Δασύλλιο: μικρό δάσος
Συνέχεια »Δερβισόπαιδο
Δερβισόπαιδο: το πολύ καλό παιδί, που το θαύμαζαν για το χαρακτήρα του και τη λεβεντιά του.
Συνέχεια »Δασύνω
Δασύνω: γράφω η προφέρω φθόγγο με δασύ πνεύμα.
Συνέχεια »Δασύπους
Δασύπους: αυτός που έχει μαλλιαρά πόδια
Συνέχεια »Δαψιλής
Δαψιλής: άφθονος, πλουσιοπάροχος.
Συνέχεια »Δεδηλωμένος
Δεδηλωμένος: αυτός που έχει καταστήσει γνωστή, που έχει δηλώσει τη στάση του.
Συνέχεια »Δεκάζω
Δεκάζω: δίνω χρήματα ή δώρα, για να τους εξαγοράσω.
Συνέχεια »Δεκαημερία
Δεκαημερία: το χρονικό διάστημα δέκα ημερών
Συνέχεια »Δαμαλισμός
Δαμαλισμός: ο εμβολιασμός κατά της ευλογιάς με ορό δαμαλίτιδας.
Συνέχεια »Δαμάσκο
Δαμάσκο: πολυτελές ύφασμα με χρυσόχρωμη ή αργυρόχρωμη διακόσμηση στην ύφανση.
Συνέχεια »Γυναικωτός
Γυναικωτός: θηλυπρεπής , αυτός που έχει γυναικείους τρόπους
Συνέχεια »Δανδής
Δανδής : άνδρας με επιτηδευμένη κομψότητα στην ενδυμασία και τον τρόπο συμπεριφοράς του.
Συνέχεια »Γυρίνος
Γυρίνος: το νεογνό βατραχάκι που δεν έχει ακόμα πόδια.
Συνέχεια »Δαρμός
Δαρμός : το δάρσιμο . Η εκδήλωση πόνου και οδύνης με κλάματα και χειρονομίες απελπισίας.
Συνέχεια »Γυροβολιά
Γυροβολιά: η περιστροφική κίνηση (κάποιου).
Συνέχεια »Δασμός
Δασμός: η έμμεση φορολογία που επιβάλλεται στα εισαγόμενα ή εξαγόμενα προϊόντα και εισπράττεται από το τελωνείο
Συνέχεια »