Μενού
Αρχική / Εγκυκλοπαίδεια / Παράδοση / Παραδοσιακά Επαγγέλματα (Σελίδα 2)

Παραδοσιακά Επαγγέλματα

 Τα παραδοσιακά επαγγέλματα αντανακλούν τις ιδιαίτερες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που διαμορφώθηκαν σε ένα ιστορικό πλαίσιο συνεχών και κομβικών αλλαγών, από το 19ο στον 20ό αιώνα . – Γνωριμία με επαγγέλματα και ειδικότητες που χάθηκαν στον χρόνο …. και στοιχειώνουν την μνήμη μας .

Μπογιατζής

Μπογιατζής: οι μπογιατζήδες έβαφαν βαμβακερά και μάλλινα νήματα, πατητές και πατανιές, χηράμια και άλλα. Χρησιμοποιούσαν κυρίως φυτικά χρώματα αλά και του εμπορίου. Ειδικά για το κόκκινο χρησιμοποιούσαν ριζάρι και για σταθερότατη βαφή βελανιδόκουπες.

Συνέχεια »

Νεροφόρος

Νεροφόρος: Ο νεροφόρος (υδρονομέας) αναλάμβανε καθήκοντα από τις αρχές Μαΐου και παρατείνει το έργο του έως τα τέλη Σεπτεμβρίου κάθε χρόνο, ανάλογα πάντοτε με τις τοπικές καιρικέςσυνθήκες. Κύριο έργο του ήταν ο καθαρισμός των οχετών που οδηγούν τα πηγαία νερά …

Συνέχεια »

Ντενεκετζής

Ντενεκετζής: Ο ντενεκετζής κατασκεύαζε χρηστικά αντικείμενα του νοικοκυριού και γενικότερα της αγροτικής ζωής όπως χωνιά, λύχνους, μαστραπάδες, κουβάδες, φανάρια, μπρίκια του καφέ, σουρωτήρια, κουτσουνάρες και άλλα.

Συνέχεια »

Ρασοπατητής

Ρασοπατητής: Ο ρασοπατητής με τις φτέρνες των ποδιών του και με τη βοήθεια νερού και πλούσιας σαπουνάδας πατούσε μάλλινες πάτητες (κλινοσκεπάσματα) και ένα άλλο μάλλινο υφαντό, τη ράσα από όπου έκαναν τις κάπες για μικρούς και μεγάλους.

Συνέχεια »

Γανωτής (Καλαντζής)

– Οι γανωτζήδες ήταν συνήθως πλανόδιοι τεχνίτες που αναλάμβαναν το γαλβανισμό και το στίλβωμα των χάλκινων οικιακών σκευών, όπως τα ταψιά, τα καζάνια, τα κουτάλια,τα πηρούνια κλπ. Το «γάνωμα» έπρεπε να γίνεται συχνά για λόγους υγείας, κυρίως σε στα σκεύη …

Συνέχεια »

Ντελάληδες

– (Ν)τελάλης: Η λέξη είναι μάλλον τούρκικη και σημαίνει “αυτός που ανακοινώνει τα μαντάτα”, ο δημόσιος κήρυκας. Οι ντελάληδες διαλαλούσαν στους κατοίκους των κωμοπόλεων και των χωριών τα νέα που έφταναν με τον τηλέγραφο ή τα εμπορεύματα που έφερναν στις …

Συνέχεια »

Γυρολόγος (Πραματευτής)

– Γυρολόγος (Πραματευτής): Έφερνε παλιά στα χωριά, φορτωμένος ή με το ζώο ότι μπορούσε να φανταστεί κανείς : υφάσματα με τον πήχη, πουκάμισα, κάλτσες, κλωστές, εσώρουχα, κουμπιά, λάστιχο, κουβαρίστρες, τσατσάρες, χτένια, βαφές και πολλά άλλα ακόμα. Η πληρωμή γίνονταν συνήθως …

Συνέχεια »

Ζευγάς

– Ζευγάς: Οι ζευγάδες αναλάμβαναν το όργωμα, τη σπορά και τη συγκομιδή των χωραφιών. Οι ζευγάδες όργωναν με το ξύλινο αλέτρι που το έσερναν δύο βόδια ή μουλάρια (τα “ζευγαρόβοδα”). Κάποιες φορές, οι ίδιοι εκτός από τα δικά τους χωράφια, όργωναν …

Συνέχεια »

Αγιογράφος

– Οι αγιογράφοι διακοσμουσαν με αμοιβή, τις πολυάριθμες εκκλησίες και τα ξωκλήσια του νομού, ενώ κάποιοι από αυτούς έφτιαξαν αγιογραφίες και σε εκκλησίες άλλων περιοχών. Η λαϊκή ζωγραφική και η ξυλογλυπτική γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη και δείγματά της διασώζονται στις ξύλινες κασέλες, …

Συνέχεια »

Ζωέμπορος (τσαμπάσης)

– Ζωέμπορος (τσαμπάσης):  Τις αγοραπωλησίες των ζώων αναλάμβαναν οι ζωέμποροι, που ονομάζονταν και “τσαμπάσηδες”. Επίκεντρο των αγοραπωλησιών αποτελούσαν οι ζωοπανηγύρεις που συνόδευαν συνήθως τις εορταστικές και εμπορικές δραστηριότητες των μεγάλων πανηγυριών . Εκτός από τους ντόπιους ζωέμπορους, την περιοχή επισκέπτονταν …

Συνέχεια »

Καφετζής

– Καφετζής: Από τα παλιότερα επαγγέλματα, με το καφενείο να είναι ο χώρος συγκέντρωσης και το μοναδικό μέσο διασκέδασης. Στα χωριά, ήταν μαζί καπηλειό, μπακάλικο και μικρό μαγειρείο. Εκεί μαζεύονταν οι άνδρες και περνούσαν την ώρα τους πίνοντας, γλεντώντας και …

Συνέχεια »

Κουρέας (μπαρμπέρης)

– Κουρέας (μπαρμπέρης): Η περιποίηση των μαλλιών αποτελούσε φροντίδα του ανθρώπου, ενώ οι αρχαίοι τοποθετούσαν τη δύναμη της ζωής στα μαλλιά. Το επάγγελμα του κουρέα είναι γνωστό πριν από τον 5ο π.Χ. αιώνα και στα κουρεία σύχναζαν αργόσχολοι που τους άρεσε …

Συνέχεια »

Κρεοπώλης (Χασάπης)

– Κρεοπώλης (Χασάπης): Επειδή παλιά δεν υπήρχαν ψυγεία, για να συντηρήσουν το κρέας, το φρεσκοσφαγμένο το πρωί ζώο έπρεπε να διατεθεί σε 24 ώρες. (Αλλού έδεναν κομμάτια κρέας με σχοινιά και το κατέβαζαν στο βάθος πηγαδιού). Αρχικά οι κρεοπώλες ήταν …

Συνέχεια »

Λούστρος

– Λούστρος: Παλιότερα που ο κόσμος περπατούσε σε χωμάτινους δρόμους, τα παπούτσια σκονίζονταν ή λασπώνονταν εύκολα. Τότε γνώρισε άνθηση και το επάγγελμα του λουστραδόρου. Αυτός μ’ ένα κασελάκι μπροστά του, αληθινό κομψοτέχνημα, και γύρω του να κρέμονται οι βούρτσες και …

Συνέχεια »

Ξυλοκόποι (Ταχτατζήδες)

– Ξυλοκόπος: Παλιά τα ξύλα ζέσταιναν τους ανθρώπους, που φρόντιζαν από νωρίς να τα παραγγείλουν στους ξυλάδες. Αυτοί τα έκοβαν από το δάσος και τα μετέφεραν στα σπίτια. Εκεί τα έκοβαν με την κόφτρα και τα έσκιζαν με το τσεκούρι …

Συνέχεια »

Ξυλοσχίστες ή Υλοτόμοι (Μπισκιτζήδες)

– Οι ξυλοσχίστες, που επονομάζονταν “μπισκιτζήδες”, εργάζονταν στα δάση και υλοτομούσαν την απαραίτητη ξυλεία για τις οικοδομές, τη ναυπηγική, αλλά και για τις κατασκευές των επιπλοποιών και των μαραγκών.

Συνέχεια »