Βρέγμα : το μέρος του κρανίου που αποτελεί το σημείο συνάντησης των μετωπιαίων και των βρεγματικών οστών του
Συνέχεια »Βουρκονέρι
Βουρκονέρι : νερό από βάλτο και γενικότερα βρόμικο , λασπωμένο νερό
Συνέχεια »Βουρλίζω
Βουρλίζω : τρελαίνω , φέρνω κάποιον σε κατάσταση τρέλας ή απελπισίας
Συνέχεια »Βουστάσιο
Βουστάσιο : στάβλος βοοειδών
Συνέχεια »Βουτσάς
Βουτσάς : ο βαρελάς
Συνέχεια »Βουτσί
Βουτσί : το βαρέλι
Συνέχεια »Βόστρυχος
Βόστρυχος: η μπούκλα
Συνέχεια »Βραγιά
Βραγιά : τμήμα κήπου φυτεμένου με άνθη ή λαχανικά , το οποίο περιβάλλεται από ποτιστικό αυλάκι
Συνέχεια »Βότρυς
Βότρυς : η διάταξη που σχηματίζουν οι καρποί του αμπελιού , οι οποίοι συγκεντρώνονται γύρω από κύριο άξονα .
Συνέχεια »Βραδύνοια
Βραδύνοια : η ελαφρά διανοητική καθυστέρηση , βραδύτητα στη σκέψη και την αντίληψη . Στην ιατρική είναι η μείωση της αντιληπτικής ή και μαθησιακής ικανότητας , που οφείλεται σε ποικίλα παθολογικά αίτια.
Συνέχεια »Βούβα
Βούβα : ( επιφώνημα ) στάματα να μιλάς , σιωπή
Συνέχεια »Βραδυφλεγής
Βραδυφλεγής : αυτός που έχει αργό ρυθμό αναφλέξεως.
Συνέχεια »Βουβώνας
Βουβώνας : τμήμα του σώματος ανάμεσα στους άνω μηρούς και τα γεννητικά όργανα , η κοιλότητα που σχηματίζεται μεταξύ του ανωτέρου τμήματος των ποδιών και της κοιλιάς
Συνέχεια »Βράκτιο
Βράκτιο : καθένα από τα μικρά φύλλα που βρίσκονται στη βάση άνθους ή ανθοταξίας για την προστασία του νεαρού άνθους και τα οποία συχνά λειτουργούν και ως πέταλα .
Συνέχεια »Βούζουνας
Βούζουνας : σπυρί με πύον .
Συνέχεια »Βούκεντρο
Βούκεντρο : μακρύ , ξύλινο ραβδί με σιδερένια αιχμή στο ένα άκρο , που χρησιμοποιούσαν για να κεντρίζονται τα βόδια , ώστε να προχωρούν γρηγορότερα κατά το όργωμα
Συνέχεια »