Το σύνδρομο περιγράφει το “δεσμό”, που αναπτύσσεται μεταξύ απαγωγέα και θύματος. Αφορά τη “συμπάθεια”, που δείχνουν να νιώθουν τα θύματα σε μερικές περιπτώσεις απέναντι στους απαγωγείς τους υπό στρεσογόνο επί μακρόν συνθήκη ομηρίας. Το 1973, οπότε περιγράφηκε, αποτέλεσε μεγάλο γρίφο …
Συνέχεια »Νησ’ κουσύν’
Νησ’ κουσύν’ (η) = πείνα
Συνέχεια »Νταικόνουμι
Νταικόνουμι (ρημ.) = πιάνομαι, στηρίζομαι
Συνέχεια »Ντουρντούκια
Ντουρντούκια (τα) = ταξίδια, εκδρομές, σεργιάνια. Η λέξη ενέχει και κάποια κοροϊδευτική έννοια σ΄ αυτόν που απευθύνεται
Συνέχεια »Νταλακιάζω
Νταλακιάζω (ρημ.)= βαρυστομαχιάζω
Συνέχεια »Νεμιτσιά
Νεμιτσιά (η) = η Αυστρία
Συνέχεια »Νουβουρός
Νουβουρός (ο) = αυλή
Συνέχεια »Νάχτ’
Νάχτ’ (το) = τα μετρητά που δίνονταν σαν μέρος της προίκας
Συνέχεια »Νιμπιλμπί
Νιμπιλμπί (το) = στραγάλια
Συνέχεια »Ντουρλάπι
Ντουρλάπι (το) = κακοκαιρία (από το αρχαίο «Δρόλαπας -ες»)
Συνέχεια »Ντάμπαρα
Ντάμπαρα (επιρ.) = ορθάνοιχτη
Συνέχεια »Νημόρ’
Νημόρ’ (το) = μνήμα, τάφος
Συνέχεια »Νουτίζου
Νουτίζου (ρημ.)= υγραίνομαι
Συνέχεια »Νάρκλα
Νάρκλα (η) = ψηλό σεντούκι με πόδια και επίπεδο καπάκι για τη φύλαξη του ψωμιού
Συνέχεια »Ντήλιμ’
Ντήλιμ’ (επιρ.) = το αφού με έμφαση
Συνέχεια »Ντου’τζέϊνιου
Ντου’τζέϊνιου (επιθ.) = σιδερένιο (βαρύ)
Συνέχεια »