Διβάνι : η αίθουσα συνενδριάσεων της κυβέρνησης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Συνέχεια »Διατιμώ
Διατιμώ : προκαθορίζω το ανώτερο όριο (τιμής ή αμοιβής).
Συνέχεια »Διβολίζω
Διβολίζω : οργώνω για δεύτερη φορά, για να καταστραφούν τα ζιζάνια.
Συνέχεια »Διατομή
Διατομή : η κοπή, η διαίρεση σε δύο μέλη.
Συνέχεια »Διατονικός
Διατονικός : αυτός που σχετίζεται με μείζονα ή ελάσσονα μουσική κλίμακα, που αποτελείται από πέντε μουσικούς τόνους και δύο ημιτόνια.
Συνέχεια »Διάτονος
Διάτονος : αυτός που οποίου η έκταση φθάνει από τη μία μεριά στην άλλη.
Συνέχεια »Διάτορος
Διάτορος : αυτός που είναι τρυπημένος πέρα ως πέρα.
Συνέχεια »Διατρανώνω
Διατρανώνω : εξωτερικεύω με κατηγορηματικό τρόπο.
Συνέχεια »Διατρίβω
Διατρίβω : περνώ το χρόνο μου συγκεκριμένο χώρο.
Συνέχεια »Διαφαίνομαι
Διαφαίνομαι : διακρίνομαι αμυδρά, όχι πλήρως, μόλις που φαίνομαι.
Συνέχεια »Μακαριστός , μακαρίτης , αξιομακάριστος
Το αρχαιοπρεπές μακαριστός κατά κυριολεξίαν σημαίνει αυτός που θεωρείται καλότυχος και ευλογημένος, χρησιμοποιείται για αποθανόντες ιερωμένους πχ “Ο μακαριστός αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος” . Για τους μη ιερωμένους χρησιμοποιείται το μακαρίτης, που με τον θάνατό του γλύτωσε από τα βάσανα της ζωής. Επίσης συχωρεμένος, …
Συνέχεια »Διάτα
Διάτα : η διαταγή
Συνέχεια »Διαρρηγνύω
Διαρρηγνύω : δημιουργώ ρήγμα σε συμπαγή επιφάνεια , σχίζω βίαια , ανοίγω βίαια , παραβιάζω κλειστό χώρο
Συνέχεια »Διάταγμα
Διάταγμα : (γενικά ) έγγραφη εντολή από υψηλά ιστάμενη αρχή
Συνέχεια »Διαρρήδην
Διαρρήδην : χωρίς περιστροφές ή υπεκφυγές
Συνέχεια »Διάτανος
Διάτανος : ο διάβολος
Συνέχεια »