Μπιστεμένος:ο έμπιστος.
Συνέχεια »ΜΠΟΡΑΣΜΕΝΟ
Μπορεσάμενο : δυνατόν.
Συνέχεια »ΜΠΡΟΣΠΟΔΙΑ
Μπροσπόδια : η κάτω μεριά του κρεββατιού (μπροστά στο σημείο όπου αγγίζουν τα πόδια), όπου, για λόγους χώρου, τοποθετούσαν μαξιλάρια και ξάπλωναν τα μικρότερα παιδιά .
Συνέχεια »ΝΕΦΑΛΑ
Νέφαλα και νέφη: τα σύννεφα .
Συνέχεια »ΝΤΑΓΙΑΝΤΩ – ΙΖΩ
Νταγιαντώ -ίζω: αντέχω .
Συνέχεια »ΝΤΟΡΜΠΑΣ
Ντορμπάς:το ταγάρι.
Συνέχεια »ΛΗΜΕΡΙΩ
Λημεριώ : περνώ την ημέρα μου .
Συνέχεια »ΛΟΧΗ
Λόχη : η ζέστη που εκλύεται από τη φωτιά .
Συνέχεια »ΜΑΖΩΧΤΡΑ
Μαζώχτρα : η εργάτρια για το μάζεμα των ελιών .
Συνέχεια »ΜΑΣΤΡΑΠΑΣ
Μαστραπάς: μεγάλο τσίγκινο κύπελλο .
Συνέχεια »ΜΕΡΩΝΩ
Μερώνω : ηρεμώ, ημερεύω .
Συνέχεια »ΜΕΣΑΚΟΣ
Μεσακός :ο μεσαίος .
Συνέχεια »ΚΟΝΤΟΣΙΜΩΝΩ
Κοντοσιμώνω: πλησιάζω (σιμώνω) κοντά .
Συνέχεια »ΚΟΝΤΥΛΑ
Κόντυλα: τα σπασμένα κοτσάνια των σταχυών, απομεινάρια από το αλώνισμα (μεγαλύτερα από τα άχυρα) .
Συνέχεια »ΚΟΠΕΛΙ
Το κοπέλι : το παιδί .
Συνέχεια »ΚΟΥΖΟΥΛΟΣ
Κουζουλός : τρελός, κυρίως με την έννοια του επιπόλαιου.
Συνέχεια »