Άθυρμα : αυτό με το οποίο παίζει κανείς , το παιχνίδι .Μεταφορικά ο άνθρωπος που χρησιμοποιείται σαν παιχνίδι στα χέρια των άλλων , που άγεται και φέρεται , που δεν διαθέτει δική του βούληση .
Συνέχεια »ΑΙΓΑΓΡΟΣ
Αίγαγρος : ζώο που μοιάζει με την κατοικίδια κατσίκα και ζει σε ψηλά και απόκρημνα βουνά .
Συνέχεια »ΑΙΔΗΜΟΣΥΝΗ
Αιδημοσύνη : η στάση και η ιδιότητα ανθρώπου που συμπεριφέρεται με αυτοσυγκράτηση και αξιοπρέπεια , φροντίζοντας να μην προσβάλλει τους άλλους , να μην παρεκτρέπεται παραβαίνοντας τις κοινωνικές και ηθικές επιταγές .
Συνέχεια »ΑΙΘΡΙΑ
Αιθρία : η ανέφελη και διαυγής ατμόσφαιρα , ο ξάστερος ουρανός .
Συνέχεια »ΑΙΘΡΙΟ
Αίθριο : κάθε εσωτερική αυλή ή προαύλιο μεγάλου κτηρίου ( ξενοδοχείου , συγκροτήματος ,γραφείων , εμπορικού κέντρου κ.λπ.) , που καλύπτεται από γυάλινο σκέπαστρο , ώστε να έχει φυσικό εσωτερικό φωτισμό .
Συνέχεια »ΑΕΡΟΛΙΘΟΣ
Αερόλιθος: Μετεωρίτης που αποτελείται από πετρώδη ύλη .
Συνέχεια »ΑΙΜΑΣΙΑ
Αιμασιά : η περίφραξη ανοικοδόμητου χώρου , αποτελούμενη κυρίως από λίθους χωρίς συγκολλητικό αρμό και ασβέστη . Γενικότερα οποιαδήποτε μορφή περίφραξης χώρου , χτιστή ή φυσικά διαμορφωμένη , λ.χ. από θάμνους ή κλαδιά .
Συνέχεια »ΑΕΡΟΝΟΜΙΑ
Αερονομία : στη μετεωρολογία είναι η επιστημονική μελέτη των φυσικών και χημικών φαινομένων τμήματος της ανώτερης ατμόσφαιρας και της εξώσφαιρας . Επίσης είναι και η μονάδα της Πολεμικής αεροπορίας που επιβλέπει την τήρηση της τάξης και της πειθαρχίας του προσωπικού …
Συνέχεια »ΑΙΝΟΣ
Αίνος : λόγος που αποδίδει τιμή , δόξα , συνήθως στον Θεό .
Συνέχεια »ΑΕΡΟΠΑΝΟ
Αεροπανό : το πανό το οποίο αναρτάται σε ψηλό σημείο ( γέφυρες , κτήρια , δρόμους ..) .
Συνέχεια »ΑΙΣΘΑΝΤΙΚΟΣ
Αιασθαντικός : αυτός που χαρακτηρίζεται από λεπτότητα και ευαισθησία στον τρόπο με τον οποίο εκδηλώνει τα συναισθήματά του .
Συνέχεια »ΑΕΡΟΦΑΓΙΑ
Η παθολογική χρόνια κατάποση αέρα κατά τη διάρκεια του φαγητού .
Συνέχεια »ΑΙΤΙΑΤΟ
Αιτιατό : το αποτέλεσμα μιας αιτίας : σχέση αιτίας – αιτιατού ( αποτελέσματος ).
Συνέχεια »ΑΚΑΛΑΪΣΤΟΣ
Ακαλάιστος : αυτός που δεν έχει κασσιτερωθεί , δεν έχει γανωθεί .
Συνέχεια »ΑΚΑΘΕΚΤΟΣ
Ακάθεκτος : αυτός που δεν μπορεί να συγκρατηθεί ή να ανακοπεί , ορμητικός .
Συνέχεια »ΑΙΤΙΩΜΑΙ
Αιτιώμαι : καταλογίζω σε κάποιον την ευθύνη για την πρόκληση ζημίας , βλάβης ή σφάλματος .
Συνέχεια »