Γυψοκονία: ο γύψος σε κατάσταση σκόνης , που χρησιμοποιείται στο χτίσιμο μαζί με άλλα δομικά υλικά.
Συνέχεια »Δασόβιος
Δασόβιος : (για ζώα και φυτά) αυτός που ζει μέσα στο δάσος.
Συνέχεια »Γυψοτεχνία
Γυψοτεχνία: παραδοσιακή εργασία με αντικείμενο την επεξεργασία του γύψου.
Συνέχεια »Δάγκειος
Δάγκειος : μεταδοτική ασθένεια , κύρια συμπτώματα της οποίας είναι ο υψηλός πυρετός και τα εξανθήματα.
Συνέχεια »Δαδί
Δαδί: το εύφλεκτο κομμάτι από δέντρο που έχει ρητίνη , το οποίο χρησιμεύει κυρίως ως προσάναμμα .
Συνέχεια »Δαδούχος
Δαδούχος: αυτός που κρατά (φέρει ) δάδα.
Συνέχεια »Δαήμων
Δαήμων : αυτός που έχει γνώσεις και πείρα , ο ειδήμων.
Συνέχεια »Δαιδαλώδης
Δαιδαλώδης: αυτός που είναι περίπλοκος
Συνέχεια »Δαιμονόληπτος
Δαιμονόληπτος: αυτός που έχει καταληφθεί από δαιμόνιο.
Συνέχεια »Δαιμονομανής
Δαιμονομανής :αυτός που είναι προσκολλημένος στη λατρεία του δαιμόνου
Συνέχεια »Δαμάλα
Δαμάλα :νεαρή και μεγαλόσωμη αγελάδα
Συνέχεια »Δαμάλι
Δαμάλι: νεαρός ταύρος ή μοσχάρι
Συνέχεια »Γουρμάζω
Γουρμάζω : ωριμάζω.
Συνέχεια »Γροθοπατινάδα
Γροθοπατινάδα: σειρά από διαδοχικά χτυπήματα με γροθιές
Συνέχεια »Γούρμασμα
Γούρμασμα: ωρίμανση
Συνέχεια »Γρόνθος
Γρόνθος: γροθιά
Συνέχεια »