Πιαλώadmin 24 Φεβρουαρίου, 2007Κοζανίτικο γλωσσάριοShare Facebook Twitter Google + LinkedIn PinterestΠιαλώ (ρημ.) = τρέχω. Προέρχεται απο το αρχαίο «πιλαλώ : τρέχω»300+ μοναδικοί Υπολογισμοί - Calculators ● VresKEP.gr ● Πολίτες & ΚΕΠ2007-02-24adminShare Facebook Twitter Google + LinkedIn Pinterest