Ρουγκαλνώ (ρημ.) = ρεύομαι
Συνέχεια »Σουντώ
Σουντώ (ρημ.) = ορμώ
Συνέχεια »Συ’ίζουμι
Συ’ίζουμι (ρημ.) = συνγχίζομαι, στενοχωριέμαι. Συνήθως απο αιφνίδιο γεγονός
Συνέχεια »Σιβαίνου
Σιβαίνου (ρημ.) = μπαίνω μέσα
Συνέχεια »Σ’νί
Σ’νί (το) = ταψί
Συνέχεια »Σαλτανάτι
Σαλτανάτι (το) = περηφάνεια
Συνέχεια »Σιούσκα
Σιούσκα (η) = καρούμπαλο
Συνέχεια »Σιούκλα
Σιούκλα (η) = κουκουνάρα
Συνέχεια »Στιβάλια
Στιβάλια (τα) = μπότες.
Συνέχεια »Σιαϊτάντς
Σιαϊτάντς (ο) = το έξυπνο ταχύτατο παιδί. Διαβολάκος
Συνέχεια »Σ’χαρίκια
Σ’χαρίκια (τα) = καλές ειδήσεις. Χρησιμοποιείται κυρίως σε ευχάριστες περιπτώσεις π.χ. αρραβώνες
Συνέχεια »Πάσα μερά
Πάσα μερά (εκφραση) = κάθε ημέρα
Συνέχεια »Πιλιγόδους
Πιλιγόδους (ο) = κουλούρα απο χοντρό και σπειροειδώς τυλιγμένο πανί που την έβαζαν στο κεφάλι για να στηρίζει το σινί
Συνέχεια »Πέτ’νους
Πέτ’νους (ο) = κόκορας
Συνέχεια »Παπ’χάτ’
Παπ’χάτ’ = από κάτω
Συνέχεια »Πραχαλνώ
Πραχαλνώ (ρημ.) = τρώω, καταβροχθίζω
Συνέχεια »