Έκφρων : αυτός που βρίσκεται εκτός εαυτού.
Συνέχεια »Εκών
Εκών : αυτός που πράττει ή παθαίνει.
Συνέχεια »Ελατόπισσα
Ελατόπισσα : το ρετσίνι του ελάτου, που χρησιμοποιείται στις βρογχικές παθήσεις.
Συνέχεια »Ελαύνω
Ελαύνω : θέτω σε κίνηση, οδηγώ.
Συνέχεια »Εκδούλευση
Εκδούλευση : κάθε σκόπιμη πράξη που γίνεται χαριστικά για την εξυπηρέτηση (κάποιου).
Συνέχεια »Εκμαγείο
Εκμαγείο : το κοίλο αποτύπωμα, μέσα στο οποίο στερεοποιείται και μορφοποιείται παχύρρευστο υλικό.
Συνέχεια »Έκδοχο
Έκδοχο : κάθε φαρμακολογικά αδρανής ουσία, που χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με φάρμακο για επίτευξη επιθυμητού όγκου, πυκνότητας, σύστασης.
Συνέχεια »Εκμαυλίζω
Εκμαυλίζω : παρασύρω στη διαφθορά.
Συνέχεια »Εκείθε
Εκείθε : προς τα εκεί.
Συνέχεια »Εκποδών
Εκποδών : έξω από τα πόδια των άλλων, μακριά από τους άλλους.
Συνέχεια »Εκεχειρία
Εκεχειρία : η αναστολή των εχθροπραξιών για συγκεκριμένη χρονική περίοδο βάσει αμοιβαίας συμφωνίας των εμπόλεμων μερών.
Συνέχεια »Εκζήτηση
Εκζήτηση : η επιδίωξη της διαφοροποίησης, η σκόπιμη και επίμονη επιλογή ακραίων μορφών εκφράσεως.
Συνέχεια »Εκθεσάς
Εκθεσάς : ο φιλόλογος καθηγητής, που στα πλαίσια της φροντιστηριακής, εξωσχολικής εκπαίδευσης διδάσκει το μάθημα της έκθεσης.
Συνέχεια »Εκθηλύνω
Εκθηλύνω : προσδίδω (σε κάποιον) χαρακτηριστικά (εμφάνισης ή συμπεριφοράς) που θεωρούνται γυναικεία, κάνω (κάποιον) θηλυπρεπή.
Συνέχεια »Εκκαλώ
Εκκαλώ : εφεσιβάλλω κατά δικαστικής αποφάσεως, ασκώ έφεση.
Συνέχεια »Έκκαυμα
Έκκαυμα : κομμάτι ξύλου που χρησιμοποιείται ως προσάναμμα.
Συνέχεια »