Βαλλάντιο : το σακούλι που γεμίζουμε με χρήματα . Μεταφορικά , οι οικονομικές δυνατότητες .
ΑΨΙΜΥΘΙΩΤΟΣ
Αψιμυθίωτος: αυτός που δεν έχει περιττά στολίδια .
ΒΑΛΛΙΣΜΟΣ
Βαλλισμός : η ασθένεια κατά την εκδήλωση της οποίας ο ασθενής κάνει ακούσιες σπασμωδικές κινήσεις .
ΤΑΞΕ ΠΩΣ
Τάξε πώς: σα να, λες και .
ΤΑΧΙΑ
Ταχιά : αργότερα .
ΤΖΙΦΤΕΣ
Τζιφτές : δίκαννο .
ΠΡΙΧΟΥ
Πρίχου : προτού .
ΠΟΥΡΙ
Πούρι : λοιπόν, ασφαλώς (πολυσήμαντο μόριο με βεβαιωτική σημασία) .
ΠΥΡΟΒΟΛΟΣ
Πυρόβολος : είδος παλιού αναπτήρα .
ΡΑΠΗ
Ράπη : το κοτσάνι του σταχυού .
ΡΟΥΣΣΑ
Ρούσσα : κόκκινη (κοκκινομάλλα) .
ΣΑΜΕ
Σάμε : μέχρι .
ΣΕΛΛΑΤΟ
Σελλάτο: το βόδι που η ράχη του κυρτώνει προς τα κάτω, σχηματίζοντας
θέση για το ζυγό (που σέρνει το άροτρο).
ΣΤΡΑΤΑ
Στράτα: δρόμος .
ΣΥΜΠΑΙΝΩ
Συμπαίνω : φροντίζω τη φωτιά για να ανάψει περισσότερο .
ΣΥΨΩΜΑ
Σύψωμα:συμφωνία του εργάτη με τον εργοδότη ότι θα φροντίζει μόνος του
για το μεσημεριανό του .