Μενού
Αρχική / Εγκυκλοπαίδεια (Σελίδα 805)

Εγκυκλοπαίδεια

Στην Εγκυκλοπαίδεια μας υπάρχουν 20.000 και πλέον καταχωρήσεις Γνώσης – Εγκυκλοπαιδικές.
Προσπαθούμε να καλύψουμε ένα ευρύ φάσμα γνωστικών αντικειμένων.

ΤΟΝ ΛΑΔΩΣΕ

“Τον λάδωσε “:τον δωροδόκησε . κλασικός όρος που μεταφορικά λέει ότι με την βοήθεια χρημάτων ή με κάποιο δώρο κάποιος επηρέασε την γνώμη ή την απόφαση κάποιου άλλου, χρησιμοποιείτε συχνά στις μέρες μας για να δείξει ότι με την βοήθεια …

Συνέχεια »

ΤΟ ΛΑΔΙ ΤΟΥ ΤΕΛΕΙΩΣΕ

Στις παραδόσεις του λαού μας υπάρχει και το εξής εντυπωσιακό που λέει ότι για κάθε άνθρωπο υπάρχει κάπου ένας λύχνος (λυχνάρι) όπου είναι αναμμένος όσο ζει κάποιος ζωντανός οργανισμός, όταν όμως τελειώσει το λάδι του το οποίο συντηρεί την φωτιά …

Συνέχεια »

ΑΥΤΟΣ ΧΑΝΕΙ ΛΑΔΙΑ

Σημαίνει …Αυτός λέει κουταμάρες .Το λάδι χρησιμοποιείτε επίσης για να λειτουργούν σωστά και χωρίς φθορά πολλοί μηχανισμοί, έτσι χάνοντας το πολύτιμο αυτό υγρό που όμως βοηθάει τα μέταλλα να έρχονται σε επαφή χωρίς να φθείρονται, αυτά καταστρέφονται και η συσκευή …

Συνέχεια »

ΑΥΤΟΣ ΒΓΗΚΕ ΛΑΔΙ

Σημαίνει ..”την γλίτωσε” , κινδύνευε από κάτι (συνήθως από κάποια κατηγορία) και γλίτωσε.Όταν αναμείξουμε λάδι με νερό, συνήθως το λάδι βγαίνει στην επιφάνεια (δεν πάει στον πάτο, δεν αναμιγνύεται, δεν «πνίγεται»). Έτσι αν κάποιος κατηγορείτε για κάτι και γλιτώσει, συχνά …

Συνέχεια »

ΦΑΤΕ ΜΑΤΙΑ ΨΑΡΙΑ ….

“Φάτε μάτια ψάρια και κοιλιά περίδρομο “. Την λίμνη των Ιωαννίνων ανέκαθεν τη δούλευαν οι ψαράδες της περιοχής για τα νόστιμα ψάρια της. (Σήμερα τα πιο πολλά χρήματα τους τα δίνουν οι βάτραχοι της λίμνης, γιατί τους εξάγουν στο εξωτερικό). …

Συνέχεια »

ΤΟ ΑΜΙΛΗΤΟ ΝΕΡΟ

Είναι κι αυτό απομεινάρι των «Προλήψεων και των Δεισιδαιμονιών» του λαού μας. Το πρωί της Πρωτοχρονιάς, η νοικοκυρά σηκωνόταν, και σε μερικά μέρη συνεχίζεται το έθιμο, και έπαιρνε από την αυλή μια πέτρα, που την έβαζε στο τζάκι. Μετά πήγαινε …

Συνέχεια »

ΦΥΡΔΗΝ – ΜΙΓΔΗΝ

Επιρρηματική έκφραση, για να χαρακτηρίσουμε ένα γενικό ανακάτωμα. Το φύρδην προέρχεται από το «φύρω» (ανακατώνω, ζυμώνω, συγχέω), το δε μίγδην και μίγδα, επιρ. στη μέση, αναμίξ, ανάκατα.

Συνέχεια »