Αυτήκοος : αυτός που έχει προσωπική εμπειρία εξ ακοής , που άκουσε ο ίδιος κάτι .
ΑΥΤΟΔΗΛΟΣ
Αυτόδηλος : αυτός που είναι από μόνος του φανερός .
ΑΥΤΟΘΙ
Αυτόθι : στο ίδιο τοπικό σημείο , στον ίδιο χώρο . Ειδικότερα για παραπομπές , στο προαναφερθέν σημείο ( έργο , σελίδα , χωρίο , παράγραφος ) .
ΑΥΤΟΚΑΥΣΤΟ
Αυτόκαυστο : το αυτόκλειστο .
ΑΥΤΟΚΛΕΙΣΤΟ
Αυτόκλειστο : η χύτρα ταχύτητας , δοχείο συνήθως από χάλυβα ,του οποίου το πώμα κλείνει από μόνο του ερμητικά με εσωτερική πίεση , μπορεί να διατηρεί υψηλές θερμοκρασίες και πιέσεις , χρησιμοποιείται δε για χημικές αντιδράσεις , αποστερώσεις ιατρικών οργάνων .
ΑΥΤΟΜΕΛΟ
Αυτόμελο : στην εκκλησιαστική μουσική το τροπάριο που ψάλεται με ξεχωριστό μουσικό τρόπο και χρησιμοποιείται ως πρότυπη μελωδία για άλλα τροπάρια , τα καλούμενα “προσόμοια”.
ΑΥΤΟΝΟΜΙΣΤΗΣ
Αυτονομιστής : αυτός που υποστηρίζει ή μάχεται για τηναναγνώριση της αυτονομίας μιας περιοχής .
ΑΥΤΟΦΥΗΣ
Αυτοφυής : αυτός που φυτρώνει από μόνος του χωρίς καλλιέργεια .
ΑΥΤΟΧΡΗΜΑ
Αυτόχρημα : πραγματικά .
ΑΥΧΜΗΡΟΣ
Αυχμηρός : αυτός που έχει μαραθεί , ξεραθεί εντελώς από παρατεινόμενη ανομβρία ή γενικότερη έλλειψη νερού .
ΑΥΛΩΝΑΣ
Αυλώνας : η κοιλάδα που μοιάζει με αυλό .
ΑΦΑΛΑΤΩΣΗ
Αφαλάτωση : η διαδικασία αφαιρέσεως του αλατιού κυρ. θαλασσινό νερό , ώστε να καταστεί πόσιμο.
ΠΑΝΤΗΞΟΥΝ
Παντήξουν : συναντηθούν .
ΝΤΟΥΣΟΥΜΑΝΗΣ
Ντουσουμάνης : ο εχθρός .
ΝΤΟΥΣΟΥΝΤΙΖΩ
Ντουσουντίζω: συλλογίζομαι .
ΞΑ ΜΟΥ
Ξα μου : ας κάνω ό,τι θέλω .