Ειλημμένος : αυτός που έχει ληφθεί.
Συνέχεια »Ειλητάριο
Ειλητάριο : στενή και επιμήκης λωρίδα περγαμηνής που τυλιγόταν γύρω από τον κόντο, ώστε να μπορεί να ξεδιπλώνεται και να διπλώνεται και που χρησιμοποιούνταν για την αναγραφή σε αυτή της Θείας Λειτουργίας και την ανάγνωση των Ευχών από τον ιερέα.
Συνέχεια »Εθνικοποίηση
Εθνικοποίηση : το να γίνε κάτι εθνικό, το να υπάγεται στην ευθύνη του κράτους.
Συνέχεια »Ειμαρμένη
Ειμαρμένη : αυτό που θεωρείται ότι έχει προκαθοριστεί να συμβεί στον καθένα, η μοίρα που επηρεάζει και διαμορφώνει καθοριστικά τις επιλογές στη ζωή.
Συνέχεια »Εθνικόφρων
Εθνικόφρων : αυτός που έχει εθνικά φρανήματα, που πιστεύει στην ιδέα του έθνους, την υποστηρίζει και την προβάλλει.
Συνέχεια »Ειρημένος
Ειρημένος : αυτός που έχει λεχθεί.
Συνέχεια »Εθνοβόρος
Εθνοβόρος : ο φθοροποιός ή και καταστροφικός για το έθνος.
Συνέχεια »Ειρηνισμός
Ειρηνισμός : η αντίθεση στον πόλεμο ή τη χρήση βίας ως μέσο επιλύσεως διαφορών και ειδικότ. η άρνηση αναμείξεως σε στρατιωτικές, πολεμικές επιχειρήσεις εξαιτίας προσωπικών αρχών ή πεποιθήσεων.
Συνέχεια »Εθνοκάθαρση
Εθνοκάθαρση : η βίαιη μετακίνηση των μελών μιας εθνότητας από μια περιοχή ή και ο αφανισμός τους, η μαζική τους εξόντωση.
Συνέχεια »Ειρκτή
Ειρκτή : το δημόσιο δεσμωτήριο, κάθε τόπος καταδίκης ή ακούσιας κράτησης για έκτιση ποινής.
Συνέχεια »Εθνοκεντρισμός
Εθνοκεντρισμός : η αναγωγή των πάντων στην ιδέα του έθνους και στο ίδιο το έθνος.
Συνέχεια »Εθνοτικός
Εθνοτικός : αυτός που σχετίζεται με πληθυσμιακή ομάδα ενός έθνους, η οποία αποτελεί ενότητα.
Συνέχεια »Ειδεμή
Ειδεμή : σε αντίθετη περίπτωση, διαφορετικά.
Συνέχεια »Ειδεχθής
Ειδεχθής : αυτός που είναι αποκρουστικός στη όψη και τη θέα, αυτός που προκαλεί αηδία και αποτροπιασμό.
Συνέχεια »Ειδότες
Ειδότες : αυτοί που γνωρίζουν καλά τα πράγματα.
Συνέχεια »Είθε
Είθε : δηλώνει ευχή και επιθυμία.
Συνέχεια »