Χερσόνησος του Σινά. Το τοπίο ολόγυρα γυμνό. Έχουν δίκιο αυτοί που το χαρακτήρισαν από τα πιο αφιλόξενα του πλανήτη. Ίσως γι αυτό είναι ένα από τα πιο γοητευτικά. Ως φυσική προέκταση της ερήμου της Σαχάρας, συνδέει την Αίγυπτο με την Παλαιστίνη, χωρίζει στα δύο την Ερυθρά Θάλασσα και αποτελεί το φυσικό όριο ανάμεσα σε δύο ηπείρους: την Αφρική και την Ασία.
Όπως αναφέρει ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Ευτύχιος (9ος αι.) όταν ο Ιουστινιανός έκτισε το Μοναστήρι τη Αγίας Αικατερίνης εγκατέστησε κοντά σε αυτό περίπου διακόσιες οικογένειες σκλάβων από τον Πόντο και την Αλεξάνδρεια για να υπερασπίζονται και να υπηρετούν τους μοναχούς. Οι σημερινοί υπηρέτες της Μονής είναι απόγονοι αυτών των οικογενειών και αποτελούν μια από τις Αραβικές φυλές των Βεδουίνων, την φυλή Γκεμπελία.
Μετά από ένα κουραστικό εξάωρο ταξίδι που ξεκίνησε από το Πορτ Σάϊντ, έφθασα στο Σινά. Την πρώτη κιόλας μέρα γνώρισα βεδουίνους που μιλούσαν ελληνικά. Ξαφνιάστηκα που άκουγα να μιλούν σχεδόν άψογα τη γλώσσα μου, μέσα στην έρημο. Πλησίασα τον πιο νέο από αυτούς, ένα ψηλό, 18χρονο, μελαχρινό αγόρι και προσπάθησα ν’ ανοίξω κουβέντα μαζί του.
– Μπράβο, μιλάς πολύ ωραία ελληνικά! Πως τα έμαθες;
Χαμογέλασε με νόημα και τα τεράστια εκφραστικά του μάτια έλαμψαν. Μου προτείνει:
-Θέλεις να πάρεις μία πέτρα; Είναι από γρανίτη. Κάνει δύο ευρώ η μία.
Ήξερα και από το ταξίδι μου στην Τυνησία ότι οι βεδουίνοι πουλούν πέτρες. Αυτές όμως ήταν διαφορετικές. Μικρότερες σε μέγεθος, λευκές, γκρίζες, κιτρινωπές κι όλες είχαν ζωγραφισμένο ένα πρασινωπό θάμνο.
– Εσύ τις ζωγραφίζεις, είναι πραγματικά υπέροχες.
– Δεν τις κάνω εγώ. Υπάρχουν χιλιάδες όμοιες στο βουνό. Τις μαζεύω και τις σπάζω σε δυο- τρία κομμάτια. Όλες σαν από θαύμα έχουν μέσα τους ζωγραφισμένη τη βάτο και τις πουλώ στους τουρίστες για να εξασφαλίσω τα απαραίτητα.
Αργότερα με πλησίασαν κι άλλοι πολλοί για να με πουλήσουν όμοιες κι έμαθα ότι ο θάμνος που είναι αποτυπωμένος στις πέτρες συμβολίζει την «καιόμενη βάτο» του Μωϋσή. Αγόρασα δύο από το φίλο μου Σαλέμ και η συζήτηση συνεχίστηκε…
– Δεν μου είπες, πως έμαθες τα ωραία ελληνικά.
– Εδώ, με τους μοναχούς. Είμαι πολλά χρόνια κοντά τους και τους βοηθώ. Ερχόμουν στο μοναστήρι με τον παππού μου από μικρός. Ήταν Ρωμιός ο παππούς. Κι εγώ Ρωμιός είμαι. Ρωμιός, «Γκεμπελία».
Έπεσα από τα σύννεφα! Βεδουίνοι ελληνικής καταγωγής ζουν στην έρημο του Σινά και υπηρετούν τη Μονή της Αγίας Αικατερίνης. Αργότερα έμαθα από τους μοναχούς ότι οι βεδουίνοι που βρίσκονται στο Σινά είναι απόγονοι των ελληνικής καταγωγής στρατιωτικών οικογενειών που έφθασαν στην εποχή του Ιουστινιανού και αναμίχθηκαν με τις αραβικές φυλές της περιοχής. Εξισλαμίσθηκαν στον 7ο -8ο αιώνα και ονομάστηκαν Γκεμπελία, που σημαίνει ορεινοί, γιατί ζούσαν στα βουνά της περιοχής σε υψόμετρο 1.300 και 1.500 μέτρων.
Ο 18χρονος Σαλέμ, δήλωσε στον συνεργάτη μας : Είμαι Ρωμιός, Γκεμπελία…} ]
Σήμερα όλοι οι Γκεμπελία καμαρώνουν και καυχώνται για την ελληνική καταγωγή τους. Είναι μουσουλμάνοι, αλλά διατηρούν μερικά κατάλοιπα από τη χριστιανική πίστη τους. Έτσι γιορτάζουν τον προφήτη Μωϋσή στην άγια κορυφή του βουνού, τιμούν τον προφήτη Ααρών και την Αγία Αικατερίνη. Όμως ο πιο αγαπητός στην περιοχή είναι ο Άγιος Γεώργιος και εικόνες του έχω δει παντού: σε σκηνές, σε αυτοκίνητα και σε πολλά καταστήματα Αιγυπτίων.
Η φυλή Γκιμπελία είναι από τις έξι αρχαιότερες και έχει κι άλλα ονόματα: Γιεμπιλία, Τζεβελία η Σιουμπάν. Υποδιαιρέσεις της φυλής είναι οι: Ουλάντ Σελίμ (παιδιά του Σελίμ), Ουλάντ Εμπ η Ουχεμπάτ, Ουλάντ Χεμέντι, Ουλάντ Ντζίντι η Γκίντι.
Ένας, άλλος ηλικιωμένος Γκεμπελία, μας αφηγείται:
– Παλιά, που είχαμε μεγάλες ανάγκες, κάθε πρωί οι μοναχοί μας μοίραζαν ψωμί. Ήταν η πιο ευχάριστη στιγμή της ημέρας.
Σήμερα το βιοτικό επίπεδο άλλαξε και τους φροντίζει η αιγυπτιακή κυβέρνηση. Όταν όμως χρειασθεί το Μοναστήρι συνεχίζει να τους βοηθά με διανομή ρούχων, τροφίμων ακόμα και οικοδομικών υλικών.
Η προσφορά εργασίας στο Μοναστήρι ανακουφίζει αρκετά άτομα και τις οικογένειές τους. Συνήθως απασχολούνται σαν υπηρέτες η σαν γαρίφ, δηλαδή φύλακες στα καθίσματα και τους κήπους. Εκτός από το μισθό τους είναι ασφαλισμένοι και έχουν δωρεάν το καθημερινό σιτηρέσιο μαζί με τους μοναχούς και τους προσκυνητές. Οι μοναχοί μοιράζονται τις λύπες και τις χαρές τους και συμμετέχουν σε γάμους, κηδείες και σε άλλες γιορτές των Γκεμπελία, πολλές απ΄ αυτές απομεινάρια παλαιών χριστιανικών εθίμων. Η «ζουβάρα» για παράδειγμα είναι η εκπλήρωση τάματος προς κάποιον άγιο ή τους «αρμπάιν», δηλαδή τους 40 Σιναΐτες μάρτυρες στο ομώνυμο «ουάντι αρμπάιν».
Από τη μικρή επαφή που είχα στο Σινά με τους λίγους Βεδουίνους υπηρέτες της Μονής της Αγίας Αικατερίνης, αλλά και από τις πληροφορίες που συγκέντρωσα θεωρούνται άτομα ευγενικά, εργατικά, εύθυμα, φιλειρηνικά, καλλιεργημένα και παρά τη φτώχειά τους είναι φιλόξενοι, ιδίως στους Έλληνες.
Θεωρούν την Μονή και τον Αρχιεπίσκοπο Σιναίου ως την ανώτατη διοικητική και δικαστική αρχή της φυλής τους και είναι αφοσιωμένοι σε αυτήν. Αναγνωρίζουν ότι παλιά το Μοναστήρι βοήθησε ώστε να λυθούν ειρηνικά και δίκαια οι κατά καιρούς διαφορές που είχαν οι φυλές μεταξύ τους και να αποφευχθούν πόλεμοι και αιματοχυσίες.
Πλησιάζει η ώρα για το δρομολόγιο της επιστροφής. Ατενίζω ολόγυρά μου το γρανιτένιο βουνό και αναπόφευκτα περνούν από το μυαλό μου διάφορες σκέψεις: Από δω πέρασαν οι Ισραηλίτες, οδηγούμενοι από τον Μωϋσή σε αναζήτηση της Γης της Επαγγελίας. Εδώ ήρθαν να ασκητέψουν πριν από χίλια τετρακόσια χρόνια οι πρώτοι χριστιανοί μοναχοί. Στα βραχώδη όρη που έχω ολόγυρά μου δε φυτρώνει τίποτα. Μόνο …πέτρες με την «καιόμενη βάτο». Οι βεδουίνοι με τις καμήλες τους ξέρουν πώς να επιβιώσουν κάτω από τον ανελέητο ήλιο της μέρας και την παγωμένη ατμόσφαιρα της νύχτας. Ευχαριστώ το Θεό που αξιώθηκα να βρεθώ στον ιδανικό τόπο για εσωτερικές αναπολήσεις…