Αρίδα : η κνήμη ή το πόδι ολόκληρο .
ΑΡΙΔΑ
5 Απριλίου, 2004Ελληνικό Λεξικό
Κατηγορίες με καταχωρήσεις που σας παρέχουν ένα πλούσιο υλικό από λεξικά όλων των ειδών και γλωσσάρια.Eλληνικό λεξικό, Kρητικό γλωσσάρι, το λεξικό της υγείας και Kοζανίτικο γλωσσάρι είναι μερικά από αυτά που εμπεριέχονται στην κατηγορία.Ένας θησαυρός λεξιλογίου και φράσεων.
5 Απριλίου, 2004Ελληνικό Λεξικό
Αρίδα : η κνήμη ή το πόδι ολόκληρο .
5 Απριλίου, 2004Ελληνικό Λεξικό
Αριάνι : το ξινόγαλα .
5 Απριλίου, 2004Ελληνικό Λεξικό
Αρθρίδιο : το περιορισμένης έκτασης άρθρο σε εφημερίδα ή περιοδικό .
5 Απριλίου, 2004Ελληνικό Λεξικό
Αρειμανίως : “καπνίζω αρειμανίως ” ..καπνίζω πάρα πολύ , συνεχώς και πολλά τσιγάρα.
5 Απριλίου, 2004Ελληνικό Λεξικό
Αργυραμοιβός : αυτός που ανταλλάσσει νομίσματα .
5 Απριλίου, 2004Ελληνικό Λεξικό
Αργητα : η καθυστέρηση .
5 Απριλίου, 2004Ελληνικό Λεξικό
Αρνησίθεος : αυτός που δεν πιστεύει σε Θεό ή αρνείται την ύπαρξη του Θεού .
5 Απριλίου, 2004Ελληνικό Λεξικό
Αραχίδα : το φυτό από τοοποίο παράγονται τα αράπικα φυστίκια .
5 Απριλίου, 2004Ελληνικό Λεξικό
Αρνησικυρία : το δικαίωμα του αρχηγού κράτους ή ενός κράτους -μέλους διεθνούς οργανισμού , να μην κυρώνει ένα νόμο …το βέτο.
5 Απριλίου, 2004Ελληνικό Λεξικό
Αρατικός : αυτός που σχετίζεται με ευχή ή κυρίως με κατάρα .
5 Απριλίου, 2004Ελληνικό Λεξικό
Αρόδο : σε μακρινή απόσταση .
5 Απριλίου, 2004Ελληνικό Λεξικό
Αραμπάς : όχημα , δίτροχο ή τετράτροχο , που το έσερναν βόδια ή άλογα , πιο αργό από άμαξα , για την πρόχειρη μεταφορά ανθρώπων ή προϊόντων .
5 Απριλίου, 2004Ελληνικό Λεξικό
Αρουρα : το καλλιεργημένο ή καλλιεργήσιμο χωράφι .
5 Απριλίου, 2004Ελληνικό Λεξικό
Αράθυμος : αυτός που οργίζεται εύκολα και γρήγορα .
27 Μαρτίου, 2004Κρητικό Γλωσσάριο
Θιαρμός: το κακό μάτι .
27 Μαρτίου, 2004Κρητικό Γλωσσάριο
Καληνωρίσματα: φιλοφρονήσεις, ευχές για «καλήν ώρα» .