Διεπίδραση : η αμοιβαία επίδραση ανάμεσα σε δύο ή περισσότερα στοιχεία, πρόσωπα, συστήματα πληροφορικής και χρήστες.
Διερμηνέας
Διερμηνέας : ο ειδκός που βοηθάει να επικοινωνήσουν μεταξύ τους άνθρωποι που δεν μιλάνε την ίδια γλώσσα, μεταφράζοντας τα λεγόμενα του ενός στη γλώσσα του άλλου.
Διεστραμμένος
Διεστραμμένος : αυτός που αποκλίνει από ότι θεωρείται ορθό, ηθικό, φυσιολογικό.
Διευθέτηση
Διευθέτηση : η τακτοποίηση, η ρύθμιση κάποιου προβλήματος ή θέματος.
Διευθυντήριο
Διευθυντήριο : ο χώρος που στεγάζει τη διεύθυνση, διοίκηση.
Διευθυντικός
Διευθυντικός : αυτός που σχετίζεται με τον διευθυντή ή τη διεύθυνση.
Διεύρυνση
Διεύρυνση : η αύξηση του εύρους και η επέκταση (γεωγραφική) στο χώρο.
Δίβουλος
Δίβουλος : αυτός που δεν μπορεί να καταλήξει σε μία άποψη.
Διζωνικός
Διζωνικός : αυτός που αποτελείται από δύο (γεωγραφικές) ζώνες ή σκοπεύει στην ύπαρξη δύο ζωνών.
Διγενής
Διγενής : αυτός που προέρχεται από δύο διαφορετικά γένη, φυλές ή εθνότητες.
Διήγημα
Διήγημα : πεζογράφημα μικρής σχετικά έκτασης, το οποίο παρουσιάζει την ολοκληρωμένη αφήγηση περιστατικού ή ιστορίας.
Διδακτισμός
Διδακτισμός : η τάση κάποιου να θέλει να διδάξει, να δίνει διδάγματα.
Διήθημα
Διήθημα :το καθαρό υγρό που μένει, αφού φιλτάρουμε υγρό μείγμα.
Διδαχή
Διδαχή : η διδασκαλία, η προτροπή, που αποβλέπει στη νουθεσία.
Διήκω
Διήκω : φθάνω από ένα σημείο σε άλλο.
Διδάχος
Διδάχος : αυτός που υποδεικνύει ή διδάσκει τους άλλους, ο δάσκαλος.