Γλύφανο: σφηνοειδές εργαλείο με κοφτερή κόψη στην άκρη της λεπίδας του , που παρασκευάζεται από ατσάλι και χρησιμοποιείται για κόψιμο ή σμίλευση ξύλου.
Συνέχεια »Γλυφή
Γλυφή; Η λάξευση σκληρής ύλης , η χάραξη σκληρής επιφάνειας , κυρίως για τη δημιουργία γλυπτής παράστασης .
Συνέχεια »Γλυφός
Γλυφός: αυτός που έχει τη χαρακτηριστική γεύση της θαλασσινής αλμύρας , που είναι ελαφρώς αλμυρός.
Συνέχεια »Γλωσσαλγία
Γλωσσαλγία: στην ιατρική είναι ο πόνος στη γλώσσα . Μεταφορικά σημαίνει η ενοχλητική , κουραστική και υπερβολική σε διάρκεια ομιλία , η περιττή πολυλογία.
Συνέχεια »Γλωσσαμύντορας
Γλωσσαμύντορας: ο μαχητικός υπερασπιστής της καθαρεύουσας , αυτός που θεωρεί τον εαυτό του υπερασπιστή της γλώσσας του.
Συνέχεια »Γλώσσημα
Γλώσσημα: η λέξη που έχει περιπέσει σε αχρηστία ως παλαιά και δυσνόητη , που απαιτεί ερμηνεία .
Συνέχεια »Γλωσσολαλία
Γλωσσολαλία : η παραγωγή συνήθως ακατάληπτου λόγου σε κατάσταση έκστασης.
Συνέχεια »Γνάφαλα
Γνάφαλα: τα κομμάτια από τρίχες η μαλλιά ζώων , που είναι ακατάλληλα για κλώσιμο ή γέμισμα παπλωμάτων , μαξιλαριών , στρωμάτων κλπ.
Συνέχεια »Γλαύκα
Γλαύκα: η κουκουβάγια
Συνέχεια »Γνώρα
Γνώρα : η γνωριμία.
Συνέχεια »Γλαυκός
Γλαυκός: ο αστραφτερά γαλάζιος , αυτός που έχει λαμπερό γαλάζιο χρώμα.
Συνέχεια »Γολέτα
Γολέτα: πλωτό σκάφος που διαθέτει πρωραίο και κεντρικό ιστό και πρωραία και πρυμναία πανιά σε όλους τους χαμηλότερους ιστούς.
Συνέχεια »Γλεύκος
Γλεύκος: χυμός που βγαίνει από το πάτημα των σταφυλιών , ο μούστος.
Συνέχεια »Γόμος
Γόμος: οτιδήποτε μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως γέμισμα . Το κάθε είδους φορτίο για υποζύγια ή πλοία.
Συνέχεια »Γλίνα
Γλίνα: το λίπος κρέας κυρίως χοιρινού , το οποίο με το βρασμό αποβάλλεται ως ζωική , λιπαρή και γλοιώδης ουσία και είτε επικάθεται σε επιφάνειες σκευών είτε κρουστοποιείται καθώς κρυώνει.
Συνέχεια »Γόμφος
Γόμφος : το καρφί.
Συνέχεια »