Μενού
Αρχική / Εγκυκλοπαίδεια / Λεξικό – Γλωσσάρια (Σελίδα 131)

Λεξικό – Γλωσσάρια

Κατηγορίες με καταχωρήσεις που σας παρέχουν ένα πλούσιο υλικό από λεξικά όλων των ειδών και γλωσσάρια.Eλληνικό λεξικό, Kρητικό γλωσσάρι, το λεξικό της υγείας και Kοζανίτικο γλωσσάρι είναι μερικά από αυτά που εμπεριέχονται στην κατηγορία.Ένας θησαυρός λεξιλογίου και φράσεων.

ΑΓΑΡΗΝΟΣ

Ο μουσουλμάνος ( κατά τους Βυζαντινούς ) ..Ο Τούρκος ( ως χαρακτηρισμός ) , ο σκληρός , βάρβαρος και βίαιος άνθρωπος ( μεταφορικά ) .

ΑΒΑΚΑΣ

Όργανο για την εκτέλεση αριθμητικών πράξεων , κυρίως του πολλαπλασιασμού , το οποίο αποτελείται από ένα πλαίσιο με βέργες , πάνω στις οποίες μετακινούνται σφαιρίδια ή πλακίδια , που διευκολύνουν των υπολογισμό των μονάδων και των δεκάδων κατά τη διδασκαλία .

Η ΑΒΑΝΓΚΑΡΝΤ

Το σύνολο των ριζοσπαστικών καλλιτεχνών , κυρίως των μέσων του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου αιώνα , οι οποίοι αμφισβήτησαν τις παραδοσιακές τεχνοτροπίες και πειραματίστηκαν με νέες μορφές , καθώς και η αντίστοιχη καλλιτεχνική και πνευματική τάση .

ΑΒΑΝΤΑ

Το ευκαιριακό , το αθέμιτο και παράνομο υλικό κέρδος ( συνήθως για χαρτοκλέφτες , αργόμισθους κ.λ.π) .

ΑΒΑΝΤΑΔΟΡΟΣ

Αυτός που εικονικά ξεκινά δραστηριότητα ( συνήθως παράνομη ) , λ . χ . τυχερών παιχνιδιών , παράνομου εμπορίου …. με σκοπό να προσελκύσει και άλλους σε αυτήν .

ΑΒΑΡΙΑ

1 . Η βλάβη , η φθορά πλοίου εν πλω λόγω διακοπής της λειτουργίας της μηχανής ..
2 . Η απόρριψη μέρους ή και όλου του φορτίου ενός πλοίου στη θάλασσα , για να αποφευχθεί η βύθισή του .

ΑΒΒΑΕΙΟ

1 . Το καθολικό μοναστήρι που διοικείται από αββά ή αββάισσα .
2 . Η έδρα του αββά και γενικότερα το συγκρότημα που περιλαμβάνει το μοναστήρι , την εκκλησία και την κατοικία του ηγουμένου .