Αυλόδουλος : αυτός που υποτάσσεται δουλικά στη θέληση και την εξουσία του βασιλιά .
Συνέχεια »admin
ΑΥΛΗΤΗΣ
Αυλητής : ο μουσικός που παίζει αυλό , αυτός που εκτελεί μουσικές συνθέσεις με αυλό .
Συνέχεια »ΑΥΛΗΣΗ
Αύληση : το παίξιμο του αυλού .
Συνέχεια »ΑΥΛΕΙΟΣ
Αύλειος : αυτός που ανήκει στην αυλή .
Συνέχεια »ΑΥΘΩΡΕΙ
Αυθωρεί : ευθύς αμέσως , την ίδια στιγμή .
Συνέχεια »ΑΥΘΥΠΟΣΤΑΤΟΣ
Αυθυπόστατος : αυτός που έχει ξεχωριστή και ανεξάρτητη ύπαρξη , που έχει αυτοτέλεια ή υπάρχει από μόνος του .
Συνέχεια »ΑΥΘΥΠΕΡΒΑΣΗ
Αυθυπέρβαση: το να υπερβαίνει κανείς τον όδιο του τον εαυτό . Κυρίως να ξεπερνά τις αδυναμίες του .
Συνέχεια »ΑΥΓΑΖΩ
Αυγάζω : εκπέμπω τη λάμψη και μεγαλοπρέπεια της αυγής , του ανατέλλοντος ηλίου .
Συνέχεια »ΑΤΤΙΚΑΡΧΗΣ
Αττικάρχης : ο διοικητής των αστυνομικών διευθύνσεων Αττικής .
Συνέχεια »ΑΤΣΑΛΙΑ
Ατσαλιά : η ακαταστασία , η τσαπατσουλιά . Η αδέξια και άχαρη πράξη .
Συνέχεια »ΑΤΡΑΠΟΣ
Ατραπός : δύσβατο μονοπάτι , πέρασμα .
Συνέχεια »ΑΤΡΑΚΤΟΣ
Ατρακτος : το αδράκτι , ο ματαλλικός μακρόστενος άξονας περιστροφής μηχανημάτων . Σημαίνει επίσης το κύριο μέρος αεροπλάνου .
Συνέχεια »ΑΤΟΠΟΣ
Ατοπος : αυτός που είναι αντίθετος προς τη λογική ή τους κοινωνικούς αποδεκτούς τρόπους συμπεριφοράς .
Συνέχεια »ΑΤΟΠΗΜΑ
Ατόπημα : η ακατάλληλη για τις περιστάσεις ενέργεια ή πράξη .
Συνέχεια »ΑΤΟΜΙΣΜΟΣ
Ατομισμός : ο ατομικισμός .
Συνέχεια »ΑΤΟΛΗ
Ατόλη : ο δακτυλιοειδής κοραλλιογενής σχηματισμός που περικλείει λιμνοθάλασσα , είναι σκεπασμένος με πλούσια βλάστηση και επικοινωνεί με το ανοικτό πέλαγος μέσω καναλιών .
Συνέχεια »