Ντάμπαρα (επιρ.) = ορθάνοιχτη
Νημόρ’
Νημόρ’ (το) = μνήμα, τάφος
Νουτίζου
Νουτίζου (ρημ.)= υγραίνομαι
Νάρκλα
Νάρκλα (η) = ψηλό σεντούκι με πόδια και επίπεδο καπάκι για τη φύλαξη του ψωμιού
Ντήλιμ’
Ντήλιμ’ (επιρ.) = το αφού με έμφαση
Ντου’τζέϊνιου
Ντου’τζέϊνιου (επιθ.) = σιδερένιο (βαρύ)
Ντραγάτ’ς
Ντραγάτ’ς (ο) = αγροφύλακας
Ντουμανιάζου
Ντουμανιάζου (ρημ.) = βάζω φωτιά
Ντάμκα
Ντάμκα (η) = λεκές, σφραγίδα
Ντουραντζιάς
Ντουραντζιάς (ο) = η εγκεφαλίτις των ζώων, σημαίνει και «Νταμπλάς»
Διάνος
Διάνος : Το πουλί γάλος, η αρσενική γαλοπούλα.
Διάνυσμα
Διάνυσμα : Το ευθύγραμμο τμήμα που ξεκινά από συγκεκριμένο σημείο και έχει ορισμένη φορά.
Διαξιφισμός
Διαξιφισμός : Η ανταλλαγή χτυπημάτων με ξίφη.
Διαπεραιώνω
Διαπεραιώνω : Μεταφέρω από τη μια όχθη στην άλλη, από ένα λιμάνι σε άλλο.
Διαπίδυση
Διαπίδυση : Η εκροή υγρού από τους πόρους του σώματος.
Διαπιστευτήρια
Διαπιστευτήρια : Το επίσημο κυβερνητικό έγγραφο, με το οποίο δηλώνεται ο διορισμός του διπλωματικού αντιπροσώπου σε μια άλλη χώρα.