Γνωριστός : ο προφανής .
ΓΟΥΒΕΡΝΟ
Γουβέρνο : κυβέρνηση, αλλά και με την έννοια της διαχείρισης του βίου,
της διαβίωσης .
ΔΙΑΚΟΝΟΥΜΑΙ
Διακονούμαι: ζητιανεύω .
ΔΡΑΓΑΤΗΣ
Δραγάτης : ο αγροφύλακας .
ΔΩΜΑ
Δώμα: η χωμάτινη στέγη των πετρόχτιστων σπιτιών .
ΕΔΙΚΟΛΟΓΙΑ
Εδικολογιά : η συγγένεια αλλά και το σύνολο των συγγενών, το «σόι» .
ΕΜΙΛΙΑ
Εμιλιά: η ομιλία, η φωνή .
ΑΦΤΩ
Αφτω : ανάβω .
ΒΑΡΩ
Βαρώ : χτυπώ .
ΒΕΡΕΜΙΩ
Βερεμιώ -ιάζω : παθαίνω .
ΓΕΡΑΘΕΙΑ
Γεραθειά : τα γηρατειά .
ΑΔΡΟΜΕΡΕΙΑ
Αδρομέρεια : η σύσταση λόγου ή πράγματος από αδρά, έντονα μέρη , η ανάπτυξη θέματος σε γενικές γραμμές .
ΑΔΡΟΜΙΣΘΙΑ
Αδρομισθία : ο παχυλός μισθός, η πολύ μεγάλη αμοιβή.
ΑΒΑΡΑΡΩ
Αβαράρω : απομακρύνω .
ΑΒΑΣΤΑΓΗ
Αβασταγή : δέμα που κρατάει κανείς , το δεμάτι .
ΑΒΑΣΤΑΓΟ
Αβασταγό : υποζύγιο, ζώο που φορτώνεται.