Αν η λογική καταλαμβάνει μια συγκεκριμένη έκταση, και η ψυχή μια απείρως μεγαλύτερη -έναν ολόκληρο κόσμο- αυτό δεν σημαίνει ότι η έρευνα του μεταξύ τους χώρου θα μονοπωλούνταν στο διηνεκές από την αμιγή ψυχανάλυση. Κάποιες επιστήμες, όπως η ομώνυμη ανθρωπολογία, ήδη ασχολούνται από παλιά, με τον ίδιο αυτό ζωτικό χώρο. Επίσης η πολιτική ανθρωπολογία. Άλλες, όχι. Η πολιτική στη χώρα μας, τόσο ως επιστήμη, όσο κυρίως ως τέχνη, ανήκει στις τελευταίες.
Εικόνα a: Ο τίτλος της θα μπορούσε να είναι: «ο Βιζυηνός στο Βόσπορο». Μεταξύ δηλαδή της Μαύρης και της Άσπρης θάλασσας, του Αιγαίου. Εξ ου και το ομώνυμο ποιητικό του έργο «Βοσπορίδες αύρες», και με το παρακείμενο φτερωτό αλογάκι, τον Πήγασο, να θυμίζει με το χτύπημα της οπλής του στον Ελικώνα, την ανάβλυση έκτοτε της ποιητικής έμπνευσης. Μεταξύ των άλλων, το ομώνυμο επίσης, και πανευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, έργο του ίδιου αυτού συμπατριώτη: «Ανά τον Ελικώνα», Βαλλίσματα. Εξ ου και ο μπάλλος, όπως και ο διεθνής όρος «μπαλάντα».
Κάτι που συνεχίζεται ακόμη και σήμερα, ενώ οι χαμένες ευκαιρίες εμπλουτισμού της, υπήρξαν πάμπολλες. Ένα τέτοιο πρόδρομο συνδυασμό ψυχογραφικής ανθρωπολογίας και λογοτεχνίας, αν όχι και πολιτικής -με την ευρύτερη έννοια του όρου, αλλά και τη στενή, προκειμένου περί εθνικών ή πολιτισμικών ζητημάτων- αποτελούν τα ολιγάριθμα και ολιγόλογα πεζά όσο και ώριμα ποιητικά έργα του συμπατριώτη μου Γεωργίου Βιζυηνού. Ιδιαίτερον ενδιαφέρον είναι ότι γράφτηκαν σε χρονική περίοδο, πολύ πριν από την ανάπτυξη της ψυχανάλυσης.
Για αυτόν λοιπόν θέλω να μιλήσω και το μυστικό που ίσως βρίσκεται πίσω από το μεγάλο ποιοτικό άλμα και συνδέει τον πρώιμο με τον ώριμο τραγικό ποιητή. Αυτό που συμβαίνει κατά τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1880 και σαφώς, πριν από την πρώτη δημοσίευση του έργου «το αμάρτημα της μητρός μου» που έγινε στη Γαλλία την άνοιξη του 1883, και αμέσως μετά, και στην Εστία των Αθηνών.
Με ενδιέφερε από παλιά το νέο που αντιπροσώπευσε στην πνευματική Ελλάδα της εποχής του και που εκατόν τόσα χρόνια τώρα προκάλεσε και συνεχίζει να προκαλεί πολυάριθμα και, πολλές φορές, πολύλογα σχόλια. Ίσως επειδή ο χειρισμός του νέου είναι ιδιαίτερα δύσκολος. Ίσως επειδή κάθε νέο έχει ανεξιχνίαστες πτυχές που αργούν να αποκαλυφθούν και αναδειχθούν. Ίσως επειδή το επιβάλλουν αισθήματα κληρονομημένης συλλογικής ευθύνης για τον τρόπο αντιμετώπισής του.
Δεν αναφέρομαι σε κάποιο νέο-προϊόν Γερμανικής ή άλλης Ευρωπαϊκής παιδείας που είχε εν τω μεταξύ αποκτήσει. Ναι μεν αναμφισβήτητη υπήρξε η συμβολή τους, όμως από την άλλη δεν ήταν και ο μόνος που τις έλαβε. Ούτε και όσοι το έκαναν αυτό, έγιναν Βιζυηνοί. Δεν μιλώ καν για τη βιωματική του παιδεία και τη σχέση του με τη Θράκη που χωρίς αυτά, δεν θα υπήρχαν τα περισσότερα από τα έργα του. Μιλώ για ένα μυστικό που ναι μεν το γνώριζε αλλά που ποτέ του δεν το δημοσιοποίησε, δεν έγραψε για αυτό, σε αντίθεση με άλλες φάσεις της ζωής του, όπως είναι η παιδική, η οικογενειακή ή οι φιλικές σχέσεις στην Γερμανία ή και στην ίδια τη Θράκη. Και κυρίως εκείνο που κατά τη γνώμη μου, απετέλεσε κινηρήρια δύναμη, μέχρι το τραγικό του τέλος.
Ίσως είναι αυτό που το τραγούδησε λέγοντας: «αλλά τη θλίψη όπου πλημμυρεί / εις της καρδίας μου τα βάθη, / κανείς, κανείς δεν θα τη μάθη». Το οποίο μνημονεύει και ο Πολύδωρος Παπαχριστοδούλου στο συγκινητικό του εκείνο αφιέρωμα {1} που του έκανε, όπου, μεταξύ άλλων, έλεγε ότι «θα παραμείνει πάντοτε ο παθητικός νοσταλγός της Θράκης, ο συναισθηματικός κι΄ ευγενικός που έκρυβε τη θλίψη του, που τόσον τον βασάνιζε στη ζωή του. Ποια ήταν η θλίψη του αυτή κανείς δεν την έμαθε », για να συνεχίσει: «προχθές ακόμα μου διηγείτο γηραιός φίλος και συμπατριώτης, ότι τον είχε επισκεφθή και αυτός πριν πεθάνη, και τον είδε ειρηνικό και γλυκομίλητο να λέγει λόγια φρόνιμα και σοφά»…
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Πιο σωστά, την αρχή του τέλους. Συγκεκριμένα, τον Απρίλιο του 1892, οπότε και γίνεται η εισαγωγή και εγκλεισμός του στο Δρομοκαϊτειο -ένα είδος τελευταίας κατοικίας- με τη διάγνωση ότι «ο Γεώργιος Βιζυηνός άγαμος ετών 42 εκ Βιζύης της Θράκης, πάσχει εκ γενικής παραλύσεως των φρενοβλαβών μετά κινητικής αταξίας» {3}. Κάτι που μπορούσε είτε να οφείλεται σε ψυχική νόσο είτε οργανική είτε η δεύτερη να ενοχοποιείται για την πρώτη, και να συνυπάρχει με αυτήν.
Για πολλούς βέβαια λόγους, η ψυχική νόσος είναι η κύρια και μόνιμη αναφορά των μελετητών του Βιζυηνού. Ιδιαίτερα από όσους κάνουν χρήση της ψυχαναλυτικής, επικαλούμενοι μάλιστα το προηγούμενο των εργασιών του θεμελιωτή της ψυχανάλυσης Φρόιντ, για τις περιπτώσεις άλλων μεγάλων Ευρωπαίων δημιουργών με διαταραγμένο ψυχικά βίο. Κάτι που είναι πλέον κανόνας. Η έρευνα των σχέσεων ανάμεσα στις διανοητικές διαταραχές και τη δημιουργία.
Ειδικά για την περίπτωση του πατέρα του νεοελληνικού διηγήματος, η ανάδειξη του έμφορτου από τραγικές στιγμές ασυνειδήτου του, φαίνεται ότι εύκολα εξηγεί πράγματα και καταστάσεις, ανοίγοντας παράλληλα τη μία μετά την άλλη, τις πόρτες του εσώτερου διαμερίσματος της σκέψης του. Τις οποίες, ο ίδιος φρόντισε να έχει ήδη ανοίξει, πλην μιας, σε ανύποπτο χρόνο.
Δεν είναι άλλωστε τυχαία η ποιητική του. Τόσο κατά τη συσχέτισή της με την αρχαιοελληνική τραγωδία, στην οποία συνιστά δημιουργική επιστροφή, όσο φυσικά με την Αριστοτέλεια ποιητική. Αυτό άλλωστε είναι που κάνει την ποιοτική διαφορά ως προς την υπόλοιπη Αθηναϊκή λογοτεχνική κοινότητα. Όλα σχεδόν τα πεζά έργα του, εμπεριέχουν, αν δεν αποτελούν τραγωδίες. Πρόκειται για έναν τραγικό ποιητή, από πολλές απόψεις. Έναν νεοκλασικό τραγικό ποιητή, αν επιτρέπεται ο όρος. Ας μην επεκταθώ στη λαογραφική εμβάθυνση που έκανε ως προς τη Διονυσιακή λατρεία της Θράκης. Ούτε σε άλλες επιστημονικές επεξεργασίες του, σαν την Ευρωπαϊκή ιστορική ανασκαφή στα βαλλίσματα. Τις γνωστές μπαλάντες.
Εν τούτοις όμως, αν ο Φροϋδισμός ήρθε να συμπληρώσει κενά τα οποία αδυνατεί να ερμηνεύσει η λογική, όσο και οι ουσιαστικές μεν, μερικότητες δε, της φιλοσοφίας και της επιστήμης, όπως και οι αισθήσεις και τα χρώματα, συνεχίζουν να παραμένουν, παρόλα αυτά, αναπάντητα ερωτήματα. Ένα από αυτά έχει να κάνει με το ποιοτικό άλμα, που έλεγα. Και ένα άλλο, με τη μορφή της διανοητικής διαταραχής, κατά την ώριμη περίοδο.
Και σε ότι μεν αφορά το πρώτο, που προσδιορίζεται με το πέρασμα στο διήγημα, δίνεται η αίσθηση ότι όχι μόνο δεν συνιστά έκφραση του ασυνειδήτου αλλά και ότι αποτελεί προϊόν μιας συνειδητής απόφασης. Η οποία αν συσχετισθεί με τη συνέχεια, τότε μέχρι που μπορεί να εκληφθεί ως επίγνωση του προδιαγεγραμμένου του άλλωστε, τέλους.
Ανάλογα ισχύουν και ως προς το δεύτερο ερώτημα. Το οποίο βέβαια όχι μόνο έχει να κάνει με διανοητική διαταραχή, αλλά αντίθετα ανάμεσα στα ώριμα έργα συγκαταλέγονται τα μεγαλύτερα αριστουργήματα. Από το ποιητικό σήμα κατατεθέν, με την πασίγνωστη επωδό: «μετεβλήθη εντός μου/ κι ο ρυθμός του κόσμου», μέχρι το «Μοσκώβ Σελήμ». Ένα έργο με δυο αναγνώσεις. Μνημείο ανθρωπισμού, από τη μια, και ανθρωπολογίας, από την άλλη.
Αν, όπως λέγεται, η αρχική διάγνωση της γενικής παραλύσεως και στη συνέχεια, της «προϊούσης» της εκδοχής, παραπέμπουν στο τελευταίο στάδιο της νόσου της σύφιλης που συνήθως επέρχεται μετά από πολλά χρόνια, αυτό σημαίνει ότι πολύ πριν, ήταν γνωστό στον ίδιο. Επιπλέον ίσως αξίζει να αναφερθεί στο σημείο αυτό, μια ενδιαφέρουσα σημειολογία. Συγκεκριμένα, η γενική πτώση «προϊούσης», από «το αμάρτημα της μητρός μου» και τη φράση στο ίδιο έργο «η προς ημάς τρυφερότης του κορασίου, αντί να ελαττούται προϊούσης της ασθενείας του, απεναντίας ηύξανεν», η οποία και έμελλε να αποτελέσει μια ακόμη γενική πτώση. Την προσωπική του.
Τα περί «προϊούσης γενικής παραλύσεως» που επαναλαμβάνονται ως αιτία θανάτου, συναντά επίσης κανείς τόσο στα χθεσινά, όσο τα σημερινά εγχειρίδια ψυχιατρικής. Αμφότερα παραπέμπουν απευθείας στη συγκεκριμένη σωματική νόσο. Η οποία είναι και η αιτία. Δεν είναι η ψυχική νόσος. Αυτή είναι το αποτέλεσμα, το οποίο σε τέτοιες περιπτώσεις, εμφανίζεται καθοδόν, προς το τέλος. Την προσωπική αυτή τραγωδία, με την ανίατη και προδιαγεγραμμένης κατάληξης, για την εποχή εκείνη, σύφιλη, βρήκε τη δύναμη να μετατρέψει σε ζωγραφικούς πίνακες. Από τους πιο ωραίους μάλιστα του Ελληνικού και παγκόσμιου διανοητικού τοπίου.
Και μπορεί μεν, για άλλη μια φορά, να επιβεβαιώνεται το «ουδέν κακόν αμιγές καλού», όμως από την άλλη, τι μεγάλη ψυχική δύναμη πρέπει να διέθετε. Εννοείται και πνευματική, προκειμένου να γίνει εικονοποιός, όπως λέει ο Αριστοτέλης. Και ως προς την ιστορική Θράκη, άξιος απόγονος του Ρήσου, του Δημόκριτου, και του Πρωταγόρα -ας μην επεκταθώ σε άλλους- ο οποίος πέραν από το πρώτο μέρος του κοινωνικού και λογοτεχνικού του βίου, πλήρωσε τελικά με το ίδιο ακριβώς νόμισμα, τον από αμνημονεύτων χρόνων Αθηναϊκό απορριπτισμό, κάθε τινός περιφερειακού, πλην υποτακτικών. Κάτι το επίκαιρο, αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στη σημερινή ή και τη χθεσινή Θράκη, και να τις συγκρίνει με εκείνην του ιστορικού της πανθέου.
Γιατί ακόμη και επί της εποχής του Χαρίλαου Τρικούπη όταν η λιλιπούτεια τότε περιφερειακή Ελλάδα έζησε για πρώτη και μοναδική της φορά στη νεοελληνική ζωή, μια σιδηροδρομική και αναπτυξιακή άνοιξη, εν τούτοις δεν σταμάτησαν να υπάρχουν «οι μυγοχάφτηδες των Αθηνών». Πόσο μάλλον σε επόμενες περιόδους. Η ιστορία πάντως δείχνει ότι πάντοτε οι υποτακτικοί ευδοκιμούν, επειδή αδυνατούν να κάνουν κάτι άλλο. Η αιτία η οποία παράγει παρόμοια φαινόμενα οφείλει να αναζητηθεί στην απουσία της Δημοκρατίας. Επόμενα η ίαση, στη διαρκή αναζήτηση και εμπλουτισμό της, με νέες θεσμίσεις-προϊόντα από το φιλοσοφικό πεδίο, όσο το ανθρωπολογικό.
Από την άλλη, ναι μεν ένα δράμα δεν χρειάζεται να δραματοποιείται, όμως και συμπατριώτες του Βιζυηνού, όπως ήταν ο κοσμήτορας της φιλοσοφικής σχολής Αθηνών στις αρχές του 1885, ο Θρακιώτης Στέφανος Κουμανούδης, πρέπει να ήταν πολύ μόνος, ώστε να πετύχει κάτι. Γιατί ναι μεν η απόφαση έγκρισης της υφηγεσίας, η οποία πρόσφατα {2} δημοσιοποιήθηκε εκ μέρους του Πανεπιστημίου, υπήρξε ομόφωνη, όμως και ο τίτλος του υφηγητή της ιστορίας της φιλοσοφίας αν ήταν κάτι, ήταν χαρτί. Ένα χαρτί χωρίς αντίκρισμα, με τα περί διδασκαλίας αναγραφόμενα στην ίδια απόφαση να μείνουν γράμμα κενό, αφού δεν δίδαξε ποτέ.
Όπως και ποτέ του, δεν έγινε καθηγητής. Πιο σωστά, δεν τον έκαναν. Δεν τον έκαναν, γιατί ήταν ανώτερός τους. Το μόνο που έγινε ήταν να διατηρήσει τον τίτλο του υφηγητή, ο οποίος αναφέρεται στην απόφαση του ειρηνοδικείου, τρεις ημέρες πριν τον εγκλεισμό. Εκεί ίσως έπαιξε κάποιο ρόλο, ώστε να επιταχυνθούν οι διαδικασίες εισαγωγής του στο νοσοκομείο, από τον προστρέξαντα και προσυπογράψαντα την αίτηση {3} φίλο του και διευθυντή στο ωδείο Αθηνών, όπου «εργαζόταν».
Όμως επειδή το αμάρτημα της μητριάς Αθήνας δεν πρόκειται να πάρει ποτέ οριστικό τέλος, και επειδή άλλο πνευματική Ελλάδα και άλλο πλεγματική, νομίζω δεν θα έβλαπτε, έστω και σήμερα, η έμπρακτη αναδρομική συγγνώμη της Ελληνικής ακαδημαϊκής κοινότητας, όσο και της Ελληνικής Πολιτείας γενικότερα, με ταυτόχρονη ίδρυση μουσείου Βιζυηνού στη Θρακική πρωτεύουσα. Από το Δρομοκαϊτειο, στο Δημοκρίτειο και την ελληνική φιλολογία, καθώς και το Δήμο Κομοτηναίων.
Κάτι που βέβαια δεν θα έχει να κάνει με κιλίμια, καβουράκια ή άλλα προσωπικά αντικείμενα του ποιητή, αλλά με την επιβεβαίωση της λέξης «Μουσείο». Ένα συμβατικό και ηλεκτρονικό, κυρίως δε διατηρητέο νεοκλασικό, που έλεγα. Ένα σπίτι μούσας για τα Θρακόπουλα, που τόσο τραγούδησε. Ένα μουσείο της Θρακικής συνέχειας. Μούσα για φοιτητές αλλά και επιστήμονες. Επίσης ηθοποιούς. Μια ακόμη πηγή αγάπης προς τη Θράκη αλλά και έμπνευσης προς την ομώνυμη θεατρική, αφού τα έργα του, αν και διηγήματα, δεν θα πάψουν να παίζονται.
Να ξαναγραφεί και το «από τη Θράκη βρε παιδιά εγίνη κλπ.». Και το νέο να λέει «στη Θράκη βρε παιδιά, να γίνει, η νέα ψαλτοσύνη». Κάτι, ίσως μια νέα άνοιξη, με την οποία ασφαλώς και θα συμφωνούν τόσο ο μυθικός Ορφέας, όσο ο Βιζυηνός, που άλλωστε τα έκανε όλα στη ζωή του, σε τέτοια ή για τέτοια εποχή. ‘Ανοιξη γεννήθηκε, άνοιξη εγκλείστηκε, άνοιξη πέθανε. Αυτήν και το νέο, διακόνησε. Την άνοιξη των γραμμάτων. Της χώρας του αλλά και της υπόλοιπης Ευρώπης.
Η έκδοση των απάντων του -για πρώτη δόση σε ηλεκτρονική μορφή- θα ανοίξει ένα πεδίο νέων επιστημονικών ερευνών. Τόσο στην Ελλάδα όσο στην υπόλοιπη Γηραιά Ήπειρο, στις γλώσσες της οποίας εννοείται ότι θα έχουν μεταφραστεί. Πέραν όμως από την ακαδημαϊκή, την πολιτισμική και πολιτική χρησιμότητα του Μουσείου, δεν θα είναι λίγα και τα υπόλοιπα οφέλη. Ένα από αυτά είναι να μη προσφέρεται πλέον έδαφος σε επαναλήψεις παρόμοιων «αμαρτημάτων» τα οποία ως γνωστό, διαιωνίζονται. Όπως φυσικά, και σε μελέτες οι οποίες στρογγυλεύουν τα πράγματα για το Ρωμιό αυτό δημιουργό. Από την άλλη, όσο δεν προσφέρουν τίποτε οι αποκρύψεις άλλο τόσο δεν βοηθούν και οι όποιες στερεότυπες καλολογίες. Ο μόνος ο οποίος έχει να δώσει κάτι, είναι ο λόγος. Και, λόγος χωρίς αλήθεια, δεν υπάρχει.
Asxetos : Προτείνω να δείτε το άρθρο και σε pdf έκδοση (με πρόσθετα στοιχεία)
_____________
Σ. Σ. Ευχαριστίες του συγγραφέα της εργασίας αυτής προς το φίλο και διευθυντή του γηροψυχιατρικού τμήματος του Ψ. Ν. Α. Δρομοκαϊτείου Νοσοκομείου, Ανδρέα Φόρτο, ο οποίος και ανταποκρίθηκε ευγενικά παραχωρώντας το αρχείο {2}, από την εισαγωγή και εγκλεισμό του Βιζυηνού στο συγκεκριμένο Νοσοκομείο, σημειώνοντας παράλληλα και τα παρακάτω.
«Η προϊούσα γενική παράλυση είναι ιατρικός όρος που αφορά αποκλειστικά τη σύφιλη. Η σύφιλη στο τρίτο στάδιο -μετά από πολλά χρόνια από την πρωτομόλυνση και εφόσον δεν τύχει καταλλήλου αγωγής, όπως εκείνα τα χρόνια με την έλλειψη της πενικιλίνης και των άλλων αντιβιοτικών- οδηγούσε πολύ κόσμο στη πρoίουσα γενική παράλυση, που έχει συμπτωματολογία τρέλας. Προπολεμικά 25% των τροφίμων των ψυχιατρείων έπασχαν από αυτήν τη πάθηση.Ο Βιζυηνός μπορεί να έπασχε από αυτή τη ψυχοπαθολογική κατάσταση, όμως η προνοσηρά προσωπικότητα του, όπως άλλωστε και σε όλους τους ασθενείς, έπαιξε τεράστιο ρόλο για την φαινομενολογία και την συμπτωματολογία της ψυχοπαθολογικής καταστάσεώς του».
Εκφράζονται επίσης οι ευχαριστίες του συγγραφέα προς το φίλο Παναγιώτη Καρτσωνάκη. Τόσο για τις πρωτότυπες φωτογραφικές συνθέσεις του Βιζυηνού που έκανε για την παρούσα εργασία, όσο και για την αφιλοκερδή τους προσφορά.
Σημειώσεις
{1} βλ. αφιέρωμα στον ποιητή από τον Πολύδωρο Παπαχριστοδούλου που, μεταξύ των άλλων, είχε στη βιβλιοθήκη του και τα χειρόγραφα «λυρικά» του Βιζυηνού. Εταιρεία Θρακικών Μελετών, αριθμός 120, Γεώργιος Βιζυηνός 1849-1896, Αθήναι 1964.
{2} Στο παράρτημα που ακολουθεί παρατίθεται το εν λόγω δημοσίευμα από την ιστορία του Ε.Κ.Π.Α. Πηγή: Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, www.kapodistriako.uoa.gr, 1-1-2005,
{3} Στο ίδιο παράρτημα, επίσης παρατίθενται, και τα τρία έγγραφα του Δρομοκαϊτείου.
Πρώτο, Η υπό αριθμό 260 / 11 Απριλίου 1892 απόφαση του πρώτου Ειρηνοδικείου Βορείου πλευράς Αθηνών, για τον εγκλεισμό, με βάση τη διάγνωση των ιατρών Σ. Αποστολίδη και Δ. Κατερινόπουλου,
Δεύτερο. Αίτηση Γεωργίου Βιζυηνού. Ημερομηνία 14 Απριλίου 1892. Την υπογράφει αντί αυτού ο προϊστάμενός του, διευθυντής του Ωδείου Αθηνών Γ. Νάζος, προτού την υποβάλλει στο Δ.Σ. του Δρομοκαϊτείου Νοσοκομείου,
Τρίτο. Βεβαίωση Δήμου Αθηναίων της 20ης Απριλίου 1892 περί του ότι ο εξετασθείς υπό των δυο Ιατρών όσο ο εισαχθείς είναι το ίδιο πρόσωπο.