Γονή : καθένας από τους απογόνους κάποιου. Το σύνολο των απογόνων.
Γονή
10 Ιανουαρίου, 2006Ελληνικό Λεξικό
Κατηγορίες με καταχωρήσεις που σας παρέχουν ένα πλούσιο υλικό από λεξικά όλων των ειδών και γλωσσάρια.Eλληνικό λεξικό, Kρητικό γλωσσάρι, το λεξικό της υγείας και Kοζανίτικο γλωσσάρι είναι μερικά από αυτά που εμπεριέχονται στην κατηγορία.Ένας θησαυρός λεξιλογίου και φράσεων.
10 Ιανουαρίου, 2006Ελληνικό Λεξικό
Γονή : καθένας από τους απογόνους κάποιου. Το σύνολο των απογόνων.
10 Ιανουαρίου, 2006Ελληνικό Λεξικό
Γρίπος: το αλιευτικό μέσο παρόμοιο με την τράτα , που ρίχνεται σε μεγάληέκταση σε λίμνες και θάλασσες με ομαλό βυθό και σέρνεται αργά , αργά από τη στεριά με σκοινιά.
10 Ιανουαρίου, 2006Ελληνικό Λεξικό
Γουρμάζω : ωριμάζω.
10 Ιανουαρίου, 2006Ελληνικό Λεξικό
Γροθοπατινάδα: σειρά από διαδοχικά χτυπήματα με γροθιές
10 Ιανουαρίου, 2006Ελληνικό Λεξικό
Γούρμασμα: ωρίμανση
10 Ιανουαρίου, 2006Ελληνικό Λεξικό
Γρόνθος: γροθιά
10 Ιανουαρίου, 2006Ελληνικό Λεξικό
Γούτος :το αρσενικό περιστέρι.
10 Ιανουαρίου, 2006Ελληνικό Λεξικό
Γράδο: όργανο μετρήσεως της πυκνότητας υγρού.
10 Ιανουαρίου, 2006Ελληνικό Λεξικό
Γραιγολεβάντες: ο άνεμος που η φορά του είναι μεταξύ ανατολικής και βορειοανατολικής κατευθύνσεως.
10 Ιανουαρίου, 2006Ελληνικό Λεξικό
Γραίγος :ο βορειανατολικός άνεμος.
4 Ιανουαρίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Αγκανάρηση: αγανάκτηση, εξόργιση
4 Ιανουαρίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Αγκανίζω : γκαρίζω, φωνάζω δυνατά
4 Ιανουαρίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Αγοϊζω : παρεκτρέπομαι, οργιάζω
4 Ιανουαρίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Αβαρεσά : τεμπελιά, οκνηρία .
4 Ιανουαρίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Αβατζέρνω : πλεονάζω, περισσεύω
4 Ιανουαρίου, 2006Κρητικό Γλωσσάριο
Αβιζέρνω :εφιστώ τη προσοχή κάποιου, ειδοποιώ