Μενού
Αρχική / Εγκυκλοπαίδεια / Λεξικό - Γλωσσάρια / Ελληνικό Λεξικό (Σελίδα 82)

Ελληνικό Λεξικό

Προσπάθεια δημιουργίας ένος λεξικού με λέξεις και έννοιες που συχνά χρησιμοποιούμε άλλα δεν γνωρίζουμε την ακριβή τους σημασία.

ΑΒΑΚΑΣ

Όργανο για την εκτέλεση αριθμητικών πράξεων , κυρίως του πολλαπλασιασμού , το οποίο αποτελείται από ένα πλαίσιο με βέργες , πάνω στις οποίες μετακινούνται σφαιρίδια ή πλακίδια , που διευκολύνουν των υπολογισμό των μονάδων και των δεκάδων κατά τη διδασκαλία …

Συνέχεια »

Η ΑΒΑΝΓΚΑΡΝΤ

Το σύνολο των ριζοσπαστικών καλλιτεχνών , κυρίως των μέσων του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου αιώνα , οι οποίοι αμφισβήτησαν τις παραδοσιακές τεχνοτροπίες και πειραματίστηκαν με νέες μορφές , καθώς και η αντίστοιχη καλλιτεχνική και πνευματική τάση .

Συνέχεια »

ΑΒΑΝΤΑΔΟΡΟΣ

Αυτός που εικονικά ξεκινά δραστηριότητα ( συνήθως παράνομη ) , λ . χ . τυχερών παιχνιδιών , παράνομου εμπορίου …. με σκοπό να προσελκύσει και άλλους σε αυτήν .

Συνέχεια »

ΑΒΑΡΙΑ

1 . Η βλάβη , η φθορά πλοίου εν πλω λόγω διακοπής της λειτουργίας της μηχανής ..2 . Η απόρριψη μέρους ή και όλου του φορτίου ενός πλοίου στη θάλασσα , για να αποφευχθεί η βύθισή του .

Συνέχεια »

ΑΒΒΑΕΙΟ

1 . Το καθολικό μοναστήρι που διοικείται από αββά ή αββάισσα . 2 . Η έδρα του αββά και γενικότερα το συγκρότημα που περιλαμβάνει το μοναστήρι , την εκκλησία και την κατοικία του ηγουμένου .

Συνέχεια »