Καρκαλιέμαιadmin 29 Απριλίου, 2006Κοζανίτικο γλωσσάριοShare Facebook Twitter Google + LinkedIn PinterestΚαρκαλιέμαι (ρήμα) = γελώ (έντονα και με διάρκεια)300+ μοναδικοί Υπολογισμοί - Calculators ● VresKEP.gr ● Πολίτες & ΚΕΠ2006-04-29adminShare Facebook Twitter Google + LinkedIn Pinterest