Μενού
Αρχική / Άρθρα / Ταξίδια / Το προφίλ των αλλοδαπών τουριστών

Το προφίλ των αλλοδαπών τουριστών

Πέρα από τους μύθους που κυριαρχούν στο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο τουριστικό στερέωμα, υπάρχουν και κάποιες αλήθειες, όπως τουλάχιστον αποτυπώνονται σε εξειδικευμένες έρευνες και μελέτες. Αλήθειες που δείχνουν ότι τα ελληνικά ξενοδοχεία έχουν περάσει διεθνώς στο «ακριβό» κομμάτι της αγοράς, ενώ άλλοι, εξίσου ακριβοί, προορισμοί -όπως εμφανίζεται η Τουρκία στο σκέλος των διακοπών πολυτελείας- περιβάλλονται ακόμη με το μύθο της φθήνειας.

Όπως προκύπτει από μελέτη της Leo Burnett οι τουρίστες θέλουν να κάνουν περισσότερα ταξίδια «σφηνάκια» (δύο ή τριών ημερών) και να πετάνε με αεροπορικές εταιρείες χαμηλού κόστους, αναχωρώντας από μικρά αεροδρόμια που βρίσκονται δίπλα στην πόλη τους. Παίρνουν πληροφορίες και κάνουν κρατήσεις μέσω Ίντερνετ, θέλουν να βρίσκονται σε καθαρό και όχι υποβαθμισμένο περιβάλλον και δεν δίνουν δεκάρα τσακιστή για τις λεγόμενες «οργανωμένες» παραλίες που έγιναν της μόδας στην Ελλάδα.


Πιο αναλυτικά:


– Οι Βρετανοί προτιμούν τους μακρινούς και μεσαίας απόστασης προορισμούς και ψάχνουν επίμονα το καλύτερο στη χαμηλότερη τιμή. Αν δεν καταφέρουν να το βρουν μόνοι τους μέσω Ίντερνετ, αγοράζουν πακέτα «all inclusive» (με πληρωμένα τα γεύματα και τα ποτά).


– Οι Γερμανοί αφοσιωμένοι στην προστασία του περιβάλλοντος, διαλέγουν τις διακοπές τους με βάση την τιμή. Αγοράζουν κυρίως «ήλιο και θάλασσα» και η Κροατία γίνεται σταδιακά ο δημοφιλέστερος προορισμός τους. Τους αρέσει να επισκέπτονται πόλεις σε Ιταλία, Γαλλία, Βρετανία και Κεντρική Ευρώπη.


– Οι Άραβες προτιμούν τις πολυήμερες διακοπές μαζί με τις πολυπληθείς οικογένειές τους και ξοδεύουν. Προτιμούν τα μέρη με πάρκα αναψυχής ώστε να περνούν καλά τα παιδιά τους.


– Οι Ρώσοι έχουν μεγάλο εμπόδιο τη βίζα προκειμένου να έλθουν στην Ελλάδα. Έτσι, όσοι αναζητούν ήλιο και θάλασσα προτιμούν την Τουρκία και την Αίγυπτο.


Από πρόσφατη έρευνα μεταξύ των τουρ οπερέιτορς που δραστηριοποιούνται στη γερμανική αγορά (TUI, Neckermann, Thomas Cook, Attika reisen κ.ά.) προκύπτει ότι:


Στα πολυτελή ξενοδοχεία 5 αστέρων την υψηλότερη τιμή, για πακέτα διακοπών μιας εβδομάδας κατά την υψηλή τουριστική περίοδο του Ιουλίου, εμφανίζουν τα ξενοδοχεία της Πορτογαλίας με μέσο όρο τα 1.297 ευρώ. Ακολουθεί κατά πόδας η «φτηνή» Τουρκία με τιμή εβδομαδιαίας διαμονής στα καλύτερα, εννοείται, ξενοδοχεία της Κωνσταντινούπολης και των τουρκικών ακτών τα 1.229 ευρώ!


Η Ελλάδα είναι στην τρίτη θέση με 972 ευρώ μέσο όρο τιμής για το εβδομαδιαίο πακέτο διακοπών. Ακολουθεί η Ισπανία με 904 ευρώ, ενώ φτηνότερος προορισμός στους πίνακες του συγκεκριμένου ταξιδιωτικού οργανισμού εμφανίζεται η Αίγυπτος με 709 ευρώ. Στα ξενοδοχεία τεσσάρων αστέρων η Ελλάδα βρίσκεται στην τρίτη θέση με μέση τιμή (εβδομαδιαίου) πακέτου τα 767 ευρώ. Πρώτη στον πίνακα ακριβότερων προορισμών του γερμανικού οργανισμού είναι η Πορτογαλία (838 ευρώ) και αμέσως μετά ακολουθεί η Κύπρος με 825 ευρώ. Η Ισπανία είναι φτηνότερη από την Ελλάδα στις προσφορές (722 ευρώ), με ακόμη φτηνότερες την Τυνησία (554) και τη Βουλγαρία (589 ευρώ).


Τέλος, για τα ξενοδοχεία «all inclusive», που αποσπούν την προτίμηση ολοένα και μεγαλύτερου μέρους τουριστών, ακριβότερος προορισμός εμφανίζεται το Μαρόκο (1.028 ευρώ) και ακολουθούν Πορτογαλία (924 ευρώ) και η Τουρκία με 917 ευρώ για τη διαμονή μίας εβδομάδας, ενώ η Ελλάδα κοστίζει κατά μέσο όρο 872 ευρώ.


Το all inclusive (όλες οι υπηρεσίες, από διανυκτέρευση ως διατροφή και ψυχαγωγία σε τιμή πακέτου) έχει ιδιαίτερη ζήτηση από ευρύτατα στρώματα καταναλωτών αυτές τις εποχές της οικονομικής ύφεσης. Το φαινόμενο έχει υποστηρικτές αλλά και πολέμιους, που εκτιμούν ότι το «βραχιολάκι» απαξιώνει την ποιότητα του ελληνικού τουρισμού, καθώς επαναφέρει τον «τουρισμό του σακιδίου», έστω σε μοντέρνα εκδοχή. Οι μη υποστηρικτές της all inclusive αγοράς υπογραμμίζουν ότι οι πελάτες, διαμένοντας καθ’ όλη τη διάρκεια των διακοπών τους στο ξενοδοχείο, δεν ξοδεύουν έξω από αυτό, επομένως δεν αφήνουν τίποτε στις τοπικές οικονομίες.


Κορυφαίοι προορισμοί διακοπών για τους Γερμανούς -για τους καλύτερους πελάτες της Ελλάδος, που μαζί με τους Βρετανούς αποτελούν το 50% του συνολικού τουριστικού εκτοπίσματος της χώρας μας – παρέμειναν και πέρυσι η Ιταλία, η Τουρκία και η Ισπανία. Πολλοί ήταν και οι Γερμανοί που «πετάχτηκαν» μέχρι τη γειτονική τους Τσεχία. Άλλωστε, έκθεση του Ομοσπονδιακού Συνδέσμου Γερμανικών Τραπεζών, επισημαίνει ότι το κάθε ευρώ των Γερμανών αποκτά στην Τσεχία 26% μεγαλύτερη αγοραστική αξία από αυτή που έχει στη χώρα τους. Όσο για την Ελλάδα, οι τιμές που βρίσκουν εδώ οι Γερμανοί ελάχιστα διαφέρουν από τις δικές τους.


Με αυτά τα δεδομένα, χώρες όπως οι Πολωνία, Ουγγαρία, Τσεχία και Σλοβακία αποκτούν περισσότερους θιασώτες καλοκαίρι-χειμώνα, καθώς βρίσκονται σε κοντινές αποστάσεις με το αεροπλάνο ή το Ι.Χ., προσφέροντας ταυτόχρονα φτηνά προϊόντα και υπηρεσίες.


«Το 2005 ήταν μια θετική χρονιά για τον ελληνικό τουρισμό, η επιτυχία αυτή όμως ανέδειξε τα σοβαρά προβλήματα στις υποδομές, ιδιαίτερα της περιφέρειας, τα οποία άμεσα οφείλει να επιλύσει η πολιτεία». H δήλωση ανήκει στον κ. Γερ. Καλλίγερο, γενικό γραμματέα της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων, ο οποίος τονίζει ότι «δεν πρέπει να επαναπαυθούμε στη θετική εξέλιξη της πορείας του ελληνικού τουρισμού, αλλά να κινηθούμε γρήγορα και να βελτιώσουμε δρόμους, λιμάνια, αεροδρόμια, περιβάλλοντες χώρους ώστε να ενισχυθεί σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα η τουριστική οικονομία».


Ένα δεύτερο σημαντικό ζήτημα που αναδείχθηκε στη διάρκεια της περασμένης τουριστικής περιόδου είναι το μεγάλο πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού τουριστικού προϊόντος. Το τελευταίο αποδείχθηκε όχι μόνον ακριβότερο αλλά σε αρκετές περιπτώσεις και υποδεέστερο από το αντίστοιχο προϊόν ανταγωνιστριών χωρών.


«Ενώ το εγχώριο τουριστικό προϊόν επιβαρύνεται με ΦΠΑ 19%, οι ανταγωνίστριες χώρες επωφελούνται από μια διαφορά ως και 12 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα» λέει ο κ. Γερ. Καλλίγερος, προσθέτοντας την ίδια στιγμή ότι «οι μισθοί των εργαζομένων στον τουρισμό είναι εξαιρετικά χαμηλοί. Πρέπει λοιπόν η πολιτεία να αποφασίσει αν θέλει να στηρίξει ή όχι την τουριστική οικονομία. Συμπληρωματικό προς όλα αυτά είναι και το θέμα της τουριστικής εκπαίδευσης η οποία πλέον πρέπει να αποκτήσει τριτοβάθμιο επίπεδο και βεβαίως συγκέντρωση κάτω από έναν ενιαίο φορέα».


Αφήστε μια απάντηση