Γεροντοφοβία : ο φόβος για τον ερχομό του γήρατος.
Συνέχεια »Γέσμαν
Γέσμαν : Ελληνικό «μαλιστάς». Αυτός που πάντα συμφωνεί και δέχεται τη γνώμη των ανωτέρων του , ανεξαρτήτως των προσωπικών του πεποιθήσεων , ο κόλακας , αυτός που λέει πάντα «ναι», «μάλιστα».
Συνέχεια »Γέτι
Γέτι : Θρυλικό ζώο πολύ μεγάλων διαστάσεων , που πιστεύεται ότι ζει στις υψηλές κορφές των Ιμαλαΐων και έχει τη μορφή πιθήκου ή αρκούδας.
Συνέχεια »Γεωγονία
Γεωγονία : θεωρία ή υπόθεση σχετικά με τη γένεση και τη διαμόρφωση της Γης.
Συνέχεια »Γεωδαισία
Γεωδαισία : κλάδος των εφαρμοσμένων μαθηματικών , που ασχολείται με τη μέτρηση του εμβαδού και του σχήματος μεγάλων εκτάσεων μιας χώρας , τον ακριβή προσδιορισμό των γεωγραφικών συντεταγμένων και την καμπυλότητα , το σχήμα και τις διαστάσεις της γήινης σφαίρας.
Συνέχεια »Γαλιάντρα
Γαλιάντρα : ο Κορυδαλλός. Χρησιμοποιείται και μεταφορικά ως χαρακτηρισμός προσώπου που μιλάει ακατάπαυστα.
Συνέχεια »Γεμολόγος
Γεμολόγος : ο ειδικός που πιστοποιεί τη γνησιότητα πολύτιμων λίθων .
Συνέχεια »Γαλίφης
Γαλίφης : αυτός που κολακεύει τους άλλους για να πετύχει τους σκοπούς του
Συνέχεια »Γερακάρης
Γερακάρης : ο εκγυμναστής γερακιών για το κυνήγι.
Συνέχεια »Γαμέτης
Γαμέτης : το εξειδικευμένο κύτταρο για την αναπαραγωγή στα πρωτόζωα και τα φυτά.
Συνέχεια »Γάνα
Γάνα : 1. Η πρασινωπή σκουριά που εμφανίζεται σε σκεύη ή αντικείμενα που δεν έχουν γαλβανιστεί . 2. Η μουντζούρα που δημιουργείται στα σκεύη με τα οποία μαγειρεύουμε πάνω στη φωτιά . 3. Λευκό επίχρισμα που εμφανίζεται πάνω στη γλώσσα …
Συνέχεια »Γαρδέλι
Γαρδέλι : η καρδερίνα.
Συνέχεια »Γαρδούμπα
Γαρδούμπα : ορεκτικό που παρασκευάζεται από εντόσθια αμνοεριφίων , τα οποία δένονται σε μικρές πλεξίδες.
Συνέχεια »Γαριάζω
Γαριάζω : χάνω τη λαμπερή και καθαρή μου όψη , δεν είμαι απόλυτα καθαρός.
Συνέχεια »Γαρμπής
Γαρμπής : ο νοτιοδυτικός άνεμος, ο λίβας.
Συνέχεια »Γαρμπίλι
Γαρμπίλι : χαλίκι που χρησιμοποιείται στις οικοδομές.
Συνέχεια »