Συ’ίζουμι (ρημ.) = συνγχίζομαι, στενοχωριέμαι. Συνήθως απο αιφνίδιο γεγονός
Σιβαίνου
Σιβαίνου (ρημ.) = μπαίνω μέσα
Σ’νί
Σ’νί (το) = ταψί
Σαλτανάτι
Σαλτανάτι (το) = περηφάνεια
Σιούσκα
Σιούσκα (η) = καρούμπαλο
Πατίκια
Πατίκια (τα) = ξύλινα τσόκαρα με λαστιχένιο λουρί
Παγουτή
Παγουτή (η) = κρύο, δρυμί ψύχος
Παραλαλώ
Παραλαλώ (ρημ.) = παραμιλώ στον ύπνο
Πουτιόλ’τς
Πουτιόλ’τς (ανδρ.όνομα) = Αποστόλης
Παρέκεια
Παρέκεια (έκφραση) = πιό πέρα, παραπέρα
Πουρδουκλιά
Πουρδουκλιά (η) = τρικλοποδιά
Πίπ’κα
Πίπ’κα (επιρ.) = τα πίπκα = μπρούμητα
Πιρδικλόνουμι
Πιρδικλόνουμι (ρημ.) = μπευρδεύωμαι, σκοντάφτω
Πάσα μερά
Πάσα μερά (εκφραση) = κάθε ημέρα
Πιλιγόδους
Πιλιγόδους (ο) = κουλούρα απο χοντρό και σπειροειδώς τυλιγμένο πανί που την έβαζαν στο κεφάλι για να στηρίζει το σινί
Πέτ’νους
Πέτ’νους (ο) = κόκορας