κουργιάλι το καθαρό, το λαμπέρο, π.χ . εκκαθάρισα το μεγάλο πιθάρι και εκαμά το κουργιάλι .
Συνέχεια »ΜΑΝΤΖΑΡΙΑ
μαντζαρία η ώρα του φαγητού
Συνέχεια »ΞΕΦΟΥΚΑΡΩΝΩ
ξεφουκαρώνω – εξορμώ, βγάζω κάτι από τη θέση του .
Συνέχεια »KOYΛΟΥΚΙ
Κουτάβι , ο μικρός σκύλος .
Συνέχεια »ΣΑΡΙΚΙ
κεφαλομάντηλο μαύρο με κρόσσια όμοια με δάκρυα, που δείχνουν τον πόνο και τη στεναχώρια . Αν και θεωρείται τούρκικο απομεινάρι, η λέξη σαρίκι προέρχεται από το λατινικό Καισαρίκιον, το οποίο ήταν το επικάλυμμα του κεφαλιού του Καίσαρα, που δήλωνε το …
Συνέχεια »ΛΑΛΩ
προχωρώ, περπατάω, οδηγώ π.χ . “λάλιε τα οζά” Εξ’ού και η γνωστή παροιμία ” Τρεις λαλούν και δυο χορεύουν”, η οποία προέρχεται από το χορευτικό ιδίωμα της περιοχής Κισσάμου Χανίων, όπου οι δύο πρώτοι που κρατούν στο χορό χορεύουν, ενώ …
Συνέχεια »ΚΟΥΚΟΣΑΛΙ
το χαλάζι “Να’ρχεται μπόρα δυνατή να ρίχνει κουκοσάλι και ξεπαπούτσωτη να’ρθείς στην εδική μου αγκάλη . “
Συνέχεια »ΓΙΑΝΤΑ
ΓΙΑΝΤΑ = ΓΙΑΤΙ
Συνέχεια »ΤΖΙΖΒΕΣ
Το μπρίκι για τον καφέ (π.χ . Βαλε τον τζιζβέ στη φωτιά)
Συνέχεια »ΤΡΑΒΑΓΙΑ
Το μπλέξιμο – φασαρία π.χ . Πολύ τραβάγια κάνετε μωρέ κοπέλια Γύρευε τη δουλειά σου μη μπλέκεις με τραβάγιες
Συνέχεια »ΣΕΒΕΝΤΟΥΚΟΣ
Μικρό στρογγυλό αρτίδιο μοναστηριακής κατασκευής, που δίδεται στους επισκέπτες ή στους μοναχούς .
Συνέχεια »ΖΕΒΛΩΝΩ
Zεβλώνω: Ρήμα με κατάληξη που μπερδεύει! Μην το συγχέετε, όμως, διότι σημαίνει λυγίζω, απλώς .
Συνέχεια »ΑΞΑΝΑΚΩΛΑ
Ανάποδα, αντίστροφα – π.χ Εγιάηρε το τσικάλι αξανάκωλα και γλάκουναν οι χοχλιοί …
Συνέχεια »ΑΝΤΕΣΤΕ
Ελάτε … πάμε ….κουνήσου …
Συνέχεια »ΓΛΑΚΩ
Τρέχω . π.χ Εγλάκουνα εγλάκουνα κι όταν εποκόλωσες απ’ τη παραβολή σε έφταξα .
Συνέχεια »ΧΑΜΠΛΙΟΛΙ
Είδος φλογέρας .
Συνέχεια »