Αχαρτοσήμαντος : έγγραφο στο οποίο δεν έχει επικολληθεί χαρτόσημο .
Συνέχεια »admin
ΑΦΥΗΣ
Αφυής : αυτός που στερείται ευφυΐας , μη ευφυής .
Συνέχεια »ΑΦΤΙΑΖΟΜΑΙ
Αφτιάζομαι : στήνω αφτί να ακούσω , ακούω με προσοχή , ακούω τυχαία .
Συνέχεια »ΑΦΡΟΔΙΣΙΑΣΤΗΣ
Αφροδισιαστής : αυτός που παρουσιάζει έντονη ροπή προς τις σαρκικές απολαύσεις .
Συνέχεια »ΑΦΟΡΜΙΖΩ
Αφορμίζω : δημιουργώ πυώδη φλεγμονή , προκαλώ μόλυνση και ερεθισμό της πληγής .
Συνέχεια »ΑΦΛΟΓΙΣΤΙΑ
Αφλογιστία : για όπλο, η μη ανάφλεξη του καψαλιού ή της γομόσεως όπλου έτοιμου να πυροδοτήσει παρά την πυροδότηση του αντίστοιχου μηχανισμού . Μεταφορικά , η έλλειψη της αποτελεσματικότητας ή ικανότητας επιτυχίας του στόχου .
Συνέχεια »ΑΦΛΕΓΗΣ
Αφλεγής : αυτός που δεν πάιρνει φωτιά , ο άφλεκτος .
Συνέχεια »ΑΦΙΟΝΙ
Αφιόνι : η παπαρούνα από την οποία παράγεται το όπιο .Μεταφορικά , καθετί το οποίο μπορεί να προκαλέσει πνευματικό λήθαργο , να στερήσει από κάποιον το δικαίωμα να σκέπτεται και να αποφασίζει ελεύθερα .
Συνέχεια »ΑΦΙΛΟΠΟΝΟΣ
Αφιλόπονος : αυτός που δεν αγαπά την εργασία .
Συνέχεια »ΑΦΙΛΟΚΑΛΟΣ
Αφιλόκαλος : αυτός που δεν αγαπά το ωραίο , μη καλαίσθητος .
Συνέχεια »ΑΦΘΟΡΟΣ
Αφθορος : αυτός που δεν έχει φθαρεί , που είναι ηθικός αγνός και αμόλυντος .
Συνέχεια »ΑΦΗΛΙΟ
Αφήλιο : το σημείο της ελλειπτικής τροχιάς ενός πλανήτη ( ή κομήτη ) , το οποίο βρίσκεται στη μεγαλύτερη απόσταση από τον ήλιο .
Συνέχεια »ΑΦΕΥΚΤΟΣ
Αφευκτος : αυτόςε που δεν μπορεί να τον αποφύγει κανείς .
Συνέχεια »ΑΦΕΡΙΜ
Αφερίμ : εύγε , μπράβο , καλώς ( τουρκ. aferim )
Συνέχεια »ΑΦΕΡΕΓΓΥΟΣ
Αφερέγγυος : αυτός που δεν εμπνέει εμπιστοσύνη , τον οποίο δεν μπορεί να να εμπιστευθεί .
Συνέχεια »ΑΦΕΝΤΑΔΙΚΟΣ
Αφεντάδικος : αυτός που αρμόζει σε αφέντη.
Συνέχεια »