Πρώτο Μέρος
MANAGEMENT ΤΗΣ ΙΑΠΩΝΙΑΣ ΚΑΙ Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΗΣ ΘΕΣΗ
ΓΙΑΠΩΝΕΖΙΚΟ MANAGEMENT ΚΑΙ Η ΙΑΠΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΣΗ
ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ
Η Ιαπωνία με πληθυσμό 127.433.494 κατοίκους είναι μετά την Ινδονησία, Μαδαγασκάρη και Πάπουα-Νεαγουϊνέα η τέταρτη νησιωτική χώρα του κόσμου. Αυτή βρίσκεται στον Ειρηνικό και μπροστά από τις ακτές της Ρωσίας.
Η Ιαπωνία είναι μια διευθυντική οικονομία, όπου τα τελευταία χρόνια μετατράπηκε σε αυξανόμενη απορυθμισμένη και ιδιωτικοποιημένη οικονομία. Οι εξαγωγές ανέρχονταν το έτος 2005 σε 550.5 δισεκατομμύρια δολάρια και με αυτήν τη διαπίστωση βρίσκεται η Ιαπωνία στην 4. θέση των ισχυρών χωρών των εξαγωγών, μετά τη Γερμανία στην 1. Πρώτη θέση και τις Ηνωμένες Πολιτείες στη 2. Δεύτερη θέση, την Κίνα στην 3. Τρίτη θέση.
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ
Αυτήν την στιγμή η Ιαπωνία εργάζεται με τις Ηνωμένες Πολιτείες για ανταλλαγή πληροφοριών και γνώσεων για την πολιτική της Ιαπωνίας σχετικά με τη συμφωνία για ζώνη ελεύθερων συναλλαγών και οικονομική συμφωνία συνεργασίας . Αν οδηγήσουν τα ιαπωνικά επιτεύγματα σε αυτόν τον τομέα, μαζί με τις προσπάθειες των Ηνωμένων Πολιτειών, να απελευθερώσουν συνεργασίες, τότε θα είχε για το γιαπωνέζικο αμερικάνικο δεσμό μια νέα ουσιώδη σημασία. ( Taro Aso, 27. 08.2007, in Asiatischen Unternehmenskonferenz: Globales Management und die Aufgaben der Aussenpolitik Japans )
Η θέση της ιαπωνικής οικονομίας παρατηρείται αυτήν την στιγμή από πολλές πλευρές, που περιλαμβάνουν την Κίνα και τις Ινδίες, και διατρέχει έναν αξιοπαρατήρητο μετασχηματισμό. Η Ιαπωνία βρίσκεται από τώρα σχεδόν τέσσερα χρόνια σε μια πορεία ανάπτυξης. . Το εσω-ασιατικό εμπόριο ( και ανταγωνισμός! ), που αντιπροσωπεύει το 55% του συνολικού εμπορίου της περιοχής, έφτασε σχεδόν της ανώτερης τάξης του εσωτερικού εμπορίου της ΕΕ( σχεδόν 65%).
Το μεγαλύτερο θέμα που είχε προκαλέσει μεγάλο φόβο στο παρελθόν και προκάλεσε σχεδόν υστερία στην οικονομική και πολιτική ζωή της Ευρώπης ήτανε τα περασμένα χρόνια αναμφίβολα η ιαπωνική πρόκληση. Ευρωπαίοι και Αμερικάνοι έτρεμαν από την επιθετική εξαγωγική πολιτική αυτού του ανατέλλοντος βιομηχανικού έθνους.
Το χαμηλό κόστος εργασίας, η υψηλή ηθική εργασίας, η περιορισμένη απουσία από την εργασία και η μηδαμινή ετοιμότητα για απεργία μαζί με μια προηγμένη τεχνική, έφεραν τη χώρα αυτή σε μια πολλή καλή ανταγωνιστική θέση.
Ας θυμηθούμε τότε, που δεν περνούσε στο παρελθόν ούτε μια μέρα, χωρίς να έχει γραφτεί ή ειπωθεί κάτι τι από τα γερμανόφωνα μέσα ενημέρωσης γύρω από την «επιθετική» εξαγωγική πολιτική των Γιαπωνέζων, από την στιγμή μάλιστα που η Ιαπωνία έχει προγραμματίσει την επικράτηση στη διεθνή αγορά..
Έτσι, όπως ανέφεραν τότε τα ΜΜΕ προ της ένωσης των δύο Γερμανιών, αν δικαιωθούν οι προβλέψεις των εμπειρογνωμόνων θα πρέπει στους επόμενους μήνες να έχουμε, έγραφαν τότε, στη Δυτική Γερμανία ακόμα περισσότερους ανέργους. Η Δυτική Γερμανία, τότε το 1985 που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το άρθρο μου ετούτο, δεύτερο εξαγωγικό κράτος του κόσμου, που οφείλει ένα μεγάλο μέρος της ευημερίας της στις εξαγωγές, αγωνίζεται σκληρά για να μπορέσει να κρατήσει μια ανταγωνιστική ικανότητα.
Η Ιαπωνία, δηλαδή ένας αρχάριος, ανέβηκε από το περιθώριο στις σημαντικότερες βιομηχανικές χώρες. Για να αναφέρουμε το παράδειγμα των αυτοκινήτων, οι Γιαπωνέζοι παράγουν από την αρχή του 1980 περισσότερα αυτοκίνητα, απ΄ ό, τι κάθε άλλη βιομηχανική χώρα. Οι Βόρειο-αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι αισθάνονται ανίσχυροι και εκτεθειμένοι στο χείμαρρο των αυτοκινήτων από την Άπω Ανατολή.
Θα μας φάνε με το δέρμα και τα μαλλιά παραπονούνταν ο αμερικάνος MANAGER Hen.ry Ford .
ΠΟΙΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΕΠΑΙΞΕ ΤΟΝ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΟ ΡΟΛΟ;
Τρεις παράγοντες εξηγούν την πλεονεκτική θέση των ιαπωνικών αυτοκινήτων στην αγορά της Δυτικής Ευρώπης:
1.ο τελειότατος αυτοματισμός στην ιαπωνική βιομηχανία αυτοκινήτων,
2.Η υψηλή ετοιμότητα απόδοσης του Ιάπωνα εργάτη αυτοκινήτων και οι σχετικά χαμηλές αποδοχές του.
3.Η υπερβολική χαμηλή τρέχουσα τιμή του ιαπωνικού YENS απέναντι στα ευρωπαϊκά νομίσματα.
Εμείς βέβαια θα μπορούσαμε να παραθέσουμε και άλλους παράγοντες, όπως π. χ, ότι οι Ευρωπαίοι MANAGER δεν προέβλεψαν σωστά την τεχνική πρόοδο και δεν κατόρθωσαν να παροτρύνουν τους συνεργάτες τους για παραγωγικότητα και ότι δεν μπόρεσαν εγκαίρως να πατήσουν πόδι στην ιαπωνική και περαιτέρω στην ασιατική αγορά. Ας σημειωθεί ότι ούτε και αυτοί οι πολιτικοί δεν προέβλεψαν τις εξελίξεις στο τομέα του διεθνούς οικονομικού ανταγωνισμού.
Ακόμα πρέπει να αναφερθούν και τα ιαπωνικά συνδικάτα, που βρίσκονται στην Ιαπωνία πολύ πιο πίσω από τα ευρωπαϊκά τα οποία ευρωπαϊκά προβάλλουν με τις συλλογικές συμβάσεις περισσότερες απαιτήσεις. Έτσι, τότε λοιπόν, το 1980 το 10% των αυτοκινήτων στη Δ. Γερμανία ήτανε ιαπωνικής προέλευσης. Στη δε Βόρεια Αμερική τα 25% των αυτοκινήτων που πουλιόνται είναι ιαπωνικά. Ραδιόφωνα και άλλα ηλεκτρονικά προϊόντα δεν παράγονται πλέον στη Δ. Γερμανία, γιατί η παραγωγική τους είναι πάρα πολλή ακριβή, γι΄ αυτό αρκούνται οι παραδοσιακές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να διανέμουν τα ιαπωνικά προϊόντα.
Επίσης παρατηρούμε, ότι μετά την ένωση των δύο Γερμανιών το 1989, πολλές βιομηχανικές επιχειρήσεις μεταφέρουν την έδρα τους σε ανατολικές χώρες με χαμηλότερο κόστος, ενώ στην ίδια τη Γερμανία αναπτύσσεται μια αδικαιολόγητη ανεργία και αυξάνει η φτώχεια των πολιτών. Το ίδιο όμως φαινόμενο παρατηρούμε και στην Πατρίδα μας, όπου μεταφέρονται πολλές ελληνικές ανταγωνιστικές βιοτεχνίες στις γειτονικές βαλκανικές χώρες.
Για πρώτη φορά την δεκαετία του 80 η Δ. Γερμανία έδινε στις συναλλαγές της με το εξωτερικό, περισσότερα απ΄ ο, τι είχε εισπράξει. Μας είναι πολύ δύσκολο αυτήν την στιγμή να πούμε, ότι τώρα πλέον οι Ευρωπαίοι εργάζονται λιγότερο, ή ότι έχουν χαμηλότερη παραγωγικότητα. Οι τιμές σε σύγκριση με πολλές άλλες ανταγωνίσιμες χώρες είναι στη Γερμανία ακόμα και σήμερα υψηλότερες και γ΄ αυτό δεν μπορούν να ανταποκριθούν στο διεθνή ανταγωνισμό και προτιμούν την εγκατάστασή τους σε γειτονικές χώρες χαμηλότερου κόστους και υπάρχοντος εξειδικευμένου προσωπικού.
Την απάντηση θα τη βρούμε τόσο για τη Γερμανία, όσο και για την Ελλάδα, αφού εξετάσουμε το κόστος εργασίας στις διάφορες χώρες, τις κοινωνικές παροχές, το χρόνο εργασίας, την ηθική εργασίας κλπ. Φυσικά έχει ακόμα η Γερμανία ανταγωνιστική ικανότητα και απόδοση μέσα στα βιομηχανικά έθνη, έχει υψηλή τεχνική, ποιότητα και παραγωγικότητα, ενώ πάλι σε ανάγκες έλλειψης εξειδικευμένου προσωπικού φέρνει προσωπικό ακόμα και από τις Ινδίες και προσπαθεί να διατηρήσει και στο μέλλον την ανταγωνιστική θέση της.
Ενθυμούμαι, ότι τα μέσα του 1980 επικρατούσε όπως και σε άλλες χώρες και στη Δυτική Γερμανία μια ιαπωνική υστερία. Όπως αναφέραμε, δεν περνούσε ούτε μια μέρα, που τα μαζικά μέσα ενημέρωσης να μην αναφέρουν νέες επιτυχίες της οικονομικής δύναμης της Άπω Ανατολής. Δεν περνούσε λοιπόν ούτε μια βδομάδα, χωρίς να προβάλλονται στις χώρες των ευρωπαίων εταίρων μας χτυπητές λέξεις, από τους παράγοντες διαφόρων οργανισμών και ενώσεων από τους πολιτικούς και συνδικαλιστές, οι οποίοι είχαν ανακαλύψει μια καινούργια παραλλαγή του Γιαπωνέζικου κινδύνου.
Ακόμα και στη Δ. Γερμανία άκουγε κανείς συχνά τις εκκλήσεις για κρατική συμπαράσταση ή τουλάχιστον για ένα εκούσιο αυτοπεριορισμό των γιαπωνέζικων εξαγωγών. Έτσι συναντούσαμε και μέσα στις ευρωπαϊκές κοινότητες τάσεις για την επιβολή προστατευτικών μέτρων. Από την άλλη μεριά ακούσει κανείς, πως είναι καιρός να τερματιστεί η ιαπωνική υστερία και επιτέλους να αρχίσουν οι συζητήσεις για τις σχέσεις της Ευρώπης με την Ιαπωνία, αφού μάλιστα δεν είναι και τόσο επικίνδυνο το ιαπωνικό μεγαθήριο και αφού στην ιαπωνική πρόκληση υπάρχει μια μεγάλη θετική ευκαιρία επιτυχίας μας.
Τα περασμένα χρόνια είχανε οι ευρωπαϊκές κοινότητες στις εμπορικές συναλλαγές με την Ιαπωνία όλο και περισσότερα ελλείμματα. Για παράδειγμα το 1979 το έλλειμμα ήτανε 13,7 δισεκατομμύρια μάρκα.
Στο εμπόριο μεταξύ Ιαπωνίας και Δ. Γερμανίας υπήρχε το 1979 ένα έλλειμμα 3,8 δισεκατομμυρίων γερμανικών μάρκων. Ένα φαινόμενο με ανοδική τάση. Αλλά ας ρίξουμε μια ματιά και στις συνολικές εξαγωγές.
Αν και η Ιαπωνία έχει διπλό πληθυσμό 127 εκ. κατοίκους, απ΄ ότι η Δ. Γερμανία βρισκότανε αυτή το 1979 με τις εξαγωγές της αξίας 187 δισεκατομμυρίων μάρκων πολύ πιο πίσω από τη Δυτική Γερμανία με εξαγωγές 314 δις. Μάρκων. Το μερίδιο της Ιαπωνίας στο παγκόσμιο εμπόριο ήτανε 7,2%, Δ, Γερμανία 11% χαμηλότερο απ΄ ότι το 1970 και μόλις υψηλότερο από τη Γαλλία και τη Μεγάλη Βρετανία. Ας δούμε τώρα, πώς κατόρθωσε η Ιαπωνία να ανεβεί τόσο ψηλά.
Η Ιαπωνική οικονομική ανάκαμψη υποστηρίχτηκε επίσης το 2006 από μια ισχυρή εξωτερική συμβολή. Οι γιαπωνέζικες εξαγωγές στις ΗΠΑ αυξήθηκαν σε σχεδόν 116 δισεκατομμύρια Ευρώ, γιαπωνέζικες εισαγωγές από τις ΗΠΑ βρισκότανε στα 54,2 δισεκατομμύρια Ευρώ. (συνολικός όγκος συναλλαγών: 170,2. δις. Ευρώ).
Το 2006 έφτασε το εμπόριο με την Κίνα κατά συνέχεια τον όγδοο χρόνο ένα νέο ύψος ρεκόρ (+10,7% σε σχέση με το προηγούμενο χρόνο) και βρίσκεται με συνολικό 168,3 δις. Ευρώ μόνο λίγο πίσω από το εξωτερικό εμπόριο με τις ΗΠΑ. Συγχρόνως ξεπέρασαν οι εισαγωγές τις εξαγωγές περισσότερο από 20 δισεκ. Ευρώ ( Γιαπωνέζικες εξαγωγές προς την Κίνα: 73,9 δις. Ευρώ, γιαπωνέζικες εισαγωγές από την Κίνα: 94,4 δις Ευρώ).
Αν περικλείσουμε τον αριθμό εμπορίου της Κίνας με τις διμερείς ανταλλαγές εμπορίου με το Hongkong, τοιουτοτρόπως ξεπερνά τον όγκο του εμπορίου με 198,5 δις Ευρώ, το εμπόριο με τις ΗΠΑ περισσότερο από 28 δις Ευρώ. Το γιαπωνέζικο-κινέζικο εμπόριο είναι με αυτά τα στοιχεία η σημαντικότερη διμερής σχέση εμπορίου.
Το διμερές εμπόριο μεταξύ Γερμανίας και Ιαπωνίας είχε το 2006 με συνολικά 37,58 δις. Ευρώ επίσης αναπτυχθεί. Σε σύγκριση με τον περασμένο χρόνο αυξήθηκαν οι εισαγωγές από την Ιαπωνία κατά 10,7% σε 23,7 δις, Ευρώ. Οι γερμανικές εξαγωγές προς την Ιαπωνία αυξήθηκαν κατά 4% σε 13,9 δις. Ευρώ. Μετά την Κίνα παραμένει η Ιαπωνία επίσης για το 2006 ο σπουδαιότερος εμπορικός σύντροφος. (siehe: Auswaertiges Amt, 1995-2007).
Τέλος του πρώτου μέρους . Ανασκευή άρθρου μου που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό: ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ, Θεσσαλονίκη, Οκτ-Νοεμβρ. 1985 . Θα συνεχιστεί…