Φαρμακουμένους (επιθ.) = πικραμένος
Συνέχεια »Τζουγκαλνώ
Τζουγκαλνώ (ρημ.) = χτυπώ π.χ. την πόρτα
Συνέχεια »Συλλουΐζουμι
Συλλουΐζουμι (ρημ.) = σκέφτομαι, προβληματίζομαι
Συνέχεια »Σπάζου
Σπάζου (ρημ.) = τρυπώ με βελόνα, καρφίτσα
Συνέχεια »Σ΄μά
Σ΄μά = κοντά
Συνέχεια »Σαλβέτα
Σαλβέτα (η) = πετσέτα
Συνέχεια »Σάνα
Σάνα (γυν.όνομα) = Άννα
Συνέχεια »Σανούκου
Σανούκου (γυν.όνομα) = Άννα
Συνέχεια »Σουφράς
Σουφράς (o) = τραπεζομάντηλο ή και στρογγυλό χαμηλό τραπέζι
Συνέχεια »Σουφίζουμι
Σουφίζουμι (ρήμ.) = σκαρφίζομαι, σκαρόνω κάτι με το μυαλό μου
Συνέχεια »Σουρούκι
Σουρούκι (το) = μύτη
Συνέχεια »Σπλινίζουμι
Σπλινίζουμι (ρημ.) = ζηλεύω, λιμπίζομαι
Συνέχεια »Σχ΄τιά
Σχ΄τιά (τα) = κουβέρτες
Συνέχεια »Σώπα κι μούλουνι
Σώπα κι μούλουνι (έκφραση) = σώπα και μή μιλάς, με την ένοια, «πάλι καλά, υπάρχουν και χειρότερα»
Συνέχεια »Σιντούκι
Σιντούκι (το) = φέρετρο
Συνέχεια »Σκαρκάλι
Σκαρκάλι (το) = ακρίδα
Συνέχεια »