Εμβαπτίζωadmin 2 Δεκεμβρίου, 2008Ελληνικό ΛεξικόShare Facebook Twitter Google + LinkedIn PinterestΕμβαπτίζω : βυθίζω κάτι σε υγρό, ώστε να καλύπτεται πλήρως από αυτό.300+ μοναδικοί Υπολογισμοί - Calculators ● VresKEP.gr ● Πολίτες & ΚΕΠ2008-12-02adminShare Facebook Twitter Google + LinkedIn Pinterest