Αμπασκάλ΄ (η) = κόρφος
Συνέχεια »Αδρέϊνους
Αδρέϊνους (επιθ.) = ακαλλιέργητος
Συνέχεια »Αντηριούμι
Αντηριούμι (ρημ.) = ντρέπομαι, διστάζω
Συνέχεια »Αγροικώ
Αγροικώ = ξέρω, γνωρίζω, σκαμπάζω
Συνέχεια »Αντραλίζουμι
Αντραλίζουμι (ρημ.) = ζαλίζομαι
Συνέχεια »Αλιχτώ
Αλιχτώ (ρημ.) = γαυγίζω, ουρλιάζω
Συνέχεια »Άναφταν οι πουδές τ΄ς
Άναφταν οι πουδές τ΄ς (εκφρ.) = βιάζονταν
Συνέχεια »Αρνέκ΄
Αρνέκ΄ (το) = δείγμα, παράδειγμα
Συνέχεια »