Εξάρθρημα : η μετατόπιση των άκρων των οστών που σχηματίζουν άρθρωση, με αποτέλεσμα να μεταβάλλεται μόνιμα η σχέση τους.
Συνέχεια »Εξάχνωση
Εξάχνωση : η μετάπτωση ουσίας από τη στρερεά στην αέρια κατάσταση, χωρίς τη μεσολάβηση της υγρής καταστάσεως.
Συνέχεια »Ενατένιση
Ενατένιση : η προσήλωση του βλέμματος σε πρόσωπο, αντικείμενο, αλλά και σε γεγονός, κατάσταση.
Συνέχεια »Εξικνούμαι
Εξικνούμαι : καταλήγω, φθάνω, έχω ως όριο.
Συνέχεια »Ενδεής
Ενδεής : αυτός που στερείται, που έχει έλλειψη συγκεκριμένου πράγματος, που μειονεκτεί σε (κάτι).
Συνέχεια »Εξοίδηση
Εξοίδηση : το πρήξιμο τμήματος του σώματος.
Συνέχεια »Ενδελεχής
Ενδελεχής : αυτός που χαρακτηρίζεται από μεγάλη διάρκεια και αδιάπτωτη συνέχεια.
Συνέχεια »Εξτρεμισμός
Εξτρεμισμός : η στάση που χαρακτηρίζεται από την υιοθέτηση ακραίων αντιλήψεων και βίαιων πρακτικών.
Συνέχεια »Ενδιαίτημα
Ενδιαίτημα : η κατοικία, ο τόπος στον οποίο κατοικεί κανείς.
Συνέχεια »Εξυφαίνω
Εξυφαίνω : μηχανεύομαι (κάτι κακό), σχεδιάζω με δόλιο και ύπουλο τρόπο.
Συνέχεια »Ενδότατος
Ενδότατος : απολύτως εσωτερικός.
Συνέχεια »Ενέχω
Ενέχω : φέρω ή κρύβω (κάτι) μέσα μου.
Συνέχεια »Ενθάδε
Ενθάδε : σε αυτό εδώ το μέρος.
Συνέχεια »Ενιαύσιος
Ενιαύσιος : αυτός που έχει ζωή ή διάρκεια ενός έτους.
Συνέχεια »Ενιαχού
Ενιαχού : σε μερικούς τόπους, σε μερικά μέρη.
Συνέχεια »Ενόντα
Ενόντα : όσα διατίθενται στη δεδομένη στιγμή.
Συνέχεια »