Δονκιχώτης : αυτός που δεν έχει αίσθηση της πραγματικότητας και παρασύρεται από ρομαντικές φαντασιοπληξίες, αυτός που αναλίσκεται σε αδιέξοδες, ουτοπικές διεκδικήσεις.
Δισκοπρίονο
Δισκοπρίονο : ηλεκτροκίνητο πριόνι που περιλαμβάνει έναν οδοντωτό δίσκο, ο οποίος περιστρέφεται με μεγάλη ταχύτητα.
Δοθιήνας
Δοθιήνας : φλεγμονώδες, πυώδες, εξάνθημα του δέρματος.
Δισταυρία
Δισταυρία : σύστημα εκλογής υποψηφίων, κατά το οποίο επιτρέπεται, ανάλογα με την εκλογική περιφέρεια, η σημείωση σταυρού δίπλα στα ονόματα δύο μόνο υποψηφίων στο ψηφοδέλτιο κάθε συνδυασμού.
Δοιάκι
Δοιάκι : μοχλός που χρησιμοποιείται για την περιστροφή του πηδαλίου στα πλοία.
Δίστηλος
Δίστηλος : αυτός που έχει ή εκτείνεται σε δύο στήλες.
Δόκανο
Δόκανο : παγίδα για την σύλληψη θηραμάτων.
Διστομίαση
Διστομίαση : λοίμωξη του ανθρώπου και των μηρυκαστικών, την οποία προκαλούν τα παρασιτικά σκουλήκια τα οποία ονομάζονταιδίστομα και που εκδηλώνεται ανάλογα με την περίπτωση με διάρροια, φαγούρα κ.ά.
Δισχιδής
Δισχιδής : αυτός που είναι σχισμένος στα δύο, διχαλωτός.
Διττογραφία
Διττογραφία : η αντιγραφή συλλαβής, λέξης ή φράσεως δύο φορές από τον αντιγραφέα ενός κειμένου λόγω σφάλματος.
Διττός
Διττός : διπλός, αυτός που αποτελείται από δύο μέρη ή είναι δύο ειδών.
Διυλίζω
Διυλίζω : περνώ υγρό μέσα από φίλτρο, για να το απαλλάξω από ξένες ουσίες.
Δίφορος
Δίφορος : αυτός που καρποφορεί δύο φορές τον χρόνο.
Δίφρος
Δίφρος : κάθισμα χωρίς ράχη και βραχίονες.
Διχειλικός
Διχειλικός : φθόγγος που παράγεται με τη βοήθεια και των δύο χειλιών.
Διχοστασία
Διχοστασία : η διάσταση απόψεων, συμφερόντων.