Γεωδαισία : κλάδος των εφαρμοσμένων μαθηματικών , που ασχολείται με τη μέτρηση του εμβαδού και του σχήματος μεγάλων εκτάσεων μιας χώρας , τον ακριβή προσδιορισμό των γεωγραφικών συντεταγμένων και την καμπυλότητα , το σχήμα και τις διαστάσεις της γήινης σφαίρας.
Γεωειδές
Γεωειδές : το σχήμα προς το οποίο πλησιάζει περισσότερο η Γη , που δεν είναι απόλυτα σφαιρικό , αλλά μάλλον ελλειψοειδές.
Γεωθερμία
Γεωθερμία : το σύνολο των θερμικών φαινομένων , που έχουν ως έδρα τους το εσωτερικό της γης.
Γεραρός
Γεραρός : αυτός που αξίζει τον σεβασμό.
Γεωκαρπία
Γεωκαρπία : το φαινόμενο κατά το οποίο οι καρποί ορισμένων φυτών ωριμάζουν κάτω από την επιφάνεια της γης .
Γέρας
Γέρας : το βραβείο , το έπαθλο.
Γεώμηλο
Γεώμηλο: η πατάτα.
Γέρμα
Γέρμα : η δύση του ηλίου , το ηλιοβασίλεμα.
Γεώμορο
Γεώμορο : το τμήμα της συγκομιδής που δίνει ο καλλιεργητής ως μίσθωμα στον ιδιοκτήτη του κτήματος.
Γεροκούσαλο
Γεροκούσαλο : άνθρωπος που έχει καταβληθεί από τα γηρατειά και τα έχει χαμένα , ώστε να μη θυμάται και να μην επικοινωνεί ομαλά με το περιβάλλον του.
Γεώσφαιρα
Γεώσφαιρα : η γήινη σφαίρα και κυρίως το στερεό τμήμα της γης , που αποτελείται από ανόργανη ύλη .
Γερομπαμπαλής
Γερομπαμπαλής : γέρος ανόητος και ξεμωραμένος.
Γεροντίαση
Γεροντίαση : η πρόωρη εμφάνιση γεροντικών χαρακτηριστικών (άσπρισμα μαλλιών , ρυτίδιασμα του δέρματος) , που εμφανίζεται σε νεαρά άτομα.
Γεροντοκορισμός
Γεροντοκορισμός : η ιδιότροπη συμπεριφορά που ταιριάζει σε γεροντοκόρη . Ιδιοτροπία , παραξενιά.
Αστουχνώ
Αστουχνώ = ξεχνώ
Αρνίθα
Αρνίθα (η) = κότα (αρχ. Ελλ. «όρνιθα»)