Εναγκαλισμός : η στενή και τρυφερή περίπτυξη.
Συνέχεια »Εμβαπτίζω
Εμβαπτίζω : βυθίζω κάτι σε υγρό, ώστε να καλύπτεται πλήρως από αυτό.
Συνέχεια »Εναίσιμος
Εναίσιμος : η πρωτότυπη επιστημονική πραγματεία, που επισήμως υποβάλλεται προς έγκριση από πτυχιούχο πανεπιστημίου στα αρμόδια όργανα ή πρόσωπα του πανεπιστημίου με σκοπό την απόκτηση διδακτορικού διπλώματος.
Συνέχεια »Έμβασμα
Έμβασμα : η εντολή μεταφοράς χρηματικών ποσών σε τραπεζικό λογαριασμό δικαιούχου.
Συνέχεια »Ενάλιος
Ενάλιος : αυτός που βρίσκεται μέσα στη θάλασσα που ανήκει ή ζει σε αυτήν.
Συνέχεια »Εμβοή
Εμβοή : το αίσθημα που δημιουργεί στα αφτιά ένας ήχος.
Συνέχεια »Ενασμενίζομαι
Ενασμενίζομαι : καμαρώνω για κάτι (που δεν έχω ή δεν πρέπει).
Συνέχεια »Εμβροχή
Εμβροχή : κάθε διαδικασία για την αποσκλήρυνση αντικειμένου ή υλικού ή τη διάλυση του με βύθιση σε υγρό.
Συνέχεια »Έμεσμα
Έμεσμα : το σύνολο των ουσιών που αποβάλλονται ως εμετός.
Συνέχεια »Εμιγκρές
Εμιγκρές : μετανάστης που αυτοβούλως εκπατρίζεται καταφεύγοντας σε ξένη χώρα λόγω των διωγμών που υφίσταται στη χώρα του ή λόγω των πολιτικών συνθηκών που επικρατούν εκεί.
Συνέχεια »Εμμελής
Εμμελής : αυτός που διαθέτει μελωδία, που έχει αρμονική και γλυκιά μουσική.
Συνέχεια »Έμμορφος
Έμμορφος : αυτός που έχει μορφοποιηθεί, που έχει σχήμα.
Συνέχεια »Εμπάργκο
Εμπάργκο : ο εμπορικός αποκλεισμός χώρας από άλλη χώρα ή χώρες, η απαγόρευση διακινήσεως εμπορευμάτων προς και από αυτήν.
Συνέχεια »Εμπερίστατος
Εμπερίστατος : αυτός που είναι εξαιρετικά απασχολημένος, που έχει πολλές φροντίδες.
Συνέχεια »Εμπέτασμα
Εμπέτασμα : η επικάλυψη επιφάνειας τοίχου από χαρτί, η ταπετσαρία.
Συνέχεια »Έμπλεος
Έμπλεος : αυτός που είναι γεμάτος, που συναισθάνεται κάτι σε όλη του την έκταση.
Συνέχεια »