Μενού
Αρχική / Ενθετα - Αφιερώματα / Νόμοι - Ρυθμίσεις / Σχετική με το Κυνήγι Νομοθεσία

Σχετική με το Κυνήγι Νομοθεσία

Η ΣΧΕΤΙΚΗ ΜΕ ΤΟ ΚΥΝΗΓΙ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΘHPA

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α’

Θηράματα – Μέσα ασκήσεως θήρας. Κυνηγετικαί περιοχαί

Θηράματα

Αρθρον 251

1. Η Θήρα επιτρέπεται νά ασκείται ως άθλημα, καθ’ ολην την Επικράτειαν, κατά τας διατάξεις του παρόντος κώδικος.

2. Ως θηρεύσιμα θηράματα νοούνται πάντα τά άγρια θηλαστικά καί πτηνά πλήν:

Εκ τών θηλαστικών: Τών άκανθοχοίρου, νυκτερίδος, μυγαλής, ασπάλακος.

Εκ των πτηνών: α) Των μικροτέρων κατά μέγεθος της σιταρήθρας, μη συμπεριλαμβανομένης (τουτέστι των μικροτέρων εις μηκος τών 17 εκ.), β) τών κύκνου, πελαργοϋ, φοινικόπτερου ροδοχρόου, γερανού, κούκου, όλων τών είδών γυπός (ορνέου), παντός είδους δρυοκολάπτου, έποπος (τσαλαπετεινού), όλων τών ειδών κίρκου (κρικινεζιού) καί τριόρχου, ακριδοθήρα (άγιοπουλιού), σίττης (τσοπανάκου σφυρικτή), αίγοθήλου (γιδοβίζι – πλάνου), του μικρού μελανοκεφάλου γλάρου, παντός είδους χελιδόνος, του κορακίου (χαλκοκουρούνας), παντός είδους νυκτοβίων και της τρυγόνος της στρεπτοπηλίας δεκαοκτώ (δεκοχτούρας).

Μέσα ασκήσεως θήρας

Αρθρον 252 (Ώς ετροποποιήθη δι’ αρθρ. 2 ν. 177/1975)

1. Η θήρα ασκείται. μόνον διά συνήθους κυνηγετκού επωμιζομένου πυροβόλου όπλου, ώς και δια τόξου καί κυνηγετικού μαχαιρίου, μετά ή άνευ κυνός. Ώς συνήθη κυνηγετικά όπλα νοούνται τά επωμιζόμενα μονόκαννα, δίκαννα, επαναληπτικά ή αυτογεμή (αυτόματα) τοιαύτα, έχοντα το εσωτερικόν τής κάννης λείov καί ουχί ραβδωτόν. Η διά πυροβόλου πολεμικού όπλου ή αεροβόλου ή άλλου είδους όπλου άσκησις τής θήρας απαγορεύεται.

2. Πας κάτοχος κυνηγετικού, κατά τήν έννοιαν του άρθρου 1 παράγρ.ιβ του Ν.Δ. 542/1970 όπλου, υποχρεούται όπως, εντός τριμήνου από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος, εφοδιασθή υπό της οικείας Δασικής Αρχής διά δελτίου κατοχής κυνηγετικού όπλου. Τήν υποχρέωσιν ταύτην έχουν καί oι εφεξής αποκτώντες κυνηγετικά όπλα, οίτινες υποχρεούνται όπως, εντός τριμήνου από της κτήσεως του όπλου, εφοδιάζωνται διά του ώς άνω δελτίου. Τής υποχρεώσεως ταύτης εξαιρούνται oι οπλουργοί καί οι έμποροι όπλων. Δι’ αποφάσεως του Υπουργού Γεωργίας, δημοσιευομένης διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, καθορίζονται αι λεπτομέρειαι της εκδόσεως του ως άνω δελτίου. Εν περιπτώσει μή εμπροθέσμου εκδόσεως του δελτίου κατοχής, υπαιτιότητι του ενδιαφερομένου, επιβάλλεται υπό της Δασικής Αρχής καί πρόστιμον, υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας καί Δασών, (Κεφάλαιον Θήρας), ούτινος το ύψος καθορίζεται δι’ αποφάσεως του Υπουργού Γεωργίας, όπερ δέν δύναται νά είναι κατώτερον τών 1.000 δρχ. ουδέ ανώτερον των 10.000 δρχ.

3. Κατά πάσαν περίπτωσιν μεταφοράς κυνηγετικού όπλου δι’ οχημάτων παντός είδους, πλοίων κ.λπ. ή έντος κατοικημένων περιοχών, το κυνηγετικόν όπλον δέον να είναι κενόν φυσιγγίων και να φέρεται υποχρεωτικώς εντός θήκης, λελυμένον. Τα εντός τών οικιών φυλαττόμενα κυνηγετικά όπλα, δέον όπως τηρούνται κενά φυσιγγγίων.

4. Δύναται ο Υπουργός Γεωργίας, όταν απαγορεύεται η θήρα, να επιβάλη δι’ αποφάσεώς του, την σφράγισιν των κυνηγετικών όπλων. Εν συνδρομή τεχνικών ή άλλων ειδικών λόγων, ρητώς εν τη αποφάσει του αναφερομένων, δύναται νά εξαιρή τής υποχρεώσεως ταύτης ωρισμένας της Επικρατείας περιοχάς.

5. Απαγορεύεται η τοποθέτησις καί η χρήσις παγίδων, δηλητηρίων, δικτύων, βρόχων, ειδικών καθρεπτών, αγκίστρων καί παντός είδους ελκυστικών φώτων ή οργάνων ή άλλων αναλόγων μέσων, σκοπόν εχόντων τήν θανάτωσιν, σύλληψιν ή νάρκωσιν, εν γένει αγρίων θηλαστικών και πτηνών, ώς καί η εμπορία, κατασκευή καί ή έκ του εξωτερικού εισαγωγή των οργάνων τούτων.

6. Απαγορεύεται ή προς θήραν χρησιμοποίησις ελαστικής σφενδόνης, κραχτών, ομοιωμάτων καί μιμητικών φωνών τών θηραμάτων.

7. Χρήσις παγίδων πάσης φύσεως επιτρέπεται νά γίνεται μετ’ έγκρισιν του Υπουργού Γεωργίας μόνον δι’ επιστημονικούς σκοπούς (δακτυλίωσις, μελέται, ταρίχευσις).

Κυνηγητικοί κύνες

Αρθρον 255

1. Κύριοι κυνηγετικών κυνών, μη εφωδιασμένοι δια δελτίου ταυτότητος τούτων, δεν απολαμβάνουν των περί προστασίας των κυνηγετικών διατάξεων του παρόντος.

2. Το δελτίον ταυτότητος των κυνηγετικών κυνών χορηγείται εις τούς κυρίους τούτων υπό τού οικείου κυνηγετικού συλλόγου, επί καταβολή παραβόλου οριζομένου δι’ αποφάσεως του Υπουργού Γεωργίας.

3. Προς διάκρισιν των κυνηγετικών κυνών, καθιερούται ενιαίον ομοιόμορφον διακριτικόν σήμα δι’ άπασαν την Επικράτειαν, καθοριζόμενον δι’ αποφάσεως του Υπουργού Γεωργίας.

4. Η μεταφορά διά δημοσίου μεταφορικού μέσου κυνηγετικού κυνός άνευ φιμώτρου απαγορεύεται.

5. Απαγορεύεται η κατά τήν νύκτα, εν υπαίθρω ελευθέρα ή υπό επιτήρησιν κυκλοφορία κυνηγετικών κυνών, ως και η κατά την ημέραν ελευθέρα κυκλοφορία τούτων, όταν και όπου απαγορεύεται η θήρα. Κυνηγετικοί κύνες, περιπλανώμενοι εν υπαίθρω, κατά την απαγορευμένην περίοδον θήρας ή κατά τήν νύκτα ή δυνάμενοι νά προκαλέσουν φθοράς εις την αγρίαν πανίδα συλλαμβάνονται καί εν ανάγκη εξοντώνονται. Ομοίως χαρακτηρίζονται ως αδέσποτα ζώα καί εξοντώνονται διά παντός μέσου, πάντες οι ελευθέρως εν υπαίθρω κατά πάσαν εποχήν κυκλοφορούντες εις τας ελεγχομένας κυνηγετικάς περιοχάς, τα μόνιμα καταφύγια θηραμάτων και εκτροφεία μη κυνηγετικοί κύνες, παντός είδους, ως και γαλαί.

6. Απαγορεύεται η διατήρησις εις υπαιθρίους ποιμενικάς εγκαταστάσεις κυνηγετικών κυνών, ιδίως κυνών διώξεως (ιχνηλατών), ήτοι λαγοσκύλων, φωλεοδυτών, λαγωνικών.

7. Ο συλλαμβάνων κυνηγετικόν κύνα περιπλανώμενον, φέροντα όμως διακριτικόν σήμα, υποχρεούται όπως παραδώση τούτον αμελλητί εις τον κύριον του ή την πλησιεστέραν δασικήν ή αστυνομικήν αρχήν. Η αστυνομική αρχή υποχρεούται να ειδοποιήση αμέσως το πλησιέστερον δασικόν όργανον. Η δασική ή καί άλλη αρχή παραδίδει τον κύνα εις τον οικείον κυνηγετικόν σύλλογον, ο οποίος υποχρεούται όπως φροντίση διά την εύρεσιν του κατόχου καί την απόδοσιν τούτου, μετά την καταβολήν των μέχρι της αποδόσεως εξόδων διατροφής καί συντηρήσεώς του. Εάν εντός 15 ημερών από της παραδόσεως τού κυνός εις τον κυνηγετικόν σύλλογον δεν ευρεθή ο κύριος τούτου, ο σύλλογος προβαίνει εις την δια δημοπρασίας εκποίησιν του κυνός, των πρακτικών ταύτης υποκειμένων εις τήν έγκρισιν του δασάρχου. Το εκπλειστηρίασμα, μετά τήν αφαίρεσιν των καταβληθέντων εξόδων διατροφής καί συντηρήσεως του κυνός, αποδίδεται εις τον κύριον τούτου, εφ’ όσον ήθελε παρουσιασθή εντός μηνός από της εκποιήσεως, άλλως εισάγεται εις το Κεντρικόν Ταμείον Γεωργίας, Κτηνοτροφίας καί Δασών (εις ειδικόν λογαριασμόν «Κεφάλαιον θήρας»), πλην του ενός τρίτου χορηγουμένου ως αμοιβή εις τον συλλαβόντα τον κύνα.

8. Επί κυνηγετικών κυνών δεν έχει εφαρμογήν η διάταξις του Αρθρου 80 παρ. 3 του ν. 3030 της 6/11.10.1954 (περί Αγροφυλακής).

9. Διά τούς κυνηγετικούς κύνας ισχύουν κατά τά λοιπά αι περί συλλογής κυνών αστυνομικαί διατάξεις.

10. Επιτρέπεται η εγκύμνασις των κυνών δεικτών καί ερευνητών, συνοδευομένων υπό των κυνηγών ή κυναγωγών, μη φερόντων κυνηγετικόν όπλον, ένα μήνα προ της ενάρξεως της κυνηγετικής περιόδου και εις περιωρισμένας εκτάσεις, καθοριζομένας υπό της οικείας δασικής αρχής.

11. Επιτρέπεται μετά ή άνευ κυνός, κατόπιν αποφάσεως του Υπουργού Γεωργίας, η χρησιμοποίησις θηρευτικού ιέρακος μόνον διά θήραν αποδημητικών πτηνών (ιερακοθηρία), εγκυμνασμένου αετού διά την θήραν των επιβλαβών θηλαστικών ως και της ικτίδος (γαλής) διά την θήραν των αγριοκονίκλων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β’

Απαγόρευσις θήρας – Προστασία θηραμάτων

Απηγορευμένοι εις την θήραν χώροι

Αρθρον 256 (Ώς ετροποποιήθη δι’ άρθρ. 6 του ν. 177/1975).

1. Απαγορεύεται η θήρα εντός των πόλεων, κωμοπόλεων, χωρίων ή συνοικισμών εν γένει καί εις ακτίνα 250 μέτρων από της παρυφής αυτών ή εις ακτίνα 100 μέτρων από μεμονωμένων οικιών. Κατά παρέκκλισιν δύναται ο Υπουργός Γεωργίας, μετά πρότασιν της δασικής αρχής και συμφώνου γνώμης της. οικείας αστυνομικής αρχής, να επιτρέπη την θήραν των επιβλαβών θηραμάτων και εις τους ανωτέρω χώρους.

2. Απαγορεύεται η θήρα άνευ της συγκαταθέσεως του ιδιοκτήτου, νομέως ή μισθωτού:

α) Εντός των αμπελώνων από της ενάρξεως της περιόδου της θήρας έως λήξεως του τρυγητού.

β) Εντός των αθερίστων λειμώνων.

γ). Εντός καλλιεργουμένων εκτάσεων ή οπωρώνων από της ανθοφορίας μέχρι καί της συγκομιδής των καρπών.

δ. Εντός περιφραγμένων διά συνεχούς αδιαπεράστου καί ανυπερβλήτου από άνθρωπον φράχτου παντός είδους, ύψους τουλάχιστον ενός και ημίσεως του μέτρου (1,50) ιδιοκτήτων εκτάσεων.

3. Απαγορεύεται η θήρα εντός του πυρήνος εθνικών δρυμών.

4. Απαγορεύεται η θήρα δια σκοπεύσεως επί πτηνών ισταμένων επί τηλεγραφικών στύλων, τηλεγραφικών καλωδίων του Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος και λοιπών έργων, εφ’ ων δύναται νά προκληθή βλάβη εις τας εγκαταστάσεις.

5. Απαγορεύεται η τοποθέτησις απαγορευτικών της θήρας πινακίδων, άνευ προηγουμένης εγγράφου εγκρίσεως της οικείας Δασικής Αρχής.

Προστασία υδροβίων – Σκοπευτήρια -Αμοιβαί διώξεως επιβλαβών θηραμάτων

Αρθρον 257

1. Εις τα βασιλικά δασοκτήματα καί πανεπιστημιακά δάση επιτρέπεται η άσκησις της θήρας κατά τας διατάξεις τού παρόντος, κατόπιν ειδικής αδείας της διευθύνσεως των βασιλικών κτημάτων ή των πανεπιστημιακών αρχών.

2. Εις περιοχάς περιλαμβανούσας λίμνας, βάλτους, ελώδεις εκτάσεις ή δέλτα ποταμών καί ποταμοκόλπους, ως και παροχθίους γενικώς εκτάσειc, εις ας σταθμεύουν και διαβιούν τα υδρόβια πτερωτά θηράματα (ένυδρα και παρυδάτια), δύναται ο Υπουργός Γεωργίας δι’ αποφάσεώς του να λάβη παν μέτρον πρόσφορον αποβλέπον εις την διατήρησιν, διαφύλαξιν καί αύξησιν του θηραματικού κεφαλαίου, σχετικόν προς την ενάσκησιν της θήρας.

3. Απαγορεύεται πάσα μόλυνσις δι’ οιουδήποτε τρόπου υδάτων, λιμνών, ποταμών, λιμνοθαλασσών, είτε δια δηλητηρίου είτε εξ υπολειμμάτων διαφόρων εργοστασίων και βιομηχανιών. Οι ιδιοκτήται τούτων υποχρεούνται όπως, διά της ιδρυτικής των μελέτης ή διά συμπληρωματικής τοιαύτης διά τά ήδη υφιστάμενα, προβλέπουν την κατασκενήν των απαραιτήτων

τεχνικών έργων προς ασφαλή και αζήμιον, δια τα ρέοντα ύδατα, την πανίδα και χλωρίδα, παροχέτευσιν των βιομηχανικών ακαθάρτων υδάτων.

4. Επιτρέπεται δι’ αποφάσεως του Υπουργού Γεωργίας, τη προτάσει της κυνηγετικής συνομοσπονδίας και συμφώνω γνώμη του δασάρχου, η ίδρυσις κυνηγετικών σκοπευτηρίων παρά τών κυνηγετικών οργανώσεων, σκοπόν εχόντων την εξάσκησιν των κυνηγών και την ενέργειαν αθλητικών σκοπευτικών αγώνων, ως και ο καθορισμός περιοχής εκγυμνάσεως κυνηγετικών κυνών. Η θέσις καί λειτουργία εν γένει τούτων καθορίζονται εν τη αποφάσει.

5. Αι αμοιβαί δια την καταπολέμησιν επιβλαβών θηραμάτων, ο τρόπος παραδόσεως και παραλαβής των τεκμηρίων, η πληρωμή της αμοιβής αμέσως, επί τη παραδόσει του τεκμηρίου, καταβαλλομένης, ως και πάσα άλλη λεπτομέρεια ρυθμίζονται δι’ αποφάσεως του Υπουργού Γεωργίας.

Γενικαί απαγορεύσεις θήρας

Αρθρον 258 (Ως ετροποποιήθη δι’ αρθρ. 7 ν. 177/1975).

1. Απαγορεύεται:

α) Η χρησιμοποίησις προς άσκησιν θήρας μηχανοκινήτων πλωτών μέσων, διά την θήραν των υδροβίων πτηνών εντός των λιμνών, ελωδών εκτάσεων, ποταμών και λιμνοθαλασσών.

β) Η άσκησις της θήρας από μηχανοκινήτων μέσων καί η μεταφορά διά τοιούτων κυνηγετικών όπλων, εάν ταύτα δέν είναι λελυμένα ή εντός θήκης, ως και διά πάσης φύσεως προβολέων και ελκυστικών φώτων.

γ) Οι οδηγοί τών μηχανοκινήτων μέσων, δι’ ών τρίτοι ήσκησαν παράνομον θήραν, ευθύνονται ως συναυτουργοί, ως και οι παραχωρήσαντες την χρήσιν τούτου, εφ’ όσον τελούν εν γνώσει. Οι παρά των ιδιοκτητών του τροχοφόρου άσκησις της θήρας, κατά τον διαληφθέντα τρόπον, θεωρείται ως επιβαρυντική περίπτωσις.

δ) Η θήρα ελάφου, δορκάδος, αιγάγρου (αγριοκάτσικου), αγριογιδού, τετράωνος (αγριοπετεινοϋ), ως και φασιανού.

Δι’ αποφάσεων του Υπουργού Γεωργίας, μη δυναμένων εν πάση περιπτώσει να εκδοθούν προ της 1ης Αυγούστου 1971, δύναται να εγκριθή η θήρα τών ανωτέρω, εφ’ όσον ο αριθμός τούτων αυξηθή, οπότε εν τη αποφάσει θά καθορίζεται ο τόπος, ο τρόπος και ο χρόνος της θήρας, το εiδος καί ο αριθμός των θηραμάτων και η παρά του κυνηγού καταβολή προσθέτου τέλους αδείας.

2. Απαγορεύεται επίσης:

α) Η θήρα ωφελίμων πτηνών καί θηλαστικών, καθοριζομένων δι’ αποφάσεως του Υπουργού Γεωργίας.

β) Η αγοραπωλησία και η μεταφορά προς πώλησιν παντός είδους θηράματος κατά τήν διάρκειαν της απαγορεύσεως της θήρας.

γ) Η αγοραπωλησία καθ’ όλον το έτος του λαγωού και της πέρδικος, πλην των, κατόπιν αδείας της Δασικής Αρχής, διατιθεμένων πλεονασμάτων των εκτροφείων ως και θηραμάτων εκ των ελεγχομένων κυνηγετικών περιοχών.

δ) Η αγοραπωλησία παντός θηράματος, εφ’ όσον διαπιστωθή ότι η θανάτωσις τούτου ετελέσθη δι’ απηγορευμένων μέσων.

ε) Η μεταφορά, η έκθεσις εις κοινήν θέαν και ο καθ’ οίονδήποτε τρόπον βασανισμός συλληφθέντων θηραμάτων.

στ) Η θήρα παρά του κυνηγού πλέον του ενός λαγωού και τεσσάρων περδίκων δι’ εκάστην ημερησίαν έξοδον τούτου. Ο Υπουργος Γεωργίας δύναται δι’ αποφάσεώς του να τροποποιήση τον αριθμόν τούτον καθ’ άπασαν τήν Επικράτειαν ή κατά περιφερείας ταύτης, ως επίσης να περιορίζη τον αριθμόν προς θήραν καί άλλων θηραμάτων.

ζ) Η θήρα της άρκτου και το λυγκός (ρήσου) άνευ εγκρίσεως του Υπουργού Γεωρyίας.

3. Ωσαύτως απαγορεύεται:

α) Η καταστροφή των φωλεών παντός πτηνού καί η αφαίρεσις εξ (αυτών των ωών καί των νεοσσών και η αγοραπωλησία τούτων, πλην των κατά τας διατάξεις του άρθρου 257 χαρακτηριζομένων δι’ αποφάσεως του Υπουργού γεωργίας ως επιβλαβών.

β) Η θήρα δι’ ενέδρας παρά τας πηγάς (καρτέρι) ή δια παρακολουθήσεως των ιχνών επί της χιόνος, ως και η χρησιμοποίησις βοηθού φέροντος όπλον, άνευ αδείας θήρας.

γ) Η μεταφορά ζώντος θηράματος καθ’ όλον το έτος και η διατήρησις εν αιχμαλωσία ωδικών πτηνών, ως και παντός θηράματος, πλην των εξωτικών (κολιμπρίων, καναρίων, ψιττακών), επιτρεπομένη μόνον δι’ αποφάσεως του Υπουργού Γεωργίας εις δημοσίας, δημοτικάς ή κοινοτικάς αρχάς ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, ως και κυνηγετικάς οργανώσεις προς εμπλουτισμόν ζωολογικών κήπων, και πάρκων των πόλεων.

Επιτρέπεται η κατόπιν ειδικής αδείας του Υπουργού Γεωργίας σύλληψις και μεταφορά θηράματος δι’ επιστημονικούς λόγους.

δ) Η άνευ αδείας της δασικής ή αστυνομικής αρχής μεταφορά κυνηγετικών όπλων εις υπαιθρίους τόπους κατά την περίοδον, καθ’ ην απαγορεύεται η θήρα, κατά δε τον χρόνον της κυνεγητικής περιόδου άνευ αδείας θήρας.

ε) Η μετά του κυνηγετικού όπλου διάβασις δι’ απηγορευμένων εις την θήραν εκτάσεων, εκτός εάν το όπλον είναι λελυμένον.

στ) Ο Υπουργός Γεωργίας δύναται ν’ απαγορεύη την θήραν παντός θηράματος έν περιπτώσει χιονοπτώσεως μεγάλης διαρκείας καί εντάσεως εις όλην την χώραν ή μεμονωμένας περιοχάς.

ζ) Η θήρα καθ’ ομάδας, περιλαμβανούσας πλείονας των εξ κυνηγών, εκτός της ομαδικής θήρας υδροβίων πτηνών, αγριοχοίρων καί επιβλαβών ζώων, ήτοι λύκου, αλώπεκος, θωός και κορακοειδών, ήτις δέον νά διενεργήται κατόπιν αδείας του δασάρχου τη επιβλέψει δασικού οργάνου ή του κυνηγετικού συλλόγου. Η δι’ οιουδήποτε μεταφορικού μέσου μεταφορά μεγαλυτέρου αριθμού κυνηγών, εφ’ όσον κατά την διάρκειαν ταύτης δεν ενεργείται θήρα δεν θεωρείται ως παράβασις, ως επίσης και όταν οι πλείονες των εξ (6) κυνηγοί ευρίσκωνται εις τοιαύτην απόστασιν, ώστε να υφίσταται η απαιτουμένη ζώνη ασφαλείας διά τά θηράματα. Η ζώνη αύτη καθορίζεται δι’ αποφάσεως του Υπουργού Γεωργίας.

η) Η άνευ προηγουμένης εγκρίσεως του Υπουργού Γεωργίας, εκ του εξωτερικού εισαγωγή, ζώντων ή μή, πάσης φύσεως θηραμάτων, ως και η εξαγωγή τοιούτων εις το εξωτερικόν. Τα άνευ εγκρίσεως εξαγόμενα θηράματα κατάσχονται υπό της τελωνειακής αρχής και παραδίδονται εις την πλησιεστέραν δασικήν αρχήν προς εκποίησιν. Εν ελλείψει ταύτης, την εκποίησιν δια πλειστηριασμού ενεργεί η τελωνειακή αρχή, του εκπλειστηριάσματος εισαγομένου εις το Κεντρικόν Ταμείον Γεωργίας Κτηνοτροφίας και Δασών (Κεφάλαιον Θήρας).

4. Κατόπιν αδείας του Υπουργού Γεωργίας επιτρέπονται ο φόνος και η ταρίχευσις μη θηρευσίμων θηραμάτων, προς εμπλουτισμόν συλλογών μουσείων και των εργαστηρίων ζωολογίας των πανεπιστημίων, ως και δια διδακτικούς σκοπούς εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.

5. Αι δασικαί αρχαί δύνανται να εκδίδουν απαγορεντικάς διατάξεις θήρας, μόνον κατόπιν αποφάσεων του Υπουργού Γεωργίας, δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως προς ρύθμισιν θεμάτων αφορώντων την προστασίαν, διοίκησιν και διαχείρισιν του θηραματικού πλούτου και της ασκήσεως της θήρας εν γένει.

Ειδικά μέτρα προστασίας θηραμάτων

Αρθρον 259

1. Ιδιοκτήται, νομείς ή μισθωταί οικιών, κήπων ή αγρών υποχρεούνται να καταστρέφουν τας υπό των κορακοειδών (κάργια, καρακάξα, κ.λ.π.) κατασκευαζομένας φωλεάς εις τας οικίας ή παραρτήματα τούτων ή εις δένδρα ευρισκόμενα εντός των κήπων ή αγρών των.

2. Ο Υπουργός Γεωργίας δύναται:

α) Να διατάσση επ’ αμοιβή ή μη την δι’ οιουδήποτε μέσου δίωξιν ωρισμένων θηραμάτων και λοιπών ζώων και καταστροφήν των φωλεών τούτων, επιζημίων εις την γεωργικήν, κτηνοτροφικήν, δασικήν, αλιευτικήν καί θηραματικήν οικονομίαν, ιδία δε εκ των πτηνών των απαριθμουμένων εις την συναφθείσαν την l8ην Οκτωβρίου 1950 εν Παρισίοις διεθνή σύμβασιν και υπογραφείσαν υπό της Ελλάδος την l8ην Νοεμβρίου 1953.

β) Νά απαγορεύη τον φόνον θηράματος, όταν απειλήται δια πλήρους αφανισμού.

3. Ο Υπουργός Γεωργίας δύναται ν’ απαγορεύη την εκχέρσωσιν εκτάσεων, ως και την υλοτομίαν ή αποκλάδωσιν μεμονωμένων δένδρων ή συστάδων ή δενδροστοιχιών, των οποίων η διατήρησις επιβάλλεται προς καταφυγήν, προστασίαν καί αναπαραγωγήν (κατασκευή φωλεών) ζώων και πτηνών, άτινα είναι σπάνια ή τείνουν να εξαφανισθούν, ως και την βοσκήν παντός ζώου εις πάρκα, εκτροφεία και εις νησίδας προς προστασίαν και μη εκφυλισμόν των εκεί διαβιούντων σπανίων θηραμάτων.

4. Δι’ αποφάσεως των Υπουργών Γεωργίας και Εμπορικής Ναυτιλίας, δύνανται νά λαμβάνωνται τα ενδεδειγμένα μέτρα προστασίας των αποδημητικών πτηνών, δια την μη πρόσκρουσίν των επί των φάρων.

5. Η χρήσις γεωργικών φαρμάκων (εντομοκτόνων – ζιζανιοκτόνων) επί γεωργικών εκτάσεων επιτρέπεται τη καθοδηγήσει της διευθύνσεως γεωργίας και εις ποσότητα τοιαύτην, ώστε να αποβαίνη ακίνδυνος δια τα θηράματα. Η χρήσις τούτων εντός των δασών ή δασικών εκτάσεων θα γίνεται κατόπιν συνεννοήσεως μετά της δασικής αρχής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ’

Κυνηγετικαί περιφέρειαι – Χρόνος – Αδειαι θήρας. Οικονομική εξυπηρέτησις

Κυνηγετικαί περιφέρειαι

Αρθρον 260 (Ώς ετροποποιήθη δι’ άρθρ. 11 παρ. 2 ν. 177/1975).

Η όλη Επικράτεια διαιρείται εις τας κάτωθι κυνηγετικάς περιφερείας:

α) Της Κρήτης και Δωδεκανήσου μετά τών νήσων αυτών, με έδραν τα Χανιά.

β) Των νήσων Αρχιπελάγους, με έδραν την Μυτιλήνην.

γ) Της Πελοποννήσου μετά των νήσων Ύδρας, Σπετσών, Ζακύνθου, Πόρου, Κυθήρων και Αντικυθήρων, Κεφαλληνίας, Ιθάκης και των λοιπών μικροτέρων της περιφερείας των, με έδραν τας Πάτρας.

δ) Της Στερεάς Ελλάδος μετά των νήσων Ευβοίας, Λευκάδος, Σκύρου, Αιγίνης, Κυκλάδων, Σαλαμίνος, Κυθήρων, Ύδρας, Σπετσών καί Πόρου, ως και των μικροτέρων της περιφερείας των, με έδραν τας Αθήνας.

ε) Της Ηπείρου μετά των νήσων Κερκύρας και Παξών, με έδραν τα Ιωάννινα.

στ) Της Βορείου Ελλάδος (Μακεδονία – Θράκη) μετά των νήσων Θάσου και Σαμοθράκης, με έδραν την Θεσσαλονίκην.

ζ) Της Θεσσαλίας μετά των νήσων Σποράδων με έδραν την Λάρισαν

Χρόνος Θήρας

Αρθρον 261 (Ως ετροποποιήθη δι’ α.ρθρ. 11 ν.δ. 996/1971 και άρθρ. 8 ν. 177/1975).

1. Το κυνηγετικόν έτος άρχεται από 1 Αυγούστου καε λήγει την 31 Ιουλίου του επομένου έτους.

2. Η κυνηγετική περίοδος, καθ’ ην γενικώς επιτρέπεται η θήρα άρχεται:

α) Του λαγωού, από l5ης Σεπτεμβρίου και λήγει την 10ην Ιανουαρίου.

β) Της ορεινής πέρδικος από l5ης Σεπτεμβρίου και λήγει την 10ην Μαρτίου.

γ) Της πεδινής πέρδικος από 1ης Οκτωβρίου και λήγει την 30ην Νοεμβρίου.

δ) Των λοιπών θηραμάτων, εξαιρέσει της περιπτώσεως της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου από l5ης Σεπτεμβρίου και λήγει την l0ην Μαρτίου.

3. Επιτρέπεται από 20ης Αυγούστου η θήρα τρυγόνων, δενδροβίων (αετομάχου – συκοφάγου) καί λοιπών περιστεροειδών, τών ορτύγων μετά κυνός, ως και λοιπών επιβλαβών θηραμάτων, εις περιοχάς όπου υπάρχουν περάσματα, καθοριζόμενα δι’ αποφάσεως του Υπουργού Γεωργίας τη προτάσει των Δασικών Αρχών.

4. Ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας, δύναται δι’ αποφάσεώς του, τη προτάσει της δασικής αρχής ή της Κυνηγετικής Συνομοσπονδίας, να περιορίζη την διάρκειαν της κυνηγετικής περιόδου ή τας εντός αυτής ημέρας θήρας, καθ’ όλην την Επικράτειαν ή περιφερείας ταύτης.

5. Επιτρέπεται η θήρα μόνον κατά την διάρκειαν της ημέρας, ήτοι ημίσειαν ώραν προ της ανατολής και μέχρις ημισείας ώρας μετά την δύσιν του ηλίου.

6. Από llης Μαρτίου και μέχρις ενάρξεως της κνηγετικής περιόδου επιτρέπεται η δια δηλητηρίου καταπολέμησις των επιβλαβών θηραμάτων, μερίμνη και ευθύνη των κυνηγετικών συλλόγων και άνευ χρήσεως κυνηγετικών όπλων, η σύλληψις εις τας φωλεάς των νεογνών και νεοσσών αυτών, ως και η καταστροφή των φωλεών των. Επίσης η συγκρότησις συνεργείων δι’ έρευναν (παγάνα) ως και η δίωξις των κορακοειδών τη επιβλέψει δασικοϋ οργάνου. Κατά την διάρκειαν της κυνηγετικής περιόδου η χρήσις παγίδων και δηλητηρίων επιτρέπεται μόνον κατόπιν αποράσεως του Υπουργού Γεωργίας.

7. Ο Υπουργός Γεωργίας δύναται δι’ αποφάσεώς του να παρατείνη την θήραν των αποδημητικών πτηνών καθ’ άπασαν την Επικράτειαν ή περιφέρειαν ταύτης, επί προσθέτω καταβολή τέλους καθοριζομένου εν τη αποφάσει.

Αδειαι Θήρας

Αρθρον 262 (Ως ετροποποιήθη δι’ άρθρ. 12 ν.δ. 996/ 1971).

1. Η θήρα επιτρέπεται μόνον εις τον κάτοχον αδείας θήρας, εκδιδομένης εις τον τόπον της μονίμου κατοικίας του υπό της αρμοδίας δασικής αρχής.

2. Ουδείς δύναται να λάβη άδειαν θήρας, εάν δεν ειναι μέλος κυνηγετικού συλλόγου. Εξαιρούνται όσοι, εκ της υπηρεσίας των, δεν επιτρέπεται να μετέχουν εις οργανώσεις, ως και οι αλλοδαποί.

3. Η άδεια θήρας, ούσα προσωπική και αμεταβίβαστος, ισχύει δια την κυνηγετικήν περίοδον και περιφέρειαν, δι’ ην εξεδόθη, διακρίνεται δε:

α) Εις τοπικήν, ισχύουσαν δια την περιφέρειαν του Νομου.

β) Εις περιφερειακήν, ισχύουσαν δια μίαν των κυνηγετικών περιφερειών, περί ων το άρθρον 260 του δασικού κώδικος.

γ) Εις γενικήν, ισχύουσαν δι’ ολόκληρον την Επικράτειαν και

δ) Εις γενικήν τοιαύτην υπηκόων ξένων Κρατών, ισχύουσαν δι’ ολόκληρον τήν Επικράτειαν.

Η άδεια θήρας εκδίδεται επί τη υποβολή γραμματίου ή τριπλοτύπου εισπράξεως του αρμοδίου Δημοσίου Ταμείου, υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών (Κεφ. θήρας), εκ αα) δραχμών εκατόν είκοσι πέντε (125), δια την τοπικήν άδειαν, ββ) τριακοσίων (300), δια τηv περιφερειακήν, γγ) εξακοσίων (600), δια την γενικήν, δδ) πεντακοσίων (500), δια την γενικήν άδειαν υπηκόων ξένων Κρατών, δι’ άσκησιν θήρας μέχρι δέκα πέντε ημερών, εε) χιλίων πεντακοσίων (1500), δια την γενικήν υπηκόων ξένων Κρατών, δι’ άσκησιν θήρας μέχρι δύο μηνών και στστ) τριών χιλιάδων (3.000), δια την γενικήν υπηκόων ξένων Κρατών, δι’ άσκησιν θήρας κατά την διάρκειαν ολοκλήρου της κυνηγετικής περιόδου. Οι ομογενείς υπήκοοι ξένων Κρατών ή οι διαμένοντες εν Ελλάδι πέραν της δεκαπενταετίας, καταβάλλουν, δια την έκδοσιν αδείας, τα ως άνω δια τους ημεδαπούς καθοριζόμενα ποσά. Δι’ αποφάσεως του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, δημοσιενομένης εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είναι δυνατή η αυξομείωσις των ως άνω ποσών.

4. Προς έκδοσιν της κατά τα ανωτέρω αδείας θήρας απαιτείται εισέτι και γραμμάτιον ή τριπλότυπον εισπράξεως του αρμοδίου ταμείου υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας Κτηνοτροφίας καί Δασών (Κεφάλαιον Θήρας) εκ δραχμών εξήκοντα (60) δια τοπικάς και περιφερειακάς αδείας και δραχμών εκατόν (100) δια γενικάς τοιαύτας, προς εξασφάλισιν λογαριασμού πληρωμής των εν άρθρω 267 φυλάκων θήρας. Η έκδοσις των αδειών θήρας άρχεται από 1 Αυγούστου εκάστου έτους.

5. Τα εις τας παραγράφους 3 καί 4 του παρόντος άρθρου άναφερόμενα ποσά δύνανται να αυξάνωνται δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Oικονομικών και Γεωργίας.

6. Δι’ αποφάσεως του επί της Γεωργίας Υπουργού, δημοσιευομένης εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται ο τύπος, η μορφή και τα στοιχεία, άτινα δέον να περιέχη η άδεια θήρας, η διαδικασία εκδόσεως ταύτης, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά προς έκδοσιν ταύτης, τόσον δια τους Έλληνας πολίτας, όσον και δια υπηκόους ξένων κρατών, ως και τα απαιτούμενα προσόντα υγείας, κυνηγετικής ικανότητος και κυνηγετικών γνώσεων δια τους το πρώτον αιτουμένους έκδοσιν αδείας θήρας.

7. Προς έκδοσιν αδειών θήρας κατοίκων των απηγορευμένων ζωνών της παραμεθορίου περιοχής απαιτείται ειδική έγκρισις της αρμοδίας στρατιωτικής αρχής εφ’ απλού χάρτου.

8. Οι δημόσιοι πολιτικοί και στρατιωτικοί υπάλληλοι, κάτοχοι αδείας θήρας, μετατιθέμενοι, δύνανται να θηρεύουν εις την περιφέρειαν της θέσεως εις ην τοποθετούνται με την αυτήν άδειαν θεωρουμένην παρά της δασικής αρχής.

Θήρα υπό δασικών υπαλλήλων

Αρθρον 263. Οι μόνιμοι δημόσιοι δασικοί υπάλλλοι δύνανται να θηρεύουν, όπου και όταν επιτρέπεται η θήρα, επί τη βάσει ατελούς αδείας εκδιδομένης παρά της δασικής αρχής.

Απαγορεύσεις χορηγήσεως αδειών θήρας

Αρθρον 264 (Ως ετροποποιήθη δι’ άρθρου 9 ν. 177/ 1975).

1. Αδεια θήρας δεν χορηγείται εις τους καταδικασθέντας:

α) Επί κακουργήματι εις οιανδήποτε ποινήν ή επί πλημμελήματι, δι’ ο επεβλήθη στέρησις των πολιτικών δικαιωμάτων.

β) Επί ζωοκλοπή, ζωοκτονία, παρανόμω οπλοφορία, παρανόμω κατοχή όπλου και παραβάσει των διατάξεων περί θήρας.

γ) Επί εμπρησμώ, ανθρωποκτονία εξ αμελείας και φθορά ξένης ιδιοκτησίας, εφ’ όσον η τέλεσις των αδικημάτων τούτων συνδέεται προς την άσκησιν της θήρας και προς την προστασίαν των δασών.

Προκειμένου περί καταδικασθέντος μεν δια παράβασιν των διατάξεων περί θήρας, δύναται να εγκριθή η χορήγησις αδείας θήρας υπό του Νομάρχου, μετά γνώμην της αρμοδίας Δασικής Αρχής, μετά πάροδον δύο (2) ετών από της εκτίσεως της ποινής, περί καταδικασθέντος δε εις βαθμόν πλημμελήματος επί παραβάσεων, περί ων αι παράγραφοι α, β και γ του παρόντος, δύναται να εγκριθή η χορήγησις αδείας θήρας υπό του Νομάρχου μετά γνώμην της αρμοδίας Δασικής Αρχής μετά πάροδον πέντε (5) ετών από της εκτίσεως της ποινής.

2. Η μετά την έναρξιν της κυνηγετικής περιόδου καταδίκη, δια παράβασιν των διατάξεων του παρόντος, συνεπάγεται την ακύρωσιν της αδείας θήρας, ήτις κατάσχεται υπό των αρμοδίων δια την τήρησιν των διατάξεων του παρόντος δημοσίων οργάνων, άνευ επιστροφής των καταβληθέντων δια την έκδοσιν χρηματικών ποσών.

3. Δεν χορηγείται άδεια θήρας εις τους μη συμπληρώσαντας το 2lον έτος της ηλικίας των, δύναται όμως να χορηγηθή τοιαύτη εις τους συμπληρώσαντας το l8ον έτος, εφ’ όσον προσκομισθή υπεύθυνος δήλωσις του έχοντος την επιμέλειαν του ανηλίκου ότι συγκατατίθεται εις την έκδοσιν αδείας θήρας.

4. Ο Υπουργός Γεωργίας, τη προτάσει του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης, δύναται ν’ απαγορεύη την χορήγησιν αδείας θήρας εις ωρισμένας περιφερείας, εφ’ όσον λόγοι ασφαλείας επιβάλλουν τούτο.

5. Ο Υπουργός Γεωργίας, μετά πρότασιν του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως, δύναται ν’ απαγορεύη την χορήγησιν αδείας θήρας εις άτομα χαρακτηριζόμενα ως επικίνδυνα εις την ασφάλειαν εν γένει ή ν’ ανακαλή τυχόν χορηγηθείσας αδείας, άνευ επιστροφής των καταβληθέντων προς έκδοσιν αυτών χρηματικών ποσών.

Ποιναί κατά των παραβαινόντων τας διατάξεις περί θήρας

Αρθρον 287. (Το άρθρ. 287 ετροποποιήθη δι’ άρθρ. 16 του ν.δ. 996/1971 και άρθρ. 12 ν. 177/1975).

1. Οι παραβαίνοντες τας διατάξεις των παραγράφων 3 καί 4 του άρθρου 252, τιμωρούνται δια κρατήσεως και δια στερήσεως της αδείας θήρας επί έν έτος.

2. Ο παρά την διάταξιν της παρ. 6 του άρθρου 252 χρησιμοποιόν προς θήραν ελαστικήν σφενδόνην, κράχτας, ομοιώματα και μιμητικάς φωνάς των θηραμάτων, τιμωρείται δια κρατήσεως ή προστίμου.

3. Δια κρατήσεως ή προστίμου ή δι’ αμφοτέρων των ποινών τούτων τιμωρούνται:

α) Ο κατά παράβασιν της διατάξεως της παρ. 4 του άρθρου 255 μεταφέρων κυνηγετικόν κύνα δια δημοσίου μεταφορικού μέσου άνευ φιμώτρου.

β) Οι παραβαίνοντες τας διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 255.

γ) Οι παραβαίνοντες τας διατάξεις των παρ. 3 και 4 του άρθρου 258.

δ) Οι παραβαίνοντες τας διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 259.

ε) Οι παραβαίνοντες τας διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 252.

4. Οι παραβαίνοντες τας διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 259 τιμωρούνται κατά τας διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 268.

5. Οι παραβαίνονες τας διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 258 τιμωρούνται δια φυλακίσεως τουλάχιστον τριών μηνών. Η επιβαλλομένη ποινή φυλακίσεως, λόγω παρανόμου θήρας δια μηχανοκινήτων μέσων ή ασκήσεως ταύτης δια προβολέων ως και η τοιαύτη λόγω της θήρας ελάφου, δορκάδος, αιγάγρου, φασιανού, τετράωνος (αγριοπετεινού), δεν μετατρέπεται εις χρηματικήν.

6. Οι παραβαίνοντες τας διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 7 του άρθρου 255 τιμωρούνται δια φυλακίσεως μέχρις εξ μηνών ή δια χρηματικής ποινής.

7. Οι εκ προθέσεως ή αμελείας παραβαίνοντες τας διατάξεις του άρθρου 256 τιμωρούνται δια φυλακίσεως μέχρι ενός έτους ή δια χρηματικής ποινής.

8. Οι εκ προθέσεως παραβαίνοντες τας διατάξεις του πρώτου και δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 252, τιμωρούνται δια φυλακίσεως μέχρις ενός έτους ή δια χρηματικής ποινής.

9. Οι παραβαίνοντες τας διατάξεις των παραγράφων 2 και 8 του άρθρου 254 τιμωρούνται δια φυλακίσεως μέχρι δύο ετών.

10. Διά φυλακίσεως μέχρι δύο ετών ή διά χρηματικής ποινής ή δι’ αμφοτέρων τιμωρούνται:

α) Ο εκ προθέσεως αποκτείνων ή καθιστών ανίκανον προς θήραν κυνηγετικόν κύνα άνευ υπόπτων εκδηλώσεων επί τούτου λύσσης. Διά της καταδικαστικής αποφάσεως επιδικάζεται αποζημίωσις υπέρ του κυρίου του κυνός 1000 – 15000 δραχμών, αναλόγως της αξίας αυτού. Αποζημίωσις επιδικάζεται και εν περιπτώσει καταδίκης δια κλοπήν κυνηγετικού κυνός, εφ’ όσον δεν ήθελε πραγματοποιηθή η απόδοσις του κυνός εις τον κύριον αυτού.

β) Ο θηρεύων κατά χρόνον μη εμπίπτοντα εντός της κυνηγετικής περιόδου.

γ) Ο άνευ αδείας θήρας φονεύων ενδημικόν θήραμα.

11. Διά φυλακίσεως μέχρις ένός έτους ή διά χρηματικής ποινής ή δι’ αμφοτέρων τιμωροϋνται:

α) Οι εκ προθέσεως ή εξ αμελείας παραβαίνοντες τας διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 257.

β) Οι εκ προθέσεως ή εξ αμελείας παραβαίνοντες τας διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 258.

γ) Oι παραβαίνοντες την διάταξιν της παραγράφου 5 του άρθρου 261.

δ) Οι θηρεύοντες άνευ αδείας θήρας.

ε) Οι αρνούμενοι να υποστούν την κατά την παράγραφον 2 του άρθρου 289 έρευναν.

12. Οι παραβαίνοντες τας διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 255 τιμωρούνται δια φυλακίσεως τουλάχιστον ενός μηνός και δια χρηματικής ποινής.

13. Ο κατά παράβασιν των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 252 θηρεύων δια πυροβόλου πολεμικού όπλου ή αεροβόλου ή άλλου είδους όπλου, μη συνήθους κυνηγετικού, τιμωρείται διά φυλακίσεως τουλάχιστον δύο μηνών και μέχρι δύο ετών, ως και δια χρηματικής ποινής.

14. Εις τον καταδικαζόμενον δια την θανάτωσιν ή σύλληψιν ελάφου, δορκάδος, αγριόγιδου, παντος είδους αιγάγρου (αγριοκάτσικου), τετράωνος (αγριοπετεινού) και φασιανού, επιβάλλεται δια της καταδικαστικής αποφάσεως και χρηματική αποζημίωσις υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας Κτηνοτροφίας και Δασών (Κεφάλαιον θήρας), καθοριζομένη ως εξής:

Δι’ εκάστην έλαφον ποσόν δραχμών δέκα χιλιάδων (10.000), δι’ εκάστην δορκάδα, αγριόγιδον και αίγαγρον Κρήτης ποσόν πέντε χιλιάδων (5.000) δραχμών. Διά δε τα λοιπά είδη αιγάγρων ποσόν τεσσάρων χιλιάδων (4.000) δραχμών και δι’ έκαστον τετράωνον (αγριοπετεινόν), φασιανόν ή αφαίρεσιν των ωών των ποσόν πεντακοσίων (500) δραχμών. Τα, ως άνω, ποσά δύνανται να αυξάνωνται δι’ αποφάσεως του Υπουργού Γεωργίας.

15. Η ιδιότης του καταδικαζομένου ως δημοσίου, δημοτικού ή κοινοτικού υπαλλήλου ή ως ανήκοντος εις τας ενόπλους δυνάμεις ή τα σώματα ασφαλείας ή ως μέλους διοικητικού συμβουλίου κυνηγετικής οργανώσεως, αποτελεί ιδιαιτέραν επιβαρυντικήν περίπτωσιν.

16. Η καταδικαστική απόφασις εις πταισματικάς ποινάς είναι εκλητή. Η ποινή της κρατήσεως δεν δύναται να είναι ελάσσων των δέκα (10) ημερών. Κατά τα λοιπά, ισχύουν αι διατάξεις των άρθρων 55 και 57 του Ποινικού Κώδικος.

17. Οι παραβάται των διατάξεων της παραγράφου 5 του άρθρου 252 τιμωρούνται δια φυλακίσεως μέχρι δύο (2) ετών και δια χρηματικής ποινής ή καί διά μιας των ποινών τούτων, εις περίπτωσιν αμελείας.

18. Οι παραβάται των περί θήρας αστυνομικών διατάξεων τιμωρούνται δια κρατήσεως μέχρις εξ (6) μηνών και διά προστίμου τουλάχιστον χιλίων (1.000) δραχμών, τα δε μέσα, δι’ ων ενεργείται η παράβασις, κατάσχονται και δημεύονται, κατά τας διατάξεις του άρθρου 288.

19. Όσοι δεν σφραγίζουν τα κυνηγετικά των όπλα συμφώνως προς την εν παραγράφω 4 του άρθρου 252 απόφασιν του Υπουργού Γεωργίας αλλά εκπροθέσμως και εντός 15 ημερών απο της λήξεως της αναφερομένης εν αυτή προθεσμίας, τιμωρούνται διοικητικώς δια ποινής του προστίμου καθοριζομένης δια της αυτής αποφάσεως, από δραχμών 1000 κατ’ ελάχιστον μέχρι δραχμών 10.000 κατ’ ανώτατον όριον υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών, (Κεφάλαιον θήρας). Το πρόστιμον τούτο καταβάλλεται κατά την έκδοσιν της αδείας. Μετά την πάροδον των ως άνω 15 ημερών οι παραλείψαντες την σφράγισιν ως και οι αποσφραγίζοντες τα κυνηγετικά των όπλα τιμωρούνται δια του ως άνω προστίμου και προσέτι και ποινικώς, στερούνται δε αδείας θήρας δι’ εν κυνηγετικόν έτος, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος της δίκης.

20. Οι παραβαίνοντες τας διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 80 του Ν.Δ. 86/1969 τιμωρούνται δια φυλακίσεως μέχρι δύο ετών και δια χρηματικής ποινής ουχί κατωτέρας των δέκα χιλιάδων δραχμών.

21. Δια παραβάσεις αίτινες λαμβάνουν χώραν εντός των ελεγχομένων κυνηγετικών περιοχών ισχύουν τα κάτωθι:

α) Διά κρατήσεως ή προστίμου, ή δι’ άμφοτέρων των ποινών τούτων τιμωροϋνται:

αα) Η διάβασις παντός, κυνηγού ή μη, δι’ όπλου, δια μέσου των κυνηγετικών περιοχών άνευ αδείας της Δασικής Αρχής. Η διάβασις επιτρέπεται μόνον εφ’ όσον τα όπλα είναι λελυμένα και εντός θήκης.

ββ) Η κυκλοφορία των οχημάτων, δια ταχύτητος μεγαλυτέρας των ενδείξεων των ειδικών πινακίδων, ή χρήσις παρά τούτων ηχητικών οργάνων και συσκευών, εκτυφλωτικών φώτων και προβολέων.

γγ) Η κατασκήνωσις παντός ατόμου άνευ αδείας της αρμοδίας Δασικής Aρχής.

δδ) Η εισαγωγή ή διέλευσις ποιμνίων ή ζώων άνευ αδείας των Κτηνιατρικών Αρχών ως και αι πτηνοτροφικαί εγκαταστάσεις άνευ αδείας των Δασικών Αρχών και άνευ υγειονομικού ελέγχου.

εε) Η ολοκληρωτική δέσμευσις της ροής των υδάτων, κατά την κατασκευήν αρδευτικού δικτύου ή διευθέτησιν χειμάρρων ή έτέρων έργων.

β) Διά φυλακίσεως μέχρι δύο (2) ετών ή διά χρηματικής ποινής ή δι’ αμφοτέρων των ποινών τούτων τιμωρούνται:

αα) Διά θήρευσιν εξ αποστάσεως μεγαλυτέρας των τεσσαράκοντα (40) μέτρων, πλην των ευγενών θηραμάτων.

ββ) Διά θήραν μη ανεπτυγμένων θηραμάτων, δια σύλληψιν παντός είδους θηράματος, καταστροφήν ή διατάραξιν φωλεών, συλλογήν ωών, μόλυνσιν ποτιστρών και διατάραξιν της πανίδος εν γένει.

γγ) Διά παράβασιν της παραγράφου 16 του άρθρου 254.

γ) Τυχόν έτεραι παραβάσεις εντός των ελεγχομένων κυνηγετικών περιοχών τιμωρούνται κατά τας γενικάς διατάξεις του παρόντος.

Κατάσχεσις καί δήμευσις μέσων παρανόμου Θήρας

Αρθρον 288

1. Τα κατά παράβασιν των διατάξεων του παρόντος κώδικος κατεχόμενα, κατασκευαζόμενα, πωλούμενα ή χρησιμοποιούμενα παντός είδους όργανα κ.λ.π. μέσα, σκοπόν έχοντα την θήραν, σύλληψιν ή θανάτωσιν εν γένει αγρίων ζώων, (θηλαστικών και πτερωτών), ασχέτως εποχής, κατάσχονται. Το αρμόδιον ποινικόν δικαστήριον διατάσσει την δήμευσιν των κατασχεθέντων και τα μεν απηγορευμένα μέσα καταστρέφονται, τα δε άλλα εκποιούνται παρ’ επιτροπής, οριζομένης παρά του εισαγγελέως και αποτελουμένης εκ του προϊσταμένου της δασικής αρχής, ένός δημοσίου υπαλλήλου και ενός αντιπροσώπου του κυνηγετικού συλλόγου, δια δημοπρασίας, του εκπλειστηριάσματος κατατιθεμένου υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών (Κεφάλαιον θήρας). Αι ανωτέρω διατάξεις της παρούσης παραγράφου έχουν εφαρμογήν και επί καταδίκης δια παράβασιν της διατάξεως της παραγράφου 2 του άρθρου 252.

2. Τα εκ παρανόμου θήρας προερχόμενα θηράματα κατάσχονται και εκποιούνται αμέσως υπό του κατασχόντος ταύτα υπαλλήλου επί παρουσία ετέρου δημοσίου, δημοτικού ή κοινοτικού υπαλλήλου και εν απουσία. τούτων επί παρουσία δύο μαρτύρων, του πρακτικού εκποιήσεως μη υποκειμένου εις έγκρισιν ετέρας ανωτέρας αρχής. Το εκπλειστηρίασμα, εάν η απόφασις του δικαστηρίου είναι αθωωτική, αποδίδεται εις τον αθωωθέντα, άλλως κατατίθεται υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας Κτηνοτροφίας και Δασών (Κεφάλαιον θήρας).

3. Εάν δι’ οιονδήποτε λόγον τα όπλα, δίκτυα, παγίδες και λοιπά μέσα παρανόμου θήρας δεν έχουν κατασχεθή και ο κάτοχος τούτων καταδικάζεται, διατάσσεται υποχρεωτικώς δια της καταδικαστικής αποφάσεως και η δήμευσις τούτων η περαιτέρω δε τύχη των διέπεται κατά τα εν τη παραγράφω 2 οριζόμενα. Εις περίπτωσιν μη παραδόσεως των πειστηρίων αδικαιολογήτως, ο καταδικασθείς υποχρεούται δια της καταδικαστικής αποφάσεως εις την πληρωμήν της αξίας τούτων, καθοριζομένης υπό του δικαστηρίου υπέρ του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνατροφίας και Δασών (Κεφάλαιον θήρας), η οποία όμως δεν πρέπει να είναι κατωτέρα των διακοσίων (200) δραχμών, προκειμένου δε περί όπλων κατωτέρα των δύο χιλιάδων (2.000) δραχμών και προκειμένου περί μέσων μεταφοράς κατωτέρα των δύο χιλιάδων δραχμών (2.000) δια τα δίκυκλα και τρίκυκλα και των είκοσι χιλιάδων (20.000) δραχμών δια τα λοιπά μηχανοκίνητα μέσα.

4. Εάν ο ένοχος της παρανόμου θήρας έλαβεν εις την κατοχήν του τα εις δήμευσιν κατά το παρόν άρθρον υποκείμενα δι’ αδικήματος, τότε αποδίδονται μεν ταύτα τω δικαιούχω, αντί δε της δημεύσεως επιβάλλεται τω ενόχω χρηματική ποινή ίση προς την αξίαν των αποδιδομένων τω δικαιούχω πλέον πάσης άλλης επιβαλλομένης κατά τον παρόντα.

Καθήκοντα ανακριτικών υπαλλήλων επί παρανόμου θήρας

Αρθρον 289

1. Οι δασικοί, δημοτικοί και κοινοτικοί υπάλληλοι ως και τα όργανα της Αστυνομίας Πόλεων, Χωροφυλακής και Αφγροφυλακής υποχρεούνται να καταγγέλλουν πάντα παραβάτην των περί θήρας διατάξεων.

2. Oι υπάλληλοι και τα όργανα της παραγράφου 1 ως και οι φύλακες θήρας, δικαιούνται να ερευνούν πάντα κυνηγετικόν σάκκον ως και τα μηχανοκίνητα μέσα, έχοντες δικαιώματα και καθήκοντα ανακριτικών υπαλλήλων, έτι δε και να προβαίνουν εις σωματικήν έρευναν κατά τα εν άρθροις 257 του Κώδικος Ποινικής Δικονομίας οριζόμενα. Οι ανωτέρω υποχρεούνται όπως, επί πάσης παραβάσεως των διατάξεων του παρόντος καθ’ οιανδήποτε περίοδον, κατάσχουν την άδειαν θήρας, τα όπλα ως και πάντα τα χρησιμοποιηθέντα μέσα δια την ενέργειαν παρανόμου θήρας, έτι δε και τα θηράματα εις οιανδήποτε κατάστασιν και αν ευρίσκωνται ταύτα, εφαρμοζομένων περαιτέρω των διατάξεων του άρθρου 288.


Αφήστε μια απάντηση