Ζουρζουβίλτς΄ (ο) = το αεικίνητο, άτακτο παιδί
Συνέχεια »Ευκρίνεια
Στις περισσότερες digicams προσφέρεται αυτή η ρύθμιση, η οποία προσφέρει καθαρότερα χρώματα και λεπτομέρεια.
Συνέχεια »Αναστεναμένος
Αναστεναμένος : καημένος, ταλαίπωρος
Συνέχεια »Ζανάτ’
Ζανάτ’ (το) = επάγγελμα, δουλεία
Συνέχεια »Ανεμίζω
Ανεμίζω : προαισθάνομαι
Συνέχεια »Ζιντλάρ’ς
Ζιντλάρ’ς (ο) = κατα βάθος σημαίνει αυτός πού δεν έχει αξιοπρέπεια καί όχι ο κατώτερης κοινωνικής τάξεως άνθρωπος όπως ίσως πλατύτερα εννοείται
Συνέχεια »Αντίντερο
Αντίντερο : αντίδερο
Συνέχεια »Ζαβός
Ζαβός (ο) = αλλήθωρος
Συνέχεια »Απάκι
Απάκι : καπνιστό χοιρινό κρέας
Συνέχεια »Ζούμπουν
Ζούμπουν = ρίχνω κάτι στον αέρα π.χ. έριξιν τ’ς καραμέλις ζούμπουν στα μ’κρά
Συνέχεια »Αποδεινιάζομαι
Αποδεινιάζομαι: δέχομαι κάτι με στεναχώρια
Συνέχεια »Ζάφτ’
Ζάφτ’ (εκφρ.) = χρησ. η έκφραση «κάμου ζάφτ΄» μαζεύω τα χρήματα, κάνω διαχείριση
Συνέχεια »Αργαντινή
Αργαντινή : εσπέρα
Συνέχεια »Ζγιάζου
Ζγιάζου (ρημ.) = ζυγίζω. Επίσης επιφέρω χτύπημα αφού σημαδέψω κάτι από μακριά με όπλο, σφεντόνα, πέτρα
Συνέχεια »Ζούφλου
Ζούφλου (η) = καμωματού, χαριτωμένη. προέρχεται απο την αρχαία λέξη «συλφίς»
Συνέχεια »Αρνεύω
Αρνεύω : ηρεμώ
Συνέχεια »