Είναι πολύ φυσικό οι ιστορικοί λαοί, όπως ο δικός μας, να διαθέτουν μεγάλο αριθμό επετείων και σταθμών κατά τη διαδρομή τους. Όπως θα ήταν πολύ λογικό κατά τους εορτασμούς τους να λαμβάνονται όχι μόνο πολιτιστικές αλλά και πολιτικές πρωτοβουλίες ανάδειξης των ιστορικών μηνυμάτων και κυρίως της σχέσης αυτών με το παρόν και το μέλλον.
Μια τέτοια επέτειος είναι η φετινή συμπλήρωση δυόμισι χιλιάδων ετών από τη γέννηση του Περικλέους, που έδωσε το όνομά του στον πολιτισμικότερο αιώνα της ιστορίας της ανθρωπότητας. Το γνωστό και ως χρυσούν του αιώνα. Είναι όμως πολύ λυπηρό που, για άλλη μια φορά πάλι, οι κεραίες της υφιστάμενης πολιτικής Ελλάδας, αδυνατούν να συλλάβουν τα μηνύματα. Είτε είναι η αέναα επίκαιρη Δημοκρατία είτε ο επιτάφιος του Περικλέους.
Τα επισημαίνω αυτά διότι μια έξυπνη πολιτική Ελλάδα με αφορμή την εν λόγω επέτειο, αν μη τι άλλο, θα αξιοποιούσε τη σημερινή της θέση της στο Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε. ώστε να προτείνει την παγκόσμια ημέρα της πολιτικής, της Δημοκρατίας και του Πολιτισμού {1}. Από τη μια να διακονήσει την ίδια τη Δημοκρατία, από δε την άλλη, να πιστώσει τα προφανή στη χώρα οφέλη, ως προς τα παραμένοντα επί πολλά έτη ανοιχτά εθνικά ζητήματα, αφού ούτως ή άλλως τα δυο αυτά συνδέονται άμεσα, αν δεν συμπίπτουν.
Δεν είναι ευκαταφρόνητα τα αντίστοιχα οφέλη τα οποία μπορούν να προκύψουν αντλούμενα από το κοινωνικό και το αναπτυξιακό πεδίο. Από το δρόμο που θα ανοίξει. Συγκεκριμένα την εμβάθυνση, τη σημειολογία και κυρίως την αποκατάσταση της πιο γνωστής ίσως ρήσης του Θουκυδίδη από το ίδιο κείμενο του επιταφίου. Το «ανδρών επιφανών πάσα γη τάφος», στο οποίο κατά τη νεοελληνική περίοδο η λέξη «πάσα» έχει υποκατασταθεί πλήρως από λίγα στρέμματα αθηναϊκής γης, στο πρώτο νεκροταφείο.
Η εξαίρεση των Βενιζέλων με τους τάφους τους στο Ακρωτήρι των Χανίων, του Χαρίλαου Φλωράκη στη Ραχούλα της Καρδίτσας, και η εν μέρει του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην Πολιτεία, επιβεβαιώνουν τον κανόνα ο οποίος θέλει το κάθε διακεκριμένο πολιτικό πρόσωπο ή πνευματικό άνθρωπο της χώρας να καταλήγει στην ίδια τελευταία κατοικία. Στο τέρμα της οδού Αναπαύσεως, στο πρώτο κοιμητήριο.
Δεν θα υπήρχε πιο συγκεντρωτικό σημείο της Ελλάδας από την πρωτεύουσα, αν δεν υπήρχε το πρώτο της νεκροταφείο. Και από τη στιγμή που όλες οι έως τώρα κυβερνήσεις και Πολιτείες των τελευταίων δυο παρά κάτι αιώνων του νεοελληνικού κράτους απέτυχαν παταγωδώς ως προς την αποκέντρωση με τους ζώντες, ας γίνει μια δοκιμή τουλάχιστον με τους τεθνεώτες. Με την Ουράνια Πολιτεία του συγκεκριμένου «πατείς με πατώ σε» κοιμητηρίου του Δήμου Αθηναίων. Αν μη τι άλλο, πρωτίστως θα ωφελήσουν αυτό το ίδιο.
Επειδή όμως οίκοθεν ουδέποτε πρόκειται να γίνει κάτι τέτοιο, μπορεί να τεθεί ως ζήτημα και να απαιτηθεί από τις, ανά την επικράτεια, αυτοδιοικήσεις. Όλες κάτι θα έχουν να πουν επί του προκειμένου. Κάτι που, μεταξύ άλλων, θα αποτελέσει και τεστ περιφερειακότητας της Δημάρχου Αθηναίων. Απόδειξη στην πράξη των υπέρ περιφερειών, τηλεοπτικών, κατά καιρούς, προτάσεών της.
Οι θέσεις των τάφων επιφανών προσώπων από τους ήρωες της ιστορίας μέχρι τους διατελέσαντες πρωθυπουργούς και από τους πολιτικούς και τους ευεργέτες μέχρι τους κάθε κατηγορίας δημιουργούς, είναι στις γενέτειρές τους. Του Ιωάννη Καποδίστρια στην Κέρκυρα, των Παπανδρέου στο Καλέντζι, του Αλέξανδρου Παπαναστασίου στο Λεβίδι, του Γρηγόρη Λαμπράκη στην Κερασίτσα Αρκαδίας, του Μακρυγιάννη στη Ρούμελη, των Αβέρωφ και Τοσίτσα στην Ήπειρο, του Βιζυηνού και της Βέμπο στη Θράκη, της Έλλης Λαμπέτη στα Βίλια Αττικής, του Τσιτσάνη στα Τρίκαλα, του Βαρβάκη στα Ψαρά, του Χαροκόπου στην Κεφαλονιά, του Νικηφόρου Μανδηλαρά στη Νάξο, του Εμμανουήλ Ξάνθου στην Πάτμο.
ενδεικτικοί τάφοι στο 1ο Νεκρ.
Αντί αυτού, οι προαναφερθέντες τάφοι, όπως και εκατοντάδες άλλοι, συνωθούνται σε ένα και μόνο νεκροταφείο. Το πρώτο της πρωτεύουσας {2}. Η ιστορία έδειξε ότι σε κάθε τιμής ένεκεν «παραχώρηση» τάφου από τον διαθέτοντα την προνομία Δήμο των Αθηναίων, αντιστοιχεί και από ένας συγκεντρωτισμός. Από τα μνημόσυνα και τον τουρισμό μέχρι την κατακράτηση αν όχι και την υπεξαίρεση της εθνικής τοπικής υπερηφάνειας των πολιτών της περιφερειακής Ελλάδας, για τους συμπατριώτες τους οι οποίοι διακρίθηκαν εν ζωή. Κάτι που χρειάζεται να αντιμετωπιστεί αναδρομικά και σε αυτό οφείλει να καταλήγει η όποια νεκρολογία αποκέντρωσης. Μιλώ για νεκρολογία, διότι για την ίδια θα πρόκειται και στη περίπτωση αυτή, όταν ανοίξει συζήτηση για το συγκεκριμένο θέμα.
Απλά οι εκ της επίσημης πολιτικής τότε -είτε είναι οι μεν είτε οι δε είτε οι παρά δε- δεν θα έχουν να πουν τίποτε απολύτως. Αν μάλιστα εθνικό είναι το αληθές, η αποκέντρωση είναι ένας τομέας, όπου η συνήθης κατηγοριοποίηση της πολιτικής σε δεξιά και σε αριστερά και στην οποιαδήποτε άλλη, εντός ή εκτός ημικυκλίου, πτέρυγα, είναι μια καθαρά τυπική πράξη. Διότι ουσιαστικά δεν διαφέρουν πουθενά. Το μόνο καλό που έχει το νεοελληνικό αυτό αθηναϊκό κρατίδιο είναι ότι αποτελεί πηγή έμπνευσης για ιδέες και προτάσεις. Όπως το ίδιο κάνει η βλακεία των όποιων ταγών του.
Ίσως αντιταχθεί ότι υπάρχουν άλλα προβλήματα που ζέουν. Η οικονομία και η καθημερινότητα. Μα μήπως για αυτά έχει κάνει ποτέ κανείς έστω κάτι τι; Είτε εκ των κυβερνώντων είτε εκ των αντιπολιτευόμενων; Ή μήπως επειδή από της πρωίας έως τα μεσάνυκτα ασχολούνται με τα ζητήματα αυτά, τα Μέσα, έχουν συμβάλει στην επίλυσή τους; Κατά τη γνώμη μου το μόνο που επιτυγχάνει το ημερολόγιο πρόγραμμα των ανωτέρω συνιστωσών της Ελληνικής Πολιτείας είναι η έξωση και άρα η απουσία κάθε πολιτικής συζήτησης για την αποκέντρωση, τη Δημοκρατία, την κοινωνία.
Η εμμονή στο τηλεοπτικό οικονομικό πεδίο, από πολλών πλέον ετών, μόνο σαν μάθημα της αλφαβήτου που μάλιστα το διδάσκουν αναλφάβητοι, μπορεί να εκληφθεί. Η δε κοινωνία, σαν νήπιο, να παραμένει καθηλωμένη και υποχρεωμένη να ακούει και ξανακούει την ίδια αλφαβήτα και τα ίδια μαθήματα συλλαβισμού: «το και πι, τόπι, πα και πι, το παπί». Κυρίως δε, να υπακούει. Και αυτοί που ξέρουν γράμματα και περί τίνος πρόκειται, αντί να διδάξουν την τόσο σπουδαία τέχνη της πολιτικής, όπως θα τη χαρακτήριζε ο Δημόκριτος, πλέκουν το καλάθι τους. Αν κτίζουν κάτι, είναι το επί μέρους, το θεματικό παλατάκι τους, στην υπερπλήρη από παρόμοια, πρωτεύουσα αλλά και αλλού. Στα λόγια Δημοκρατία, στην πράξη φεουδοκρατία.
ενδεικτικοί τάφοι στο 1ο Νεκρ.
Η πιο μεγάλη όμως θλίψη αυτής της χώρας δεν είναι οι εντός των συμβατικών τειχών, είτε είναι πρόσωπα, κόμματα και τηλεοράσεις είτε άλλα εξωθεσμικά κέντρα. Είναι οι εκτός. Οι της εναλλακτικής λύσης. Οι επί του ίδιου τελικά πεδίου και των συναφών, κινούμενοι. Είτε ανήκουν στην ακαδημαϊκή κοινότητα είτε στη δημοσιογραφική είτε στην πολιτική. Υπεράνω όλων βρίσκεται ο συγκεντρωτισμός. Πρόκειται για πολλές μεν, πλην όμως μονάδες-κόμματα. Αυτά, τα κατά τα άλλα, θεσμικά προϊόντα, τα οποία ζημίωσαν και ζημιώνουν, όσο τίποτε άλλο, την πολιτική, τις ιδέες, την ίδια τη Δημοκρατία. Οι εκ του χώρου της οικονομίας βρίσκουν και κάνουν, επί όλων των προαναφερθεισών κατηγοριών, τις περιπτώσεις.
Ίσως αντιταχθεί ότι οι επιφανείς που έλεγα, έχουν τιμηθεί από τις γενέτειρες τους αφού οι ίδιες τους έστησαν ανδριάντες ή προτομές στους γενέθλιους τόπους. Όμως άλλο είναι το τσιμέντο και το μάρμαρο ή ακόμη και ο όνυχας, και άλλο τα κόκαλα. Ας μην επεκταθώ για αυτά στην ιστορική παράδοση είτε είναι η κλασσική Ελληνική είτε η εκκλησιαστική και η νεοελληνική, ως προς την απόδοση τιμών στους νεκρούς από τους οικείους τους και τους οικείους τους τόπους. Είναι άλλωστε γνωστά τα λόγια και οι πράξεις της Αντιγόνης στην ομώνυμη τραγωδία του Σοφοκλή ως προς την ταφή του αδελφού της Πολυνείκη. Το προβάδισμα του ιερού εθίμου έναντι της εξουσίας και των εντολών του Κρέοντα.
Όπως γνωστή είναι η θανατική καταδίκη που επιβλήθηκε μετά τη ναυμαχία των Αργινουσών, στους Αθηναίους ναυάρχους, από την Εκκλησία του Δήμου, διότι παρά την νίκη, δεν περισυνέλλεξαν τους ναυαγούς. Αυτά είναι η μια όψη της αρχαιοελληνικής ηθικής ως προς το ζήτημα του ανθρώπινου σώματος. Όπως και η νεοελληνική ηθική που δεν επιτρέπει σε πολλούς νησιώτες, συγγενείς ναυτικών, που πνίγηκαν αλλά δεν βρέθηκαν, να τρώνε ψάρια. Ένα ακόμη ιερό έθιμο σεβασμού προς το νεκρό ανθρώπινο σώμα. Μια ακόμη ηθική.
Θέματα που παραπέμπουν στον περί της ηθικής, Αριστοτελικό ορισμό και που υπό το πρίσμα αυτό, η διαιωνιζόμενη παραμονή στον ίδιο μέρος των οστών των επιφανών νεοελλήνων, συνιστά ύβρη αν όχι ανηθικότητα. Μπορεί κανείς εύκολα να το διαπιστώσει αυτό, παρατηρώντας τα έθιμα και επόμενα την ηθική στην υπόλοιπη Ευρώπη ή ακόμη και στην ίδια την Αμερικανική Ήπειρο, ως προς τους τόπους ταφής των εκεί επιφανών.
Αν αφήσουμε για μια στιγμή την ιστορία, τόσο του μακρινού παρελθόντος όσο του πρόσφατου, θα δούμε ότι τα πράγματα ως προς τη θεσμική αντιμετώπιση του ζητήματος για το παρόν και το μέλλον, είναι πολύ πιο εύκολα. Ένα νομοσχέδιο με ένα και μόνο άρθρο στη Βουλή αρκεί. Σύμφωνα με αυτό τα πολιτικά πρόσωπα όπως οι πνευματικοί άνθρωποι {3} μπορούν να καθίστανται δωρητές οστών προς τους ασθενείς τους τόπους. Όπως γίνεται και με τους δωρητές οργάνων προς τους επίσης ασθενείς συνανθρώπους.
Αργότερα το ίδιο αυτό προτεινόμενο θεσμικό μέτρο μπορεί να επεκταθεί και σε άλλες ευρύτερες κοινωνικές κατηγορίες πολιτών. Οι οποίοι αν θέλουν θα μπορούν να γίνονται και αυτοί δωρητές. Και κατόπιν να επεκταθεί σε όλους. Δεν είναι άλλωστε και λίγες οι περιπτώσεις ανθρώπων που θα ήθελαν «να αφήσουν τα κόκαλά τους», όπως λέγεται, στις γενέτειρές τους και αντί να συμβεί αυτό, συσσωρεύονται στα ων ουκ έστιν αριθμός οστεοφυλάκια, μέσα στο Πρώτο Νεκροταφείο {4}.
Ας επιτραπεί να διατυπωθεί επίσης και μια πρώτη σκέψη για τη συνέχεια. Ναι μεν κατά τα εκκλησιαστικά θέσμια η ανακομιδή των οστών επιτρέπεται -χωρίς βέβαια να γράφεται πουθενά ότι συνιστά πράξη υποχρεωτική- προκειμένου να καταλήξει στα συρτάρια των οστεοφυλακίων, όμως δεν παύει να αποτελεί έξωση από την αιώνια κατοικία, και στην πράξη, διακοπή της φυσικής χωματοποίησης των νεκρών. Σε κάθε πάντως περίπτωση, εκταφή. Και αυτό ανεξάρτητα από το αν οφείλεται σε αδιαχώρητο ή στους γνωστούς οικονομικούς λόγους ή και στην οικονομία του χώρου, που έφτασε να επιβάλει τη λύση των πολυώροφων αιώνιων κατοικιών του άλλου κόσμου.
Το επιχείρημα ότι δεν λιώνουν τα κόκαλα δεν αρκεί αν από την άλλη δεν έρχεται να εκλογικεύσει τα περί καταφυγής και σε κάποιες άλλες τεχνικές, όπως η καύση των νεκρών, στα οποία θα προστεθεί η ανάγκη απαλλαγής από το οξύτατο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν το πρώτο αλλά και άλλα νεκροταφεία σε ολόκληρη τη χώρα. Κατά τη γνώμη μου, το δίλημμα «αποκέντρωση ή καύση νεκρών» είναι το πραγματικό. Κανείς όμως, ακόμη και από εκείνους που αντιτίθενται -όπως η Εκκλησία- στο δεύτερο, δεν ασπάζονται το πρώτο. Αν ναι, τότε τι έχουν πράξει; Μια και μόνο ματιά μπαίνοντας αριστερά στο πρώτο νεκροταφείο, αρκεί.
Το πρόβλημα, εννοείται, δεν πρόκειται να επιλυθεί ούτε και με την καύση, κατά πως διατείνονται οι ποικιλώνυμοι θιασώτες της. Ο λόγος επίκλησης του Ομήρου για τις καύσεις που περιγράφει στα έπη του, δεν αρκεί. Όπως δεν αρκεί βέβαια η πράξη της Αντιγόνης. Ούτε το γεγονός με τη περίπτωση των Αργινουσών. Η αλήθεια ως προς το τι ίσχυε στους αρχαίους χρόνους, βρίσκεται στον τύμβο του Μαραθώνα, όπου καύση και ταφή, συνυπάρχουν.
Ας μην επεκταθώ στη χρησιμοποίηση του γεγονότος αυτού ως επιχειρήματος, από αμφότερες τις αντιμαχόμενες πλευρές. Αυτό που χρειάζεται είναι μια νέα προσέγγιση. Γιατί ακόμη κι αν νομοθετηθεί στη χώρα η καύση των νεκρών, θα γίνει όπως έγινε με τον πολιτικό και το θρησκευτικό γάμο. Θα θεσμοθετηθεί, και στη συνέχεια θα παραμείνει στα χαρτιά. Και η κατάσταση θα συνεχίσει να οξύνεται. Ιδίως δε, όταν κάποια χρονική στιγμή -στο απώτατο έστω μέλλον- η επελαύνουσα μεταλλαγμένη γαστρονομία πετύχει να επενεργήσει στο ανθρώπινο σώμα, έτσι ώστε να το κάνει να μην υπακούει στους νόμους της φυσικής. Να μη λιώνει. Ούτε και να καίγεται. Όπως τα πλαστικά. Να μη μπορεί ο άνθρωπος να ξαναγίνει χώμα. Και να μη κλείνει πια ποτέ ο κύκλος του. Να διακοπεί η επιστροφή στη μητέρα γη. Κάτι που γινόταν επί εκατομμύρια χρόνια, από την εμφάνιση του, σε αυτήν. Να μεταλλάσσεται τελικά μεταθανάτια, σε ένα είδος μούμιας αν όχι τοξικού αποβλήτου.
Τότε θα είναι που, ναι μεν, δεν θα έρθει το τέλος της ιστορίας, σίγουρα όμως θα πρόκειται για το τέλος της φυσικής ιστορίας. Όταν η ωραιότερη ίσως εκείνη επικήδεια ψαλμωδία: «χους ει, και εις χουν απελεύσει» -ο ύμνος αυτός, μεταξύ άλλων, προς τη φυσική- δεν θα έχει πλέον άλλο αντικείμενο, εκτός από τη μεταφυσική.
Όσον αφορά τώρα την υπάρχουσα Ελλαδική κλίμακα, η πρόταση για το πρώτο νεκροταφείο, με πρώτο μικρό βήμα τους επιφανείς του, όσο είναι αναγκαία, είναι και εφικτή. Αν είναι και κάτι άλλο, είναι ιστορική συνέχεια της έκφρασης των ανθρώπινων και επόμενα ευγενικών αισθημάτων προς τον άνθρωπο. Ζώντα, όσο και νεκρό.
Είναι η αρχή του ανθρωπισμού που, όπως όλες οι θεμελιώδεις αρχές και αξίες είναι συμπολίτισσες. Γεννημένες και μεγαλωμένες στην ίδια πόλη. Και που πιο εύκολα, από αλλού, θα παλινοστούσαν στο γενέθλιο τόπο. Αυτή η χώρα μπορούσε να κάνει πάρα πολλά. Ο ανθρωπισμός που σαν ουμανισμός αναγεννήθηκε κινούμενος στα αρχαιοελληνικά χνάρια -προτού γίνει συνώνυμο με τις Ευρωπαϊκές Δημοκρατίες- χρειάζεται μια νέα αναγέννηση. Ένα νέο πνευματικό κίνημα. Τα έχει ανάγκη η Ελλάδα, η Ευρώπη, ο κόσμος όλος. Ως και η πρόσφατη Γαλλία των ταραχών οφείλεται στην απουσία τους.
Και αυτή που μπορεί να κάνει κάτι για τον ανθρωπισμό δεν είναι παρά η ίδια η ανθρωπολογία. Επί του προκειμένου δε, η πολιτική ανθρωπολογία. Ως μια, μεταξύ των άλλων της αντικειμένων, υψηλή πνευματική δραστηριότητα καθώς επίσης και ανώτερη δημιουργική σύνθεση φιλοσοφίας, τέχνης, επιστήμης και θεολογίας. Και ναι μεν όλες τους αυτές είναι τα κύρια και ουσιαστικά πεδία στα οποία, από την έναρξη ακόμη της ιστορίας, δραστηριοποιήθηκε το πνεύμα των ανθρώπων και των λαών, όμως δεν παύουν το καθένα τους χωριστά, να αποτελεί μέρος. Αυτό έδειξαν τα πράγματα. Από τη διαδρομή του ανθρωπισμού, μέχρι τη θεολογική αξία της φιλανθρωπίας.
__________
Σημειώσεις
{2} βλ. Οπισθόφυλλο. Εικ. από Α΄ Νεκροταφείο. Αρχείο συγγραφέα,
{3} Οι εξ αυτών ακαδημαϊκοί οφείλουν και κάτι ακόμη. Να ζητήσουν την μετονομασία της Ακαδημίας τους, από Αθηνών, σε Ελληνική.
{4} Αίτηση του συγγραφέα προς το Α΄ Κοιμητήριο του Δήμου Αθηναίων, για χορήγηση του πλήρους καταλόγου με τους τιμής ένεκεν παραχωρηθέντες τάφους. Α.Π. 5/1141 της 27 Οκτωβρίου 2005. Όσο τώρα για τα υπόλοιπα, είναι ευκαιρία να γίνει μια απλή σύγκριση με άλλα νεκροταφεία Ευρωπαϊκών πρωτευουσών. Π.χ. με εκείνο του 20ου διαμερίσματος, στο Παρίσι. Δίπλα παρατίθενται περί τις τριάντα photos του. Πέραν των άλλων, πρόκειται για χώρο περιπάτου στους όμορφους δρόμους του για τους Πολίτες, που βέβαια δεν έχει καμιά σχέση με το εδώ Πρώτο Νεκροταφείο. Είτε στη χωροταξία είτε