Ενιαχού : σε μερικούς τόπους, σε μερικά μέρη.
Ενόντα
Ενόντα : όσα διατίθενται στη δεδομένη στιγμή.
Ενσκήπτω
Ενσκήπτω : εμφανίζομαι αιφνιδιαστικά και πλήττω με ορμή.
Ενταύθα
Ενταύθα : στο ίδιο μέρος, εδώ, χωρίς αλλαγή τόπου.
Εντράδα
Εντράδα : φαγητό από κρέας, με λαχανικά.
Εξάμβλωμα
Εξάμβλωμα : το έμβρυο που έχει πρόωρα αποβληθεί από τη μήτρα και παρουσιάζει
γενετικές ανωμαλίες.
Έμβασμα
Έμβασμα : η εντολή μεταφοράς χρηματικών ποσών σε τραπεζικό λογαριασμό
δικαιούχου.
Ενάλιος
Ενάλιος : αυτός που βρίσκεται μέσα στη θάλασσα που ανήκει ή ζει σε αυτήν.
Εμβοή
Εμβοή : το αίσθημα που δημιουργεί στα αφτιά ένας ήχος.
Ενασμενίζομαι
Ενασμενίζομαι : καμαρώνω για κάτι (που δεν έχω ή δεν πρέπει).
Εμβροχή
Εμβροχή : κάθε διαδικασία για την αποσκλήρυνση αντικειμένου ή υλικού ή τη
διάλυση του με βύθιση σε υγρό.
Έμεσμα
Έμεσμα : το σύνολο των ουσιών που αποβάλλονται ως εμετός.
Εμιγκρές
Εμιγκρές : μετανάστης που αυτοβούλως εκπατρίζεται καταφεύγοντας σε ξένη χώρα
λόγω των διωγμών που υφίσταται στη χώρα του ή λόγω των πολιτικών συνθηκών που
επικρατούν εκεί.
Εμμελής
Εμμελής : αυτός που διαθέτει μελωδία, που έχει αρμονική και γλυκιά μουσική.
Έμμορφος
Έμμορφος : αυτός που έχει μορφοποιηθεί, που έχει σχήμα.
Εμπάργκο
Εμπάργκο : ο εμπορικός αποκλεισμός χώρας από άλλη χώρα ή χώρες, η απαγόρευση
διακινήσεως εμπορευμάτων προς και από αυτήν.