Αδρόμισθος : αυτός που αμείβεται αδρά , με μεγάλο μισθό .
ΑΔΡΟΣ
Αδρός : αυτός που χαρακτηρίζεται από μεγάλο μέγεθος , από επάρκεια .
ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΟΣ
Αειπάρθενος : αυτή που διατηρεί την παρθενική αγνότητα σε όλη τη διάρκεια της ζωής ( ως προσφώνηση της Παναγίας ).
ΑΔΗΡΙΤΟΣ
Αδήριτος : αυτός που δεν μπορεί να αγνοηθεί , που επιβάλλεται .
ΑΔΗΩΤΟΣ
Αδήωτος : αυτός που δεν λεηλατήθηκε , δεν ερημώθηκε από εχθρό .
ΑΔΙΑΓΟΥΜΙΣΤΟΣ
Αδιαγούμιστος : αυτός που δεν έχει λεηλατηθεί , διαγουμιστεί .
ΑΔΙΑΚΟΡΕΥΤΟΣ
Αδιακόρευτος : (γυναίκα ) που δεν διακορεύτηκε , που διατηρεί άθικτο τον παρθενικό της υμένα , που κατά επέκταση δεν ήλθε σε σεξουαλική επαφή με άντρα .
ΑΔΙΑΚΩΛΥΤΟΣ
Αδιακώλυτος : αυτός που δεν παρεμποδίζεται ή δεν έχει παρεμποδιστεί .
ΑΓΧΙΝΟΥΣ
Αγχίνους : Αυτός που έχει ευστροφία , ετοιμότητα πνεύματος , γρήγορη αντίληψη .
ΑΔΙΑΠΤΩΤΟΣ
Αδιάπτωτος : αυτός που γίνεται συνεχώς με την ίδια ένταση , χωρίς μεταπτώσεις .
ΜΝΗΜΗ ΑΓΧΙΝΟΥΣ
Μνήμη αγχίνους : το μνημονικό τέχνασμα της ανάκλησης στη μνήμη ενός στοιχείου ( αριθμού , ονόματος κ.λ.π.) με τη βοήθεια άλλου ευκολότερα ανακλητού , με το οποίο έχει κοινά εξωτερικά στοιχεία , λ.χ. για να θυμάται κανείς την χρονολογία της Γαλλικής Επανάστασης ( 1789 ) , θυμάται την ακολουθία 7, 8, 9.
ΑΔΙΑΦΕΝΤΕΥΤΟΣ
Αδιαφέντευτος :αυτός που δεν τον προστατεύουν , που δεν τον υποστηρίζει κάποιος .
ΑΓΧΟΝΗ
Αγχόνη : η θηλιά του σχοινιού με το οποίο προκαλείται θάνατος από πνιγμό κατά τον απαγχονισμό .
ΑΔΙΗΘΗΤΟΣ
Αδιήθητος : αυτός που δεν έχει φιλτραριστεί , δεν έχει διυλιστεί .
ΑΓΩΓΙ ( ΑΓΩΙ)
Αγώγι ( αγώι ) : το επ’ αμοιβή μεταφερόμενο από ζώο ή όχημα φορτίο .
ΑΔΟΚΗΤΟΣ
Αδόκητος : αυτός που δεν αναμενόταν .