Δερβένι: στενή διάβαση ανάμεσα σε βουνά.
Δασύλλιο
Δασύλλιο: μικρό δάσος
Δερβισόπαιδο
Δερβισόπαιδο: το πολύ καλό παιδί, που το θαύμαζαν για το χαρακτήρα του και τη λεβεντιά του.
Δασύνω
Δασύνω: γράφω η προφέρω φθόγγο με δασύ πνεύμα.
Δασύπους
Δασύπους: αυτός που έχει μαλλιαρά πόδια
Δαψιλής
Δαψιλής: άφθονος, πλουσιοπάροχος.
Δεδηλωμένος
Δεδηλωμένος: αυτός που έχει καταστήσει γνωστή, που έχει δηλώσει τη στάση του.
Κουνουστώ
Κουνουστώ (ρήμα) = κάνω παρέα, συναναστρέφομαι
Καρκαλιέμαι
Καρκαλιέμαι (ρήμα) = γελώ (έντονα και με διάρκεια)
Καντίζου
Καντίζου (ρήμα) = βάζω ζάχαρη, ζαχαρώνω
Κουμάσι
Κουμάσι (το) = περιστερώνας
Καρούτα
Καρούτα (η) = πατητήρι σταφυλιών
Κουφωτύλι
Κουφωτύλι (το) = ξύλινη τάπα για τόν τίλο (βλέπε τίλος)
Κούρπετο
Κούρπετο (το) = μεθυσμένος
Κουρμάδα
Κουρμάδα (η) = κακότυχη, καϋμένη
Κατσιούλα
Κατσιούλα (η) = μάλλινο σκουφί