Αφειδώλευτος : αυτός που παρέχεται απλόχερα , χωρίς φειδώ.
Συνέχεια »ΑΧΑΡΤΟΣΗΜΑΝΤΟΣ
Αχαρτοσήμαντος : έγγραφο στο οποίο δεν έχει επικολληθεί χαρτόσημο .
Συνέχεια »ΑΦΕΝΤΑΔΙΚΟΣ
Αφεντάδικος : αυτός που αρμόζει σε αφέντη.
Συνέχεια »ΑΧΕΙΜΑΝΤΟΣ
Αχείμαντος : αυτός που δεν ταράζεται από τρικυμία . Συνήθως μεταφορικά , αυτός που δεν έχει δοκιμαστεί από δυστυχίες .
Συνέχεια »ΑΦΕΡΕΓΓΥΟΣ
Αφερέγγυος : αυτός που δεν εμπνέει εμπιστοσύνη , τον οποίο δεν μπορεί να να εμπιστευθεί .
Συνέχεια »ΑΧΛΥΣ
Αχλύς : η ελαφρά ομίχλη .Μεταφορικά , η κατήφεια του προσώπου .
Συνέχεια »ΑΦΕΡΙΜ
Αφερίμ : εύγε , μπράβο , καλώς ( τουρκ. aferim )
Συνέχεια »ΑΦΕΥΚΤΟΣ
Αφευκτος : αυτόςε που δεν μπορεί να τον αποφύγει κανείς .
Συνέχεια »ΑΦΗΛΙΟ
Αφήλιο : το σημείο της ελλειπτικής τροχιάς ενός πλανήτη ( ή κομήτη ) , το οποίο βρίσκεται στη μεγαλύτερη απόσταση από τον ήλιο .
Συνέχεια »ΑΥΤΟΜΕΛΟ
Αυτόμελο : στην εκκλησιαστική μουσική το τροπάριο που ψάλεται με ξεχωριστό μουσικό τρόπο και χρησιμοποιείται ως πρότυπη μελωδία για άλλα τροπάρια , τα καλούμενα “προσόμοια”.
Συνέχεια »ΑΥΤΟΝΟΜΙΣΤΗΣ
Αυτονομιστής : αυτός που υποστηρίζει ή μάχεται για τηναναγνώριση της αυτονομίας μιας περιοχής .
Συνέχεια »ΑΥΤΟΦΥΗΣ
Αυτοφυής : αυτός που φυτρώνει από μόνος του χωρίς καλλιέργεια .
Συνέχεια »ΑΥΤΟΧΡΗΜΑ
Αυτόχρημα : πραγματικά .
Συνέχεια »ΑΥΧΜΗΡΟΣ
Αυχμηρός : αυτός που έχει μαραθεί , ξεραθεί εντελώς από παρατεινόμενη ανομβρία ή γενικότερη έλλειψη νερού .
Συνέχεια »ΑΥΛΩΝΑΣ
Αυλώνας : η κοιλάδα που μοιάζει με αυλό .
Συνέχεια »ΑΦΑΛΑΤΩΣΗ
Αφαλάτωση : η διαδικασία αφαιρέσεως του αλατιού κυρ. θαλασσινό νερό , ώστε να καταστεί πόσιμο.
Συνέχεια »