στην υπάρχουσα ενδιάμεση συμφωνία βοήθειας από την Αθήνα γιατί τους επιτέθηκαν οι Συρακούσες.
Στη διαμάχη μεταξύ Συρακουσών και Λεοντίνων το έτος 427 π.Χ. ήτανε ένα μεγάλο μέρος της Σικελίας περιπλεγμένο: ΙΜΕΡΑ, ΓΕΛΑ, και ίσως ΣΕΛΙΝΟΥΣ από την πλευρά των Συρακουσών και από την άλλη πλευρά η ΚΑΜΑΡΙΝΑ, ΚΑΤΑΝΗ, η μικρή ΝΑΞΟΣ και όσο μπορούσαν μερικοί υπόδουλοι Σικούλοι των Συρακουσών. Η Ζάγκλη-Μεσσήνη έλαβε θέση υπέρ των Αθηνών. Η συνάντηση των Σικελιανών πόλεων το 424 π.Χ. στη ΓΕΛΑ και ΚΑΜΑΡΙΝΑ οδήγησε σε ανακωχή και ειρήνη . Η ειρήνη του 424 π.Χ. των Σικελιανών πόλεων συντελέστηκε με την επικράτηση του επιχειρήματος, αλλιώς αν δεν συμμαχήσουμε οι Αθηναίοι θα μας καταβροχθίσουν.
Όταν το 422 π.Χ. εξερράγη εμφύλιος αλληλοσπαραγμός στους Λεοντίνους, κάλεσαν οι Ανώτερες κοινωνικές Τάξεις τις Συρακούσες σε βοήθεια. Οι Συρακούσες επενέβησαν και εξεδίωξαν τους απλούς πολίτες από την πόλη και κανείς δεν ξέρει που εγκαταστάθηκαν, μερικοί βρήκαν τον δρόμο της επιστροφής στη Μητρόπολη Χαλκίδα της Εύβοιας και σε άλλες περιοχές της Ελλάδος. Οι Λεοντίνοι και τα τείχη καταστράφηκαν, και το επιτυχές ολιγαρχικό κόμμα μεταφέρθηκε και εγκαταστάθηκε στις Συρακούσες.
Μερικοί μεταφερθέντες κάτοικοι σε λίγο άρχισαν να δυσαρεστούν, επέστρεψαν στη γη των Λεοντίνων και απευθύνθηκαν ξανά και πάλι για βοήθεια στην Αθήνα, όπου περιέγραψα σε προηγούμενα άρθρα μου. Αυτή τη φορά η Αθήνα ήτανε προσεκτικότερη και έστειλαν μόνο μία αποστολή, που χωρίς δυσκολίες αποφάσισε, ότι για την Αθήνα καλύτερα θα είναι, αν σε αυτήν την χρονική περίοδο, αν δεν επιχειρούσε καμιά οπλισμένη επέμβαση.
Ενώ η Αθήνα είχε κλείσει Ειρήνη με την Σπάρτη σε λίγο όμως μεταφέρθηκε η θεατρική σκηνή προς τη Δύση της Σικελίας, που ήτανε εκτός των άλλων η κύρια αιτία του πολέμου μεταξύ Αθηνών και Συρακουσών. Το 416 μεταφέρθηκε ο πελοποννησιακός πόλεμος στη Σικελία. Το έτος 416 π.Χ. βρισκότανε ο ΣΕΛΙΝΟΥΣ και η ΕΓΕΣΤΑ πάλι σε πόλεμο, υπήρχαν διαμάχες για οριακές περιοχές και άλλα, που ενδεχομένως να προήλθαν μερικές και από μεικτούς γάμους.
Οι Συρακούσες υποστήριζαν το ΣΕΛΙΝΟΥΣ και η ΣΕΓΕΣΤΑ προσκάλεσε μάταια σε βοήθεια τις Συρακούσες, τον Ακράγαντα και επίσης τους Καρχηδονίους της πλησιέστερης επικράτειας και άλλες πόλεις των Σικούλων να επέμβουν και παρόλα που αποδέχτηκαν τη δεσμευτική απόφαση ειρήνης της Γέλας, μολαταύτα είχαν τρομοκρατηθεί από μια ηγεμονία των Συρακουσών.
Όταν παρέμεινε η παράκληση απραγματοποίητη, απευθύνθηκε στην Αθήνα το 415 π.Χ. μετά τις πολιτικές διαμάχες με τη συνοριακή πόλη Σέλινους ,και τη εισβολή των Σελινούντων στην περιοχή της Εγέστα, όπου εστάλη μία αποστολή, που υπενθύμισε μια παλιά συγγένεια και την πιο πάνω αναφερόμενη τύχη των Λεοντίνων και υποσχέθηκε μία γενναιόδωρη αποζημίωση, αν η Αθήνα θελήσει να επεμβεί, και που οι Αθηναίοι ξεγελάστηκαν από τον πλούτο και τον ατέλειωτο μεγαλοπρεπή ναό της ΣΕΓΕΣΤΑ.
(Ενδεικτικά ήθελα να αναφέρω, ότι μετά την κατάκτηση της Τροίας, ήρθαν κάτοικοι της Τροίας με τα πλοία στην Σικελία, που εγκαταστάθηκαν παραπλεύρως των Σικάνων και μετά όλοι μαζί λεγότανε Ελύμοι. Οι πόλεις τους ήτανε οι ERYX και SEGESTA.. Μαζί τους είχαν εγκατασταθεί και μερικοί Φωκαείς). Η διάθεση στην Αθήνα για βοήθεια ήτανε τώρα διαφορετικότερη απ΄ ότι το έτος 422 π. Χ, που αναφέρω σε προηγούμενα άρθρα. Στην επιδίωξή του ο Αλκιβιάδης επιθυμούσε κυρίως να καταλάβει τη Σικελία και την Καρχηδόνα και αν είχε επιτυχία για τον ίδιον να κερδίσει χρήματα και δόξα Η επιχείρηση κατέληξε σε τελειωτική καταστροφή, που οπωσδήποτε μπορούσε να αποφευχθεί.
Μετά τον απερίσκεπτο αδελφικό αλληλοσφαγιασμό του πελοποννησιακού πολέμου, που μεταφέρθηκε στις Συρακούσες της Σικελίας το 413 π.Χ. και 70 χρόνια μετά την ήττα τους στην ΙΜΕΡΑ το 480 π.Χ. οι Καρχηδόνιοι ξαναγυρίζουν για εκδίκηση στη Σικελία το 409 π.Χ. για να βρουν τις ελληνικές πόλεις-κράτη απροετοίμαστες, μη αλληλέγγυες μεταξύ τους και με αδυναμία της αυτοάμυνας.
Ο Διονύσιος το 404 και 402 π.Χ επενέβη ως την ΕΝΝΑ στις διαφορετικές κοινότητες των Σικούλων, κερδίζοντας ακόμα και ως την Κατάνη και Νάξο διαμέσου προδοσίας, πούλησε τον πληθυσμό στα σκλαβοπάζαρα, εγκατέστησε στην Κατάνη μισθοφόρους από την Καμπανία της Ιταλίας και κατέστρεψε τα τείχη της Νάξου, ενώ στους Λεοντίνους πρόσφερε πολιτικά δικαιώματα, αν συνολικά όλη η κοινωνία μεταφερότανε στις Συρακούσες, και όπως αναμενότανε οι Λεοντίνοι το έπραξαν.
Το τελευταίο κομμάτι του ποταμού Αλκαντάρα με μία πυκνή και ποικίλη βλάστηση είναι επίσης και ενδιαφέρον για τους γνώστες και θαυμαστές των πουλιών
Η Νάξος και οι καλές σχέσεις με τους Σικούλους
Κατά την πρόσφατη ιστορία της Νάξου πρέπει να επισημάνω, ότι μπροστά από πενήντα χρόνια μετονομάστηκε το μικρό GIARDINI σε GIARDINI NAΞΟΣ, που είναι στενά συνδεδεμένο με τον τουρισμό, που πρόσφερε στο μικρό ψαράδικο τόπο μια ασυνήθιστη ανάκαμψη. Το “Χωριό των Κήπων” είναι πρωτεύουσα για τους τουρίστες από όλον τον κόσμο. Όχι μακριά από το σημερινό κέντρο της πόλης GIARDINI-NAΞOΣ πέφτουν απαλά οι λοφώδεις περιοχές του Ταύρου για να καταλήξουν σε μια πεδιάδα και εύφορη παραθαλάσσια ζώνη, όπου εισβάλλει ο Αλλαντάρας στη θάλασσα, ο αρχαίος Akesines ή Assinos, ο οποίος απεικονίζεται στα κέρματα της Νάξου.
Οι λόφοι του Ταύρου κατοικούνταν τον 8ο αιώνα προ Χριστού από Σικούλους. Αυτά περιγράφουν οι αρχαίοι ιστορικοί συγγραφείς και πιστοποιούν τα απομεινάρια του εντόπιου πληθυσμού. Ο Εφορος καθορίζει επακριβώς, ότι η περιοχή της πρώτης ίδρυσης της πόλης κατοικούνταν από τους βαρβάρους, που μετά εξεδιώχθησαν. Την μετέπειτα ακολουθούμενη χρονική περίοδο όμως φαίνεται, ότι είχαν οι Σικούλοι καλές σχέσεις με την Νάξο, την πόλη της Νάξου, που το έδαφός της σχημάτιζαν τα συνοριακά όρια.
Στην ιστορία της ελληνικής αποίκησης της Δύσης, παίρνει η Νάξος μια εξαιρετική θέση. Η Νάξος κατά την ομόφωνη άποψη, κυρίως αρχαίων ιστορικών συγγραφέων περιγράφεται ως η αρχαιότερη ελληνική αποικία της Σικελίας και ιδρύθηκε κατά τη διάρκεια των πρώτων ευβοϊκών κυμάτων αποίκησης του νησιού. Η Νάξος ήτανε εκ μέρους πρωτεύουσα άλλων Σικελιανών αποικιών. Και τη σημασία, την οποία είχε στην αρχαιότητα ο ναός της, του Απόλλωνα Αρχηγέτου, προστάτη των αποίκων, όπου εκεί εκτελούνταν θυσίες υπό των θεωρών, οι οποίες επρόκειτο να αναχωρήσουν από εκεί για να συμμετάσχουν στις γιορτές που τελούνταν στην Ελλάδα.
Ο ναός του Απόλλωνα θεωρείτο ως ο σημαντικότερος πανελλήνιος ιερός τόπος των Ελλήνων στη Σικελία και παρατηρούμε, ότι είναι σπουδαία ένδειξη για το ρόλο που έπαιξε η Νάξος στην Ελληνική Σικελία, επίσης και αν και ακόμα παρέμεινε πάντα μια μικρή πόλη. Η Νάξος ιδρύθηκε, όπως αναφέραμε το 735 προ Χριστού, ένα χρόνο προ της ίδρυσης των Συρακουσών από μια ομάδα κατοίκων της Χαλκίδας, που ήτανε μια πόλη της Νήσου Εύβοιας.
Η ομάδα διευθυνότανε από τον Θεοκλή, που μόνο πέντε χρόνια μετά την άφιξή του αναχώρησε εκ νέου με μια ομάδα αποίκων, για να ιδρύσει τους Λεοντίνους (Lentini) και την Catania (Κατάνη). Αυτά τα γεγονότα, μας τα περιγράφει ο Θουκυδίδης, όπου στο έκτο βιβλίο των έργων του ξεκινά με τα κύρια αίτια της αθηναϊκής αποστολής στη Σικελία, σε μια σύντομη παρέμβαση γύρω από την ιστορία της ελληνικής αποίκησης του Νησιού και μας παραδίδει μια χρονολογική κατάσταση των ιδρυομένων πόλεων.
Ο Έφορος αντίθετα περιγράφει, ότι υπήρξαν από τις αρχαιότερες αποικίες της Σικελίας η Νάξος και τα Μέγαρα, που προηγουμένως λέγονταν ΥΒΛΑ.
Αυτή χρονολογείται περίπου τα έτη 834-833 και αν υπολογίσουμε την ηλικία μιας γενιάς 35 έτη, υπολογίζει κανείς το έτος 1184-1183 ως το χρόνο πτώσης της Τροίας (χαμηλότερη χρονολογία). Αυτές οι δυο παραδοσιακές ημερομηνίες αφορούν την ίδρυση της Νάξου. Οι ημερομηνίες του παλαιότερου κεραμικού υλικού από ελληνικές αγορές, είναι τη δεκαετία μεταξύ 740-730 προ Χριστού και συμπίπτει με τις σημειώσεις του Θουκυδίδη για την παραδοσιακή ημερομηνία ίδρυσης της πόλης.
Συνεχίζεται …
Πηγές
Valerio M. Manfredi,1997, Eva Grundel-Heinz Tomek, 1997, Birgit Carnabuci, 1998, Finley/Mack Smith/Duggan 1998, Finley, 1993, Taormina 2003, Maria Costanza Lentini, Giardini -Naxos, Martin Ostwald, 2000, Jacques Brunschwig / Geoffrey Lloyd, 2000, όρα και προηγούμενα άρθρα μου.